Ο “πόλεμος” για την Ελληνογερμανική συμφωνία συνεργασίας
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Συζήτηση για τις τελευταίες εξελίξεις στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, θα έχουν σήμερα μέλη της Επιτροπής Εξωτερικών του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου (Bundestag) σε συνεδρίαση με τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων. Η συνεδρίαση, επιβεβαιώνει μεταξύ άλλων την σύγκλιση Αθηνών – Βερολίνου σε ευρύτερα ζητήματα, που παρατηρείται ιδίως μετά την κυβερνητική αλλαγή στην Γερμανία.
Όπως είχαμε επισημάνει με αφορμή την επίσκεψη του καγκελαρίου Σολτς στην Αθήνα στις 27 Οκτωβρίου, στην διμερή ατζέντα έχει τεθεί και θέμα συνάψεως συμφωνίας συνεργασίας στην Άμυνα και Ασφάλεια, που βρίσκεται σε φάση επεξεργασίας. Παρά την τήρηση χαμηλών τόνων, υπάρχει μια προπαρασκευαστική φάση, μέρος της οποίας μπορεί να θεωρηθεί και η σημερινή συνεδρίαση με τους εκπροσώπους της Επιτροπής Εξωτερικών της Bundestag.
Υπενθυμίζεται ότι ανάλογες κινήσεις υπήρχαν και προ της Συμφωνίας «Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης για τη Συνεργασία στην Άμυνα και στην Ασφάλεια», που υπέγραψαν Μητσοτάκης και Μακρόν στις 28 Σεπτεμβρίου 2021. Δύο μήνες πριν, τον Ιούλιο του 2021, είχε επισκεφθεί την Ελλάδα κλιμάκιο 4 Γάλλων βουλευτών και 3 γερουσιαστών, οι οποίοι είχαν συναντήσεις με τον ΥΕΘΑ, τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών αρμόδιο για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις και την διπλωματική σύμβουλο του πρωθυπουργού ενώ είχαν ανταλλάξει και απόψεις με Έλληνες βουλευτές της ίδιας Επιτροπής που συνεδριάζει σήμερα με τους Γερμανούς συναδέλφους. Όπως είχε ανακοινώσει τότε η γαλλική πρεσβεία, οι σχετικές διαβουλεύσεις «επιβεβαίωσαν ότι Ελλάδα και Γαλλία μοιράζονται ταυτόσημη θεώρηση των διακυβευμάτων ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κοινή αυτή θεώρηση οδεύει προς την ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης μεταξύ των δύο χωρών, σε όλες της τις διαστάσεις». Ανάλογες ανακοινώσεις, χαμηλότερων τόνων, αναμένονται και μετά την σημερινή συνεδρίαση με τους Γερμανούς βουλευτές.
Στην Ελλάδα, το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον είχε “ερμηνεύσει” την επίσκεψη του καγκελαρίου Σολτς μέσα από αυθαίρετες υποθέσεις για την διεκδίκηση κομματιού από την “πίτα” των εξοπλιστικών προγραμμάτων, λόγω σχετικής δραστηριότητος στην Ελλάδα τα τελευταία έτη. Το σενάριο ενισχύθηκε από την αναβολή της ενημέρωσης της αρμοδίου Επιτροπής της Βουλής για σειρά εξοπλιστικών προγραμμάτων, μεταξύ των οποίων ήταν και κάποια που αφορούν γερμανικά οπλικά συστήματα. Στην πραγματικότητα, μείζονα ρόλο στην προοπτική συμφωνίας για στενότερη διμερή σχέση, έχει η ανάδειξη της Ελλάδας ως παρόχου ενέργειας για την Ευρώπη γενικότερα και την Γερμανία ειδικότερα και αυτό υπήρξε το επίκεντρο των συζητήσεων Μητσοτάκη – Σολτς. Παρά ταύτα, στο όλο πλαίσιο εντάσσεται και η προοπτική συνεργασίας στην Άμυνα και Ασφάλεια, ως φυσιολογική προέκταση του ρόλου που αναλαμβάνει η Ελλάδα σε βάθος χρόνου, καθιστάμενη ενεργειακός κόμβος και πάροχος της Ευρώπης. Στον αμυντικό τομέα, η προσέγγιση δεν αφορά το υπεραπλουστευμένο για ευρεία κατανάλωση σενάριο του “πλασιέ” καγκελαρίου που έρχεται να αποσπάσει προγράμματα μερικών δισεκατομμυρίων από τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Γερμανική επένδυση στην αμυντική βιομηχανία
Ένα από τα συστατικά της ευρύτερης ελληνογερμανικής συμφωνίας, είναι η κατ’ αρχήν συμφωνία που έχει γίνει μεταξύ ελληνικής κυβερνήσεως και των γερμανικών εταιρειών KMW και Rheinmetall για εξωδικαστική επίλυση παλαιών ζητημάτων, που κινδυνεύουν να καταλήξουν εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Το πολύ ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι σε αντίθεση με όλα τα άλλα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα που έχουν υλοποιηθεί, όχι μόνο επί της παρούσης κυβερνήσεως, περιλαμβάνεται μεγάλη γερμανική βιομηχανική επένδυση στην χώρα. Επένδυση, που δεν έχει σχέση με υπερκοστολογημένα υπόστεγα για κάποια ελληνική βιομηχανία, στο πλαίσιο αντισταθμιστικών… Η πρόθεση δηλαδή, προβλέπει ότι μέσα από την κάλυψη σημαντικών επιχειρησιακών απαιτήσεων των Ενόπλων Δυνάμεων, θα δημιουργηθεί πρότυπη βιομηχανική μονάδα στην Βόρειο Ελλάδα.
Η πρόταση είναι φιλόδοξη, επειδή οι Γερμανοί δεν στηρίζονται σε συμβάσεις με το Ελληνικό Δημόσιο για την λειτουργία της νέας βιομηχανικής μονάδας αλλά στον φόρτο εργασιών που θα μεταφέρουν από το υπάρχον χαρτοφυλάκιο συμβάσεών τους οι Rheinmetall και KMW. Πληροφορίες αναφέρουν ότι το επιχειρηματικό σχέδιο για την πρότυπη βιομηχανική μονάδα, προβλέπει ετησίως κύκλο εργασιών ύψους 1 δισ. € την πρώτη 10ετία, εφόσον όλα εξελιχθούν καλά. Τα νούμερα είναι ενδεικτικά των εσόδων που μπορεί να αναμένει το Ελληνικό Δημόσιο από φορολογικά έσοδα, συν τα πολλαπλά παράπλευρα οφέλη από την δημιουργία 350-500 θέσεων εργασίας σε πρώτη φάση.
Η επένδυση στην πρότυπη βιομηχανική μονάδα, εκτιμάται ότι θα αγγίξει το ύψος των 300 εκατ. € και η διαφορά της σε σχέση με άλλες επενδύσεις που διεκδικεί η κυβέρνηση, είναι ότι αφορά δημιουργία βιομηχανικής υποδομής και όχι κέντρα παροχής υπηρεσιών ή παραχώρηση προς εκμετάλλευση υποδομών (λιμένες κ.λπ.). Η δημιουργία βαριάς βιομηχανικής βάσεως, είναι αυτό που απουσιάζει εκκωφαντικά από το κεφάλαιο των ξένων επενδύσεων στην χώρα και μάλιστα σε τομείς εντελώς αγνώστους επί δεκαετίες, καθώς δεν έχει καταστεί εφικτή η προσέλκυση κάποιας αυτοκινητοβιομηχανίας, επί παραδείγματι, ώστε να ανεγείρει εργοστάσιο.
Τοιουτοτρόπως, η εν λόγω γερμανική επένδυση στην χώρα, θα είναι η πλέον αντιπροσωπευτική που θα επιβεβαιώσει τον χαρακτήρα της επενδύσεως που μπορούν να έχουν για την εθνική οικονομία οι εξοπλιστικές δαπάνες για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Η πρότυπη βιομηχανική μονάδα, όχι μόνο θα καλύψει φόρτο έργου για την διεθνή αγορά από το ήδη υπάρχον στο χαρτοφυλάκιο των γερμανικών εταιρειών, που θεωρείται ήδη τεράστιο και αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά θα φέρει και ευρεία διάχυση έργου σε εταιρείες της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, που θα ενταχθούν στην αλυσίδα των συνεργατών και προμηθευτών τους, για διάφορα προγράμματα κι όχι μόνο ελληνικά. Όλα αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με αρχική εκτίμηση κύκλου εργασιών 10 δισ. € σε βάθος δεκαετίας, δίνουν μια εικόνα της αποσβέσεως και “επιστροφής” στην εθνική οικονομία, της επενδύσεως που ετοιμάζει το ΥΠΕΘΑ με τα προγράμματα αναβαθμίσεως αρμάτων Leopard 2A4 και ΤΟΜΑ KF41 Lynx.
Στα οικονομικά στοιχεία, οι γερμανικές προτάσεις είναι ανοικτές σε γόνιμες πρωτοβουλίες. Πρώιμες πληροφορίες, αναφέρουν ότι ήδη από ελληνικής πλευράς τέθηκε θέμα μεγαλύτερου χρονοδιαγράμματος αποπληρωμής ώστε να υπάρχουν ευρύτερα οικονομικά περιθώρια, αίτημα λογικό καθώς η υλοποίηση των προγραμμάτων θα εξελιχθεί σε βάθος αρκετών ετών και επιδιώκεται η αποφυγή “εμπροσθοβαρών” προγραμμάτων, που έχουν επικριθεί. Από γερμανικής πλευράς υπήρξε θετική ανταπόκριση (επέκταση κατά 2-3 έτη) αφού ούτως ή άλλως, η οικονομική μελέτη για την ανέγερση της βιομηχανικής μονάδας, δηλαδή η υλοποίηση της επενδύσεως, έχει προϋπολογισθεί και δεν συσχετίζεται με τις αποπληρωμές του Ελληνικού Δημοσίου για τα ελληνικά προγράμματα.
Με τα πολιτικά και οικονομικά αρκετά ξεκαθαρισμένα και το επιχειρησιακό σκέλος αποτυπωμένο και προσδιορισμένο από τα Γενικά Επιτελεία, τα προγράμματα αναβαθμίσεως των αρμάτων Leopard 2A4 και προμήθειας ΤΟΜΑ KF41 Lynx δείχνουν ιδανικά.
Ωστόσο, τα γερμανικά προγράμματα έχουν τεθεί στο στόχαστρο όλων όσων υπηρετούσαν το αμαρτωλό παρελθόν των γερμανικών εταιρειών στην Ελλάδα, που έχουν καταδικαστεί από την Δικαιοσύνη και παλεύουν με κάθε τρόπο να εγείρουν εμπόδια. Όμως ακριβώς αυτό, είναι που είχε ζητήσει από την γερμανική πλευρά το Μαξίμου στις αρχές του έτους για να προχωρήσει, λαμβάνοντας την επίσημη διευκρίνιση αποκλεισμού όλων των καταδικασμένων από την Δικαιοσύνη προσώπων και πρακτικών. Έκτοτε, παρατηρείται και αρνητική αρθρογραφία, παραπλανητικού περιεχομένου. Η οποία μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό και στα ίδια επιχειρηματικά – πολιτικά συμφέροντα που επικρίνουν συστηματικώς την κυβέρνηση μέσω επιθέσεων και στο πρόσωπο του Α/ΓΕΕΘΑ, που καλλιεργούν την χυδαία προπαγάνδα περί δήθεν “αφοπλισμού” των ελληνικών νήσων σε συνδυασμό με την απόφαση στηρίξεως της Ουκρανίας στον πόλεμο με την Ρωσία, για να φτάσουν πλέον στο σημείο να περιλαμβάνουν την προοπτική της ελληνογερμανικής συνεργασίας με υπονοούμενα, στην γενική επίθεση περί “διαπλοκής” που δέχεται η κυβέρνηση και προσωπικώς ο πρωθυπουργός, από άσχετες αλλά όπως φαίνεται κατασκευασμένες υποθέσεις. Σε αυτό το κλίμα, δεν θα προκαλούσε έκπληξη εάν στην δυσφημιστική αρθρογραφία βλέπαμε και εμφάνιση δημοσιευμάτων σεναριολογικού περιεχομένου σε ξένα μέσα, με σκοπό ενίσχυση των αρνητικών εντυπώσεων και ναυάγιο της ευρύτερης ελληνογερμανικής προσεγγίσεως, προς εξυπηρέτηση άλλων συμφερόντων.
Το σχέδιο για αμυντικές επενδύσεις από Fincantieri, Lockheed Martin, KMW, Rheinmetall