Δυτικά SHORADS για μονάδες ελιγμού και αντικατάσταση των ελληνικών TOR-M1 και OSA/AK
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Πώς οι νέες απειλές, όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία, επηρεάζουν την αντίληψη περί προωθημένης αντιαεροπορικής προστασίας των περισσότερο εκτεθειμένων μονάδων ελιγμού, που επωμίζονται το βάρος των επιχειρήσεων σε άμυνα και επίθεση; Ενώ κυριαρχεί η δράση των αντιαεροπορικών συστημάτων που προορίζονται για να εξασφαλίζουν άμυνα περιοχής, οι μονάδες των πρόσω εξακολουθούν να υποφέρουν από ποικίλες αεροπορικές απειλές και ανεπάρκεια οργανικών μέσων αυτοπροστασίας. Πώς έχουν ανταποκριθεί μέχρι τώρα οι στρατοί του ΝΑΤΟ σε αυτή την πρόκληση, τί σχεδιάζεται για το προσεχές μέλλον και πως αυτά έχουν σχέση με την ελληνική περίπτωση;
Τον Δεκέμβριο του 2023, ο Στρατός των ΗΠΑ ξεκίνησε την επιχειρησιακή ανάπτυξη μονάδων του συστήματος Αντιαεροπορικής Άμυνας Βραχέως Βεληνεκούς Ελιγμού (M-SHORADS). Το πρόγραμμα αναπτύξεως του M-SHORADS θεωρείται μία από τις κρίσιμες κινήσεις των Αμερικανών για την στρατηγική απόφαση αποκαταστάσεως της ικανότητος προστασίας SHORADS των μονάδων ελιγμού, η οποία λόγω της επί εικοσαετία εμπλοκής σε αντιανταρτικές επιχειρήσεις μετά το 2001, παραμελήθηκε. Πλέον, ο προσανατολισμός στην προετοιμασία αντιμετωπίσεως ισοτίμων αντιπάλων, κατέστησε εμφανή την έλλειψη, που επιδιώκεται να καλυφθεί με ένα εποχούμενο υπό θώρακα σύστημα, που θα επιτρέπει την υποστήριξη – συνοδεία εκ του σύνεγγυς των υπομονάδων των μονάδων ελιγμού.
Το M-SHORADS, που σε αμερικανική υπηρεσία ονομάσθηκε Sergeant Stout, βασίζεται στην πλατφόρμα του τεθωρακισμένου οχήματος M1126 Stryker A1 (8×8) επί του οποίου φέρεται η Επαναδιαμορφούμενη Ολοκληρωμένη Πλατφόρμα Οπλισμού (RIwP) της Leonardo DRS και το Ημισφαιρικό Ραντάρ Πολλαπλών Αποστολών (MHR) της Rada USA. Τον οπλισμό του πύργου συνθέτουν ένας φορέας με 4 αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger, πυροβόλο XM914 των 30 mm της Bushmaster και πολυβόλο M240 των 7,62 mm. Με τα όπλα είναι παραλληλισμένο ηλεκτροπτικό σύστημα MX-GCS, για οπτική αναγνώριση και ιχνηλάτηση στόχων.
Το MHR, αποτελείται από 4 κεραίες ραντάρ τεχνολογίας AESA, που όλες μαζί παρέχουν κάλυψη 360° και διακρίνονται από πολύ αξιόλογες επιδόσεις αποκαλύψεως στόχων αέρος και εδάφους: νάνο UAV στα 5 χλμ., UAV μέσου μεγέθους στα 25, ελικόπτερο στα 23, μαχητικό αεροπλάνο στα 35, μαχητικό χαμηλού RCS στα 20 κ.λπ.
Το Sergeant Stout, αντικαθιστά το M1097 Avenger, που βασιζόταν στο όχημα HMMWV κι έφερε φορτίο 8 βλημάτων Stinger. Καθώς το νέο σύστημα αξιοποιεί το ίδιο όπλο, αυτομάτως αναδεικνύονται οι αυτονόητοι περιορισμοί που επιβάλλουν μελλοντική αναβάθμιση. Επιπλέον, το Avenger φέρει διπλάσιο φόρτο έτοιμων προς εκτόξευση βλημάτων, με αποτέλεσμα ήδη να σχεδιάζεται το αυτό και για το Sergeant Stout. Εν πάση περιπτώσει, η ηλικία του FIM-92 Stinger και οι επιδόσεις μεγίστου βεληνεκούς της τάξεως των 5-6 χλμ. στην καλύτερη περίπτωση, δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια εξελίξεως, με αποτέλεσμα ήδη να σχεδιάζεται μελλοντικός αντικαταστάτης, ο Αναχαιτιστής Βραχέως Βεληνεκούς Επομένης Γενεάς (NGSRI) με προοπτική να τεθεί σε παραγωγή το 2027. Στην πραγματικότητα, το Sergeant Stout, λόγω επιδόσεων εμπίπτει στην κατηγορία των Λίαν Βραχέως Βεληνεκούς (VSHORADS) και η εξέλιξη του NGSRI προφανώς θα το αναβαθμίσει σε κατηγορία SHORADS.
Συνοπτικώς, το Sergeant Stout έχει ανώτερες επιδόσεις αποκαλύψεως απειλών νέου τύπου και προσφέρει ικανότητα VSHORADS και βολής εν κινήσει (shoot on the move) ενώ επιτρέπει την κατά πόδας συνοδεία των μονάδων ελιγμού. Ωστόσο, οι περιορισμένες επιδόσεις των όπλων του, υποβαθμίζουν την επιχειρησιακή αξία του.
Τον Ιούνιο του 2019 η νορβηγική Kongsberg Defence & Aerospace αποκάλυψε το Εθνικό Σύστημα Αντιαεροπορικής Άμυνας Ελιγμού (NOMADS) που ανέπτυσσε από το 2019, όταν ανέλαβε σχετική αναπτυξιακή σύμβαση από την Νορβηγική Υπηρεσία Αμυντικού Υλικού. Η επιχειρησιακή απαίτηση του Νορβηγικού Στρατού, αφορά ένα αυτοκινούμενο σύστημα SHORADS για την κάλυψη σε επίπεδο ταξιαρχίας – τάγματος.
Το NOMADS στηρίζεται στο ερπυστριοφόρο τεθωρακισμένο όχημα ACSV G5 της γερμανικής FFG, επί του οποίου φέρονται 4 βλήματα και ένα ραντάρ 3D τύπου XENTA-M τεχνολογίας AESA της δανέζικης Weibel Scientific, εμβέλειας 50 χλμ. και πλέον. Συμπληρωματικώς, φέρεται τηλεχειριζόμενος σταθεροποιημένος σταθμός οπλισμού (RWS) τύπου Protector RS4 της Kongsberg με βαρύ πολυβόλο 12,7 mm, με ηλεκτροπτικό σύνολο και αποστασιόμετρο λέιζερ. Με αυτό, μπορούν να αντιμετωπιστούν απειλές μικρών drone, όπως και με την προσθήκη ηλεκτρονικού παρεμβολέα, ο οποίος μπορεί να προστεθεί προαιρετικώς.
Η κατασκευάστρια, δέχεται ότι ως πλατφόρμα και σύστημα ραντάρ, μπορεί να χρησιμοποιηθούν οποιεσδήποτε άλλες επιλογές του πελάτη. Παρόμοια είναι η κατάσταση με τα βλήματα. Ενώ το NOMADS αναπτύχθηκε για το βλήμα IRIS-T της γερμανικής Diehl Defence, ο Νορβηγικός Στρατός έχει αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το AIM-9X Block 2 της αμερικανικής Raytheon. Η γερμανική εταιρεία έχει επικεντρώσει την παραγωγή στον παρόντα χρόνο για την κάλυψη των αναγκών της Ουκρανίας, με αποτέλεσμα να υφίσταται θέμα ανταποκρίσεως ενώ η Raytheon έχει αναλάβει υποχρέωση να αυξήσει κατά πολύ την παραγωγή του δικού της βλήματος. Πέραν αυτών, το AIM-9X χρησιμοποιείται ήδη στο σύστημα μέσου βεληνεκούς NASAMS 3, που διαθέτει η Νορβηγία, επομένως εξασφαλίζεται ομοιοτυπία κι ευκολία υποστηρίξεως.
Το NOMADS είναι πλήρως ολοκληρωμένο με το NASAMS, με το οποίο προορίζεται να συνεργάζεται, εφόσον είναι πλήρως διασυνδεδεμένα με ζεύξη δεδομένων Link 16. Το υπάρχον Κέντρο Διανομής Πυρός (FDC) της Kongsberg, αξιοποιείται και για την Διοίκηση & Έλεγχο (C2) του NOMADS.
Στα μειονεκτήματα του NOMADS, αναφέρεται ο σχετικώς μικρός αριθμός έτοιμων προς βολή βλημάτων. Ταχύτερη εξάντληση των έτοιμων βλημάτων, συνεπάγεται δαπάνη χρόνου και αυξημένη έκθεση του συστήματος κατά την διαδικασία επανεφοδιασμού της μονάδος πυρός από τα ειδικά οχήματα. Αυτό ήδη είναι ένα ζήτημα που απασχολεί, δεδομένου ότι και ο Ολλανδικός Στρατός που έχει επιδείξει ενδιαφέρον για προμήθεια 18 μονάδων, έχει σημειώσει το συγκεκριμένο ζήτημα. Θεωρείται ότι η αύξηση των βλημάτων σε 6, είναι εφικτή εξέλιξη. Αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον, είναι ότι το NOMADS σχεδιάστηκε γύρω από ένα βλήμα με βεληνεκές τουλάχιστον 10 χλμ. ενώ το AIM-9X Block 2 θεωρείται ότι υπερέχει. Συνεργαζόμενο με ένα εξελιγμένο ραντάρ όπως η σειρά XENTA M, ουσιαστικώς έχει ικανότητα υποστηρίξεως και βλημάτων μέσου βεληνεκούς.
Το γιατί οι Νορβηγοί, που διαθέτουν ήδη το NASAMS 3 με βλήματα AMRAAM βεληνεκούς 25 χλμ. ζήτησαν κι ένα σύστημα όπως το NOMADS, είναι προφανές: το πρώτο, ως μη αυτοκινούμενο, δεν μπορεί να υποστηρίξει το ίδιο αποτελεσματικά μονάδες ελιγμού και είναι πιο ευάλωτο.
Το NOMADS, έχει το πλεονέκτημα ότι συνδυάζει στην μονάδα πυρός το σύστημα ραντάρ, καθιστώντας την αυτόνομη και με υψηλή τακτική ευκινησία κι επιχειρησιακή ευελιξία. Ως μια ανάλογη προσπάθεια, θα μπορούσε να αναφερθεί το Luftvärnsrobotsystem 98, που αναπτύχθηκε για τον Σουηδικό Στρατό και αφορά ουσιαστικώς τετραπλό εκτοξευτή IRIS-T SLS επί αρθρωτού διπλού ερπυστριοφόρου οχήματος Bv 410, με το πρόσθιο όχημα να φέρει τον οδηγό και τους υπηρέτες του στοιχείου ενώ το ρυμουλκούμενο φέρει τον εκτοξευτή ML-98 της Diehl με 4 βλήματα έτοιμα προς βολή. Η Diehl είχε παρουσιάσει το σύστημα και προσφερόμενο με το πιο εξελιγμένο ραντάρ Giraffe 1X, ενσωματωμένο στο πρόσθιο όχημα αλλά ο Σουηδικός Στρατός επέλεξε την απλούστερη και λιγότερο αυτόνομη λύση της συνοδείας του συστήματος με ραντάρ Underrättelseenhet 23 (Giraffe AMB της Saab) επί φορτηγού οχήματος.
Οι Σουηδοί αποδίδουν στο IRIS-T SLS βεληνεκές 10 χλμ. και υψόμετρο αναχαιτίσεως στόχων 5 χλμ., περιγράφοντας ένα σύστημα SHORADS ικανοποιητικής ευκινησίας, παρόλο που τα δύο αρθρωτά ερπυστριοφόρα έχουν κάποιους περιορισμούς.
Η οικογένεια των χερσαίων εκδόσεων αντιαεροπορικών βλημάτων IRIS-T SL της Diehl, έχει χρησιμοποιηθεί και από την Τουρκία για στρατηγική συνεργασία μέσω της συναναπτύξεως της σειράς HİSAR. Το αρχικό HİSAR-A τέθηκε σε υπηρεσία το 2020 και εμπίπτει ακριβώς στην κατηγορία των συστημάτων SHORADS που προορίζονται για την υποστήριξη μονάδων ελιγμού. Φορέας είναι το τεθωρακισμένο ερπυστριοφόρο ACV-30 που μεταφέρει 4 βλήματα έτοιμα προς βολή και το Κινητό Ραντάρ Ερεύνης μπάντας X, προϊόν συναναπτύξεως με εμπλοκή της Aselsan, συν ηλεκτροπτικό σύνολο για οπτική αναγνώριση και ιχνηλάτηση. Ένα RWS με πολυβόλο 7,62 mm, υφίσταται για σκοπούς άμυνας.
Το ACV-30, πέραν την προστασίας Level 4 STANAG 4569 του σκάφους, έχει το πλεονέκτημα ότι είναι πλήρως αμφίβιο, στοιχείο το οποίο προσδίδει απρόσκοπτη υποστήριξη μονάδων και σχηματισμών κατά την διέλευση μεγάλου υδάτινου κωλύματος.
Η προβολή επιδόσεως βεληνεκούς 15 χλμ. και μέγιστου υψομέτρου εμπλοκής 5 χλμ. αναφέρεται μάλλον στα ακραία όρια υπό ιδανικές συνθήκες και μάλλον θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν η επίδοση βεληνεκούς 10 χλμ. για τακτικούς στόχους, όπως το IRIS-T SLS των Σουηδών, που είναι σύγχρονο του HİSAR-A. Στο βελτιωμένο HİSAR-A+ που δεν άργησε να ακολουθήσει, τουρκικές πηγές αποδίδουν βεληνεκές 15 χλμ. και υψόμετρο εμπλοκής 8 χλμ., χάρη σε βελτιωμένα χαρακτηριστικά βλήματος. Στο HİSAR-O που όμως φέρεται επί φορτηγού οχήματος, η επίδοση βεληνεκούς αναφέρεται σε 25 χλμ. ενώ η Diehl στο IRIS-T SLM αναφέρει βεληνεκές 40 χλμ.
Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος των Δυτικών για SHORADS ικανά να υποστηρίξουν μονάδες ελιγμού, σχετίζεται με την εμπειρία του πολέμου στην Ουκρανία, στον οποίο αποδεικνύεται ότι τεχνολογικώς ισότιμοι αντίπαλοι εκμεταλλεύονται στο έπακρο νέου τύπου εναέρια όπλα χαμηλού κόστους, όπως περιφερόμενα πυρομαχικά και κάθε είδους drone. Αυτονοήτως, τα SHORADS εξασφαλίζουν βελτιωμένη προστασία έναντι της απειλής από επιθετικά ελικόπτερα αλλά και UAV αναγνωρίσεως ή επιθέσεως, που μπορούν να ασκήσουν σοβαρή πίεση στις μονάδες ελιγμού.
Από την άλλη όμως, οι περιορισμοί των SHORADS σε βεληνεκές, δεν καλύπτουν την απειλή μαχητικών αεροπλάνων σε αποστολές Εγγύς Αεροπορικής Υποστηρίξεως, οι οποίες πλέον μπορούν να εκτελεστούν με αυξημένη ακρίβεια και εξ αποστάσεως ασφαλείας χάρη σε νέα όπλα. Πράγματι, με κατευθυνόμενες βόμβες και άλλα πυρομαχικά, ένα αεροπλάνο (ή και οπλισμένο UAV) μπορεί να προσβάλει στόχο με πολύ μεγάλη ακρίβεια, παραμένοντας δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από το Πρόσθιο Όριο Τοποθεσίας και εκτός της ζώνης των SHORADS. Καθώς τέτοιου προφίλ αποστολές προϋποθέτουν πτήση του αεροπορικού φορέα σε μέσα και μεγάλα ύψη, καθίσταται αντιληπτή η αξία αντιαεροπορικών συστημάτων μέσου και μεγάλου βεληνεκούς.
Τέτοιου είδους συστήματα, επειδή προορίζονται να καλύψουν περιοχή και συνήθως υποδομές, δεν διακρίνονται από υψηλή τακτική ευκινησία και είναι είτε σταθερής μορφής αναπτύξεως των μονάδων πυρός, είτε επί φορτηγών οχημάτων. Τα τελευταία, έχουν γνωρίσει ευρεία διάδοση ως επιλογή, λόγω χαμηλότερου κόστους εν σχέσει με τα τεθωρακισμένα οχήματα και ιδίως τα ερπυστριοφόρα αλλά έχουν μεγαλύτερους χρόνους προετοιμασίας – τάξεως σε θέσεις βολής και εναλλαγής θέσεων. Αυτό τα καθιστά πιο ευάλωτα όταν δρουν προωθημένα ενώ ούτως ή άλλως, η στοχοποίησή τους διευκολύνεται από τα σύγχρονα αεροπορικά και άλλα όπλα, αυξημένων επιδόσεων βεληνεκούς.
HİSAR O+ και IRIS-T SLM: ταυτόχρονη ανακοίνωση επίτευξης οροσήμων
Η απαίτηση που διαμορφώνεται πλέον και απευθύνεται από τους επιχειρησιακούς φορείς προς την βιομηχανία, είναι βλήματα εδάφους – αέρος με διαστάσεις μικρού βεληνεκούς αλλά επιδόσεις μέσου βεληνεκούς! Η απαίτηση αποβλέπει στην αύξηση του αριθμού των έτοιμων προς βολή βλημάτων, με ταυτόχρονη επίτευξη ικανότητος αντιμετωπίσεως των σύγχρονων απειλών. Ο στόχος θεωρείται ότι μπορεί να επιτευχθεί μέσω σμικρύνσεως των αισθητήρων και των συστημάτων κατευθύνσεως, εν παραλλήλω με νέους πυραυλωθητές που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ταχύτητα προς αντιμετώπιση υπερηχητικών απειλών αλλά και σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Δημόσια τοποθέτηση, έκανε προσφάτως ο Αμερικανός Ταξίαρχος Φρανκ Λοζάνο, επικεφαλής του Εκτελεστικού Γραφείου Προγράμματος για Πυραύλους και το Διάστημα, ο οποίος μίλησε για ικανότητες ανάλογες του AIM-120D αλλά στο μέγεθος του AIM-9X.
Ο Ελληνικός Στρατός έχει βαθιά γνώση των πλεονεκτημάτων των συστημάτων SHORADS που έχουν σχεδιασθεί με έμφαση στην υποστήριξη μονάδων ελιγμού και χρησιμοποιεί στο Δ΄ Σώμα Στρατού και την ΑΣΔΕΝ. Η μακρά αξιοποίηση των συστημάτων OSA-AK και TOR-M1, του έχει επιτρέψει να απολαμβάνει επιδόσεις και αξιοπιστία σε έναν τομέα με μεγάλη παράδοση των Ρώσων. Τα συστήματα, είναι βεληνεκούς 10 και 12 χλμ. αντιστοίχως, με μέγιστο υψόμετρο εμπλοκής τα 5 χλμ. και βέλτιστη σχεδίαση συνυπάρξεως εκτοξευτών βλημάτων, ραντάρ ερεύνης και ραντάρ εγκλωβισμού επί της μονάδος πυρός, που “δένει” απολύτως με την φύση τεθωρακισμένων και μηχανοκινητήρων σχηματισμών. Εν τούτοις, η νέα διεθνής πραγματικότητα έχει καταστήσει λίαν αμφίβολη την ικανότητα συντηρήσεως – υποστηρίξεως σε βάθος χρόνου και επιτάσσει την έγκαιρη αναζήτηση αντικαταστάτη.
Στην ελληνική περίπτωση, η ιδιαιτερότητα των γεωγραφικών συνθηκών στο Αιγαίο, διευκολύνει τον εχθρό στην από αέρος επιτήρηση των ανεπτυγμένων στις νήσους ελληνικών φρουρών, καθιστά ευχερή εκτίμηση των χώρων αναπτύξεως των μονάδων και ευνοεί την στοχοποίησή τους με μεγαλύτερα περιθώρια ανέσεως από κατευθυνόμενα όπλα, με τους φορείς εκτοξεύσεως, ιδίως τους αεροπορικούς, να παραμένουν σε αποστάσεις ασφαλείας. Οι χώροι, ακόμη και στις κύριες νήσους, είναι συγκεκριμένοι και οριοθετούν τα περιθώρια ελιγμών και κινήσεων των αμυνόμενων. Αυτό σημαίνει ότι ενώ τα VSHORADS και SHORADS διατηρούν την χρησιμότητά τους από κάθε άποψη, απαιτούνται αντιαεροπορικά συστήματα μέσου βεληνεκούς για να κρατούν σε αυξημένο βαθμό δυσκολίας τις αεροπορικές εξόδους του εχθρού σε μέσα και μεγάλα υψόμετρα.
Τα συγκεκριμένα δεδομένα, σημαίνουν ότι τόσο στην Θράκη όσο και στις νήσους του Αιγαίου, οι ελληνικές δυνάμεις πρέπει να λογίζονται ως έχουσες ανάγκη αντιαεροπορικής προστασίας από συστήματα με χαρακτηριστικά ευκινησίας ανάλογα με εκείνα των προοριζομένων για υποστήριξη μονάδων ελιγμού. Οι αμυντικές δυνάμεις στις νήσους, ενεργούν σε αυστηρώς οριοθετημένους χώρους και η υψηλή ευκινησία τους, είναι κρίσιμο ζητούμενο επαυξήσεως της επιβιωσιμότητός τους, έναντι των σύγχρονων απειλών. Σταθερής αναπτύξεως μονάδες πυρός όπως του συστήματος Improved HAWK αλλά και κινούμενες μονάδες τυπικής διαμορφώσεως επί φορτηγών οχημάτων, αρκετά διαδεδομένες στην διεθνή αγορά, υστερούν σοβαρά σε αυτό τον τομέα.
Μιλώντας για αντιαεροπορικούς θόλους, είναι μάλλον σαφές ότι μια προωθημένη γραμμή συστημάτων, πρέπει να διακρίνεται από υψηλή τακτική ευκινησία και επιδόσεις τουλάχιστον μέσου βεληνεκούς. Τα συστήματα μεγάλου βεληνεκούς που προορίζονται για άμυνα περιοχής, μπορούν να προωθηθούν βεβαίως αλλά επί νήσων, καθίστανται πολύ ευάλωτα.
Καταλληλότερες λύσεις για την κατηγορία μέσου βεληνεκούς, κρίνονται τα υψηλής τακτικής ευκινησίας και υψηλών επιδόσεων συστήματα ρωσικής προελεύσεως, όπως το Pantsir, που μάλιστα προσφέρονται τόσο επί τροχοφόρων όσο και σε ερπυστριοφόρα οχήματα. Εν τούτοις, αντίστοιχα συστήματα στο ΝΑΤΟ δεν υφίστανται. Τα προαναφερθέντα δυτικά, που έχουν εμφανισθεί προ μερικών ετών μόνο, σηματοδοτούν μία αρχή αλλά αναμένεται τα επόμενα έτη να αναπτυχθούν ικανότερα και αυξημένων επιδόσεων ανάλογα. Δεδομένου ότι οι ελληνικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, σε μονάδες συστημάτων και φόρτους βλημάτων είναι μεγάλες, ορθολογική επιλογή είναι να επιδιωχθεί η συμμετοχή της χώρας σε κάποιο πρόγραμμα συναναπτύξεως.
Η Ελλάδα στην European Sky Shield και η δυναμική του IRIS-T SL