Η Κύπρος αυξάνει τις εξοπλιστικές δαπάνες – Όχι αρκετά
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Υπάρχει μια αίσθηση “αναστάτωσης” στην κοινή γνώμη γενικότερα σε Ελλάδα και Κύπρο, από την ήττα των Αρμενίων στο Ναγκόρνο – Καραμπάχ, εξαιτίας περισσότερο της μεγάλης εντύπωσης που προκάλεσαν για άλλη μια φορά τα αποτελέσματα της δράσης των τουρκικών UAV που χρησιμοποίησε το Αζερμπαϊτζάν (αυτονοήτως με Τούρκους χειριστές στους σταθμούς ελέγχου). Και αν στην Ελλάδα το μέγεθος και η ποιότητα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων μπορούν να εγγυηθούν σε μεγαλύτερο βαθμό την αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων, στην Κύπρο όπου οι δυνατότητες της Εθνικής Φρουράς είναι πεπερασμένες, λόγω της ουσιαστικής ανυπαρξίας ανεπτυγμένου αεροπορικού και ναυτικού κλάδου, είναι φυσικό τα ερωτηματικά να είναι μεγαλύτερα.
Ασφαλώς πρέπει να διευκρινιστεί ότι το περιβάλλον επιχειρήσεων σε μια ενδεχόμενη πολεμική κατάσταση στην Κύπρο, θα είναι αρκετά διαφορετικό και σαφώς πιο απαγορευτικό ως προς την ευχέρεια δράσεως UAV από τον εχθρό ωστόσο, είναι γνωστό ότι η Λευκωσία επί σειρά ετών αποφεύγει να εφαρμόσει ένα συνεπές πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της Εθνικής Φρουράς. Το αποτέλεσμα είναι όχι μόνο σημαντικές ελλείψεις σε παραμέτρους οπλοστασίου αλλά και δομικές αδυναμίες που προβληματίζουν.
Σήμερα είναι τα UAV, αλλά “εχθές” ήταν τα Leopard 2 που μεταφέρθηκαν από την Τουρκία, “προχθές” τα αυτοκινούμενα πυροβόλα Firtina και οι ΠΕΠ Τ-300 Kasirga και “αντιπροχθές” οι βόλτες των τουρκικών ερευνητικών πλοίων στην ΑΟΖ της Κύπρου.
Τι έγινε για όλα αυτά σε επίπεδο αντιμέτρων; Δηλαδή σε φυσιολογικές κινήσεις αντισταθμίσεως της υπεροχής που επιδιώκει να αποκτήσει ο εχθρός;
Κατάφερε η Κύπρος να δρομολογήσει ένα πρόγραμμα αναβαθμίσεως των παρακτίων πυραυλικών συστοιχιών Exocet, έπειτα από πολλά χρόνια καθυστερήσεων, αυξάνοντας το βεληνεκές και την αξιοπιστία του συστήματος. Μετά κατάφερε να προμηθευτεί έναν ελάχιστο αριθμό -μόλις 24- αυτοκινούμενων πυροβόλων Nora που θα μπορέσουν να εκμεταλλευθούν τις πληροφορίες που εξασφαλίζουν κάποια νεοαποκτηθέντα τακτικά συστήματα UAV.
Από εκεί και πέρα όμως, υπάρχουν μεγάλα κενά.
Θυμόμαστε όλοι πόσος θόρυβος είχε γίνει όταν μετέφερε η Τουρκία για πρώτη φορά άρματα μάχης Leopard 2A4 στα κατεχόμενα. Για πρώτη φορά οι δυνάμεις κατοχής απέκτησαν σύγχρονα άρματα μάχης με πυροβόλο 120 mm, που μπορούν να αντιπαρατεθούν σε ισχύ πυρός με τα T-80U της Εθνικής Φρουράς. Μέχρι και η παραχώρηση Leopard 2A4 από την Ελλάδα συζητήθηκε από τους αρμοδίους.
Όταν έγινε αντιληπτό ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, εξετάσθηκαν άλλες λύσεις. Υπήρξε μια ενδιαφέρουσα πρόταση που αξιολογήθηκε ως πολύ καλή κι έδειξε να προκρίνεται, η οποία με ανέλπιστα χαμηλό κόστος θα αναβάθμιζε σημαντικά το αρματικό δυναμικό. Είχε όμως το… μειονέκτημα ότι προερχόταν από ελληνική εταιρεία και προφανώς ελλείψει μεσαζόντων δεν υπήρχε το απαραίτητο “κίνητρο”. Κι έτσι κάπου χάθηκε μεταξύ ΓΕΕΦ και… ΓΕΕΦ.
Συμπληρώνεται 1,5 έτος από τότε που έγινε είδηση η μεταφορά των τουρκικών Leopard 2A4 στην Κύπρο. Τι έκαναν οι αρμόδιοι όλο αυτό το διάστημα για την ενίσχυση του αρματικού δυναμικού και της αντιαρματικής ικανότητας;
Είναι ένα από τα πολλά και πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Γιατί βεβαίως, υπάρχουν και άλλες ανάγκες. Πολλές. Και αυτό που λείπει, είναι τα χρήματα, επειδή τα τελευταία αρκετά χρόνια οι αμυντικοί προϋπολογισμοί συρρικνώθηκαν. Είναι οξύμωρο αλλά την εποχή που ανακαλύφθηκε εκμεταλλεύσιμος υποθαλάσσιος πλούτος που ερέθισε την αρπακτική Τουρκία, η Κυπριακή Δημοκρατία βρήκε την ώρα να υποβαθμίσει την αμυντική της ικανότητα. Σε καμμία σοβαρή χώρα δεν γίνονται τέτοια πράγματα.
Επί δεκαετίες, οι Κύπριοι πολίτες πληρώνουν φόρους για το Ταμείο Αμυντικής Θωράκισης και τα χρήματα καταλήγουν σε άλλα υπουργεία για παροχές και στο κλείσιμο τρυπών του προϋπολογισμού. Για ο,τιδήποτε άλλο, εκτός από την Άμυνα, διατέθηκαν τα δισεκατομμύρια που συγκεντρώθηκαν στο ΤΑΘ. Το αποτέλεσμα είναι ένα: οι ανάγκες της Εθνικής Φρουράς δεν μειώνονται – συσσωρεύονται και αυξάνονται.
Στις 9 Νοεμβρίου, μιλώντας ο υπουργός Αμύνης Χαράλαμπος Πετρίδης στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών για τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Αμύνης το 2021, είπε για τους εξοπλισμούς μόνο γενικότητες – “έχουμε προχωρήσει στον καθορισμό ενός εξοπλιστικού προγράμματος με μακροχρόνιο σχεδιασμό“.
Στην Κύπρο όμως, ο “μακροχρόνιος σχεδιασμός”, έχει γίνει ταυτόσημος με το να αφήνονται τα πράγματα σε εκκρεμότητα σε μάκρος χρόνου. Όχι με την ευταξία της καλύψεως κατά σειρά που απαιτείται των αναγκών ώστε να υπάρχει ορθολογισμός και ομαλή συνέχεια. Όπως κινούνται τα πράγματα, γίνονται αποσπασματικές κινήσεις με μεγάλα χρονικά κενά, περιόδους αδρανείας που επιτείνουν καταστάσεις και φτάνουν στο απροχώρητο.
Στην Ελλάδα, προσφάτως η κυβέρνηση αφυπνίστηκε λόγω της τουρκοϊσλαμικής εξαλοσύνης, με αποτέλεσμα να αποφασισθεί η αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών για το 2021 κατά 5 φορές περίπου! Από 500 εκατ. € ετησίως, του χρόνου θα αφιερωθούν μέχρι 2,5 δισ. €. Κάτι τέτοιο, μετά βίας διαπιστώνεται στην Κύπρο, παρά τους οδυρμούς για “τρίτο Αττίλα” στην Κυπριακή ΑΟΖ, που όμως δεν φαίνεται να συνοδεύονται από αποφασιστική αντίδραση.
Στον αμυντικό προϋπολογισμό του 2021, η Κύπρος θα αφιερώσει συνολικώς 437.679.945 €, που αντιπροσωπεύουν αύξηση κατά 19% περίπου (κατά 70 εκατ. €). Από αυτά, για εξοπλισμούς προβλέπονται 104.283.844 €, σε σύγκριση με τα μόλις 43.566.390 εκατ. € που είχαν προβλεφθεί για το 2020. Αύξηση δηλαδή κατά 2,5 φορές. Πολύ λιγότερο, αναλογικώς, με την Ελλάδα.
Πάλι καλά; Όχι!
Επειδή η Κύπρος είναι μικρότερη από την Ελλάδα, δεν μειώνεται αναλογικώς το κόστος των όπλων. Την ίδια τιμή έχει το άρμα μάχης, ο αντιαεροπορικός πύραυλος, το φυσίγγιο. Εάν χρειάζεται μία Επιλαρχία Αρμάτων για την Εθνική Φρουρά, το κόστος δεν είναι μικρότερο από αυτό που θα έπρεπε να υπολογίζει ο Ελληνικός Στρατός.
Η Εθνική Φρουρά έχει πολλές ανάγκες σε εξοπλισμό κάθε είδους. Η αδράνεια δεκαετιών, έχει συσσωρεύσει προγράμματα που δεν έχουν προχωρήσει και ο αριθμός τους συνεχίζει να αυξάνει. Προ αρκετών ετών, δεν υπήρχαν UAV. H τεχνολογική πρόοδος τα έφερε στο προσκήνιο. Η Εθνική Φρουρά με τις τόσες ελλείψεις, άφησε στην άκρη άλλες ανάγκες και μετά την παρέλευση αρκετών ετών από την έκφραση σχετικής επιχειρησιακής απαιτήσεως, προμηθεύτηκε κάποια UAV. Τα άλλα όμως προγράμματα που έμειναν πίσω, πολλαπλασιάστηκαν στο μεταξύ επειδή προστέθηκαν και νέες ανάγκες.
Είναι επείγουσα ανάγκη για την Κυπριακή Δημοκρατία, ενόψει των προκλήσεων των καιρών, να επενδύσει σοβαρά στην Άμυνα. Και μεγάλη επένδυση απαιτείται στο επίπεδο των εξοπλισμών, διότι ακόμη και τα σχέδια αναδιοργανώσεως που δρομολογήθηκαν και εκπονήθηκαν, σε μεγάλο βαθμό βάσιζαν την αποτελεσματικότητα και απόδοσή τους στην πρόσκτηση νέων οπλικών συστημάτων που θα αυξήσουν τις επιχειρησιακές δυνατότητες. Καλά τα ταξίδια των Αρχηγών και των υπουργών και οι δημόσιες σχέσεις, αλλά πρέπει να συνοδεύονται και από επιχειρησιακό έργο σε όλους τους τομείς, χωρίς δικαιολογίες.