Α/ΓΕΕΘΑ: Μονόδρομος το F-35 για την Ελλάδα
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Στην πρώτη συνάντηση του Α/ΓΕΕΘΑ Πτεράρχου (Ι) Χρήστου Χριστοδούλου με τους διαπιστευμένους δημοσιογράφους, έγινε ενημέρωση επί των εξελίξεων στον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, τους στόχους του ΓΕΕΘΑ και τα ευρισκόμενa σε εξέλιξη εξοπλιστικά προγράμματα.
Με τον “θόρυβο” που έχει γίνει το τελευταίο διάστημα γύρω από το F-35, ο Α/ΓΕΕΘΑ αναφέρθηκε στο εκδηλωθέν ελληνικό ενδιαφέρον. Όπως αναφέραμε προσφάτως, βρίσκεται σε ισχύ η LOR που απηύθυνε η ελληνική πλευρά στις 7 Φεβρουαρίου 2017 προς τις αμερικανικές υπηρεσίες, για παροχή στοιχείων Τιμής και Διαθεσιμότητος. Ο Α/ΓΕΕΘΑ σημείωσε ότι το ελληνικό “πρόγραμμα” εξελίσσεται “δυναμικά” και ότι το F-35 είναι “μονόδρομος”, επειδή αυτή την στιγμή δεν υφίσταται άλλο μαχητικό 5ης γενεάς.
Διευκρινίσθηκε ότι έχει ανατεθεί ήδη στην Lockheed Martin σύμβαση για την κατάρτιση σχετικής μελέτης η οποία αφορά την ενσωμάτωση του F-35 στις ελληνικές αμυντικές δομές, προκειμένου αυτό, χάρη στις εξελιγμένες ικανότητες σύντηξης δεδομένων και πληροφοριών, να ολοκληρωθεί με το υπόλοιπο σύστημα αεράμυνας ή για την ακρίβεια, το σύστημα αεράμυνας να αναβαθμισθεί συνολικώς και να προσαρμοσθεί γύρω από το F-35. Δεν πρόκειται για υπερβολή, δεδομένου ότι οι δυνατότητες που προσφέρει το αεροσκάφος κρίνονται ως μοναδικές και δεν έχουν γίνει αντιληπτές ευρύτερα, καθώς η κοινή γνώμη εστιάζει συνήθως μόνο στα πλεονεκτήματα που απορρέουν από τα χαρακτηριστικά stealth του αεροσκάφους.
Ο Πτέραρχος Χριστοδούλου είπε ότι η σχετική σύμβαση ύψους 3 εκατ. $ είναι διετούς διαρκείας και πρόκειται να ολοκληρωθεί εντός του 2019. Η μελέτη θα περιλαμβάνει ενδεικτικά κόστη για την προμήθεια μίας Μοίρας F-35, δυνάμεως 20-30 αεροσκαφών. Ωστόσο, ο Α/ΓΕΕΘΑ σημείωσε ότι είναι λάθος να εστιάζει κανείς στο κόστος αυτό καθ’ αυτό του αεροσκάφους, επειδή οι αλλαγές στις υποδομές και το σύστημα υποστηρίξεως είναι τόσο μεγάλες που απαιτούν επιπλέον επενδύσεις σημαντικού ύψους.
Συνοψίζοντας, η Ελλάδα αποτελεί περίπου παγκόσμια παραφωνία στις αποφάσεις επιλογής κύριων οπλικών συστημάτων όπως το νέο μαχητικό αεροσκάφος, δεδομένου ότι άποψη εμφανίζεται να εκφράζει μόνο το ΓΕΑ, με παντελή απουσία άλλων κρατικών οργάνων και φυσικά της κυβερνήσεως. Διεθνώς, ακόμη και για σκοπούς στοιχειώδους δημιουργίας ανταγωνισμού, ανακοινώνονται διαγωνιστικές διαδικασίες, στις οποίες πέραν των επιχειρησιακών κριτηρίων συνεκτιμώνται οικονομικά και βιομηχανικά κριτήρια, με σκοπό η χώρα να αποκομίσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη σε πολιτικό, βιομηχανικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Η Ελλάδα, αφού “κατάφερε” να μην ενταχθεί στο πρόγραμμα JSF ώστε να εξασφαλίσει μερίδιο βιομηχανικής συμμετοχής, εμφανίζεται τώρα να σπεύδει στην προμήθεια του F-35, με ανύπαρκτες φυσικά πιθανότητες εξασφαλίσεως ικανοποιητικής εμπλοκής της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας (ΕΑΒΙ) στο διεθνές πρόγραμμα παραγωγής. Ποιος είχε πρωτοστατήσει εκείνη την εποχή στην απόρριψη της προτάσεως της Lockheed Martin, με το επιχείρημα ότι συμμετοχή της ΕΑΒ στο πρόγραμμα θα δέσμευε την Πολεμική Αεροπορία στην προμήθεια του F-35; Αυτός που τώρα σπεύδει: το ΓΕΑ.
Η Ελλάδα ετοιμάζεται για μια μείζονα επένδυση της τάξεως των 4 δισ. ευρώ, χωρίς καμμία επεξεργασία από πλευράς κυβερνήσεως. Η κατάσταση υπογραμμίζει την κυβερνητική αδιαφορία και την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού ως προς την επιδίωξη αναβαθμίσεως της τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσεως της χώρας, μέσω εμπλοκής της ΕΑΒΙ σε πολυεθνικά αναπτυξιακά προγράμματα οπλικών συστημάτων. Το ΥΠΕΘΑ διά της ΓΔΑΕΕ αδιαφορεί για τέτοιου είδους επενδύσεις, εστιάζοντας στην καταγραφή επιχειρησιακών απαιτήσεων ενώ παραδοσιακώς τα οικονομικά επιτελεία αδιαφορούν για ο,τιδήποτε σχετίζεται με εξοπλιστικά προγράμματα ακόμη και αν μέσω αυτών εξασφαλίζεται εθνική συμμετοχή και οικονομικές ροές συναλλάγματος.
Η ίδρυση Υφυπουργείου Αμυντικής Βιομηχανίας με αναπτυξιακό πρόσημο χαρακτήρος, ώστε οι αμυντικές δαπάνες να λαμβάνουν ουσιαστικό χαρακτήρα επενδύσεων, είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε.