Εξοπλισμοί: “Διασώζοντας” διαρκώς την Αμυντική Βιομηχανία
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Παρατηρούμε σε συνεντεύξεις ή δηλώσεις πολιτικών προσώπων του κυβερνητικού χώρου, περιγράφοντας την συνολική προσπάθεια για οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη της χώρας, να συμπεριλαμβάνουν την εξοπλιστική δραστηριότητα που αναπτύσσεται από την κυβέρνηση. Είναι ένα βήμα πολιτικής ωριμότητος. Το ενδιαφέρον είναι ότι παρουσιάζουν την ανάθεση συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα, ως φορέα ενισχύσεως της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας (ΕΑΒΙ). Κατά πόσο όμως, ισχύει πραγματικά το τελευταίο;
Μια πρόχειρη καταγραφή των μεγάλων συμβάσεων που έχουν ανατεθεί ή πλησιάζουν σε ανάθεση από την παρούσα κυβέρνηση, εύκολα οδηγεί στο εντυπωσιακό σύνολο αξίας των 10 δισ. €, που είναι βέβαιο ότι θα ξεπεραστεί: μίσθωση UAV Heron, FOS Mirage 2000, Rafale, MH-60R, Διεθνές Eκπαιδευτικό Κέντρο Πτήσεων στην Καλαμάτα, νέα φρεγάτα κ.λπ.
Όμως η ανάθεση των ανωτέρω συμβάσεων προμήθειας υλικού ή εξασφαλίσεως υπηρεσιών, συνοδεύεται από μηδενικά ανταλλάγματα και εμπλοκή της ΕΑΒΙ. Δικαιολογίες, αρκετές: επειγόμεθα και δεν υπήρχε χρόνος, πάμε για διακρατικές συμφωνίες (G-to-G) και δεν υπάρχουν περιθώρια, δεν μπορείς να διεκδικήσεις από σύμβαση μισθώσεως κ.λπ. Μόνο στο προετοιμαζόμενο πρόγραμμα φρεγάτας αναμένεται να υπάρξει συμμετοχή των ναυπηγείων στο ναυπηγικό σκέλος αυστηρώς και κάποιων ελληνικών εταιρειών σε άγνωστο ακόμη βαθμό, ως προς ένα μέρος των συστημάτων μάχης, ηλεκτρονικών κ.λπ.
Εάν θέλουμε να υποστηρίξουμε σοβαρά ότι μέσω αναθέσεως εξοπλιστικών συμβάσεων ενισχύεται η ΕΑΒΙ, η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι αυτό επιτυγχάνεται όταν ο ξένος ανάδοχος δίνει κατασκευαστικό έργο και πέραν του ελληνικού προγράμματος, για την διεθνή αγορά, ή επιτρέπει την συντήρηση και επισκευή συστημάτων, υποσυστημάτων και συσκευών σε ελληνικές εταιρείες. Δεν είναι αυτό το μοντέλο που εφαρμόζεται τα τελευταία έτη στην χώρα μας.
Οι κυβερνήσεις εξαγγέλουν συνήθως ανάθεση προγραμμάτων υποστηρίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο “διασώζουν” κάποια κρατική εταιρεία, στις εγκαταστάσεις της οποίας εκτελείται το έργο. Αυτό ακριβώς προβλήθηκε ως “ανάγκη” για να ανατεθεί το πρόγραμμα αναβαθμίσεως των Ρ-3 και του προγράμματος εκσυγχρονισμού των F-16 στην ΕΑΒ. Το ερώτημα είναι, μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων, τι θα μείνει στην ΕΑΒ; Ούτε την συντήρηση κάποιων εκ των νέων συστημάτων, υποσυστημάτων και συσκευών, δεν εξασφάλισαν οι αρμόδιοι, ώστε να μην απαιτείται η αποστολή τους στο εξωτερικό.
Μήπως, αντί να “διασώζει” διαρκώς το κράτος τις προβληματικές εταιρείες του δι’ αυτού του τρόπου, δηλαδή με ανάθεση γενναίων συμβάσεων σε ξένους, είναι πιο παραγωγικό και προτιμότερο να αφιερώνει κάποια χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων για την ανάπτυξη προϊόντων από τις ελληνικές εταιρείες; Εάν η ΕΑΒ, επί παραδείγματι, που “διασώζεται” διαρκώς με Ρ-3, τα F-16V και μεθαύριο F-16 Block 50, δεν έχει στο τέλος να παρουσιάσει και να εμπορευθεί δικό της προϊόν, μοιραίως θα παραμένει με περιορισμένο κύκλο εργασιών και χαρτοφυλάκιο. Με μια φράση, ξοδεύουμε χωρίς να παράγουμε πραγματικά τίποτα.
Το βασικό ερώτημα λοιπόν, είναι γιατί η κυβέρνηση που εμφανίζεται με ευχέρεια αφιερώσεως δισεκατομμυρίων για εξοπλιστικά, δεν αφιερώνει κάποια πολύ λιγότερα κεφάλαια για την ανάπτυξη εγχωρίως αμυντικών προϊόντων;
Αυτό μπορεί να γίνει με δύο βασικούς τρόπους:
α) Συμμετοχή σε διεθνή αναπτυξιακά προγράμματα με αφιέρωση πόρων, που θα εξασφαλίζουν όμως συγκεκριμένο μερίδιο στην παραγωγή του τελικού προϊόντος για την διεθνή αγορά.
β) Διαγωνιστικές διαδικασίες αξιολογήσεως προτάσεων από εθνικά σχήματα και ανάθεση αναπτυξιακών προγραμμάτων ετησίως, βάσει καθορισμένου προϋπολογισμού για σκοπούς Έρευνας & Ανάπτυξης.
Τίποτα από αυτά, δεν γίνεται.
Το μόνο που έγινε, ήταν μια αρχή εκμεταλλεύσεως των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών για αμυντικά αναπτυξιακά προγράμματα. Υπάρχουν όμως παρατηρήσεις:
- Πρόκειται για αυτονόητη κίνηση, εφόσον η χώρα συνεισφέρει και αυτή ως μέλος της ΕΕ στον συνολικό προϋπολογισμό εκ του οποίου εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση.
- Το πραγματικό εθνικό μερίδιο χρηματοδοτήσεως είναι πολύ μικρό.
- Απουσιάζουν παντελώς οι κρατικές εταιρείες της ΕΑΒΙ (δείγμα ελλείψεως δραστηριότητος Έρευνας & Ανάπτυξης).
- Δεν υπάρχουν αμιγώς εθνικές πρωτοβουλίες αναπτυξιακών προγραμμάτων που μπορεί να μην έχουν κοινοτικό ενδιαφέρον; Πρέπει αυτές να πνιγούν;
Όλα τα υπόλοιπα, που αφορούν διακρατικές συμφωνίες για προγράμματα εκσυγχρονισμών χωρίς ουσιαστική βιομηχανική συμμετοχή ή δήθεν “εθνικά” όπλα, είναι απλώς δικαιολογίες για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων σκοπών και συμφερόντων. Τέτοια προγράμματα “διασώζουν” για ένα διάστημα μια προβληματική κρατική εταιρεία δίνοντάς της αντικείμενο απασχολήσεως, δεν της αποδίδουν όμως δικό της προϊόν και συνεπώς προοπτική. Τοιουτοτρόπως, η “διασωσμένη” εταιρεία αποκτά αντικείμενο για μερικά χρόνια, μέχρι να περατώσει την παραγωγή και να περιέλθει πάλι στο μηδέν, αναμένοντας νέα “διάσωση” από τον Έλληνα φορολογούμενο.
Τίποτα από τα εμπειρικώς και αποδεδειγμένα αποδοτικά βήματα δεν γίνεται σήμερα, επειδή μεταξύ άλλων δεν υπάρχει ο κατάλληλος κρατικός φορέας που να εποπτεύει συγκεντρωτικά και να συντονίζει κεντρικά την προσπάθεια αναπτύξεως της ΕΑΒΙ, σε συνδυασμό με την κάλυψη επιχειρησιακών απαιτήσεων με εθνική αυτάρκεια. Ο κύριος λόγος όμως, είναι ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση και ενδιαφέρον, επειδή προτάσσονται τα συμφέροντα κυκλωμάτων, αντιπροσώπων και “φίλων”.
Απολογισμός – εξαγγελία στόχων Αμυντικής Βιομηχανίας Τουρκίας (Ωχαδερφέ…)