Στρατιωτικοποίηση: Οι “εξετάσεις” που πρέπει να δώσει η Αθήνα
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Η στρατιωτική κατάσταση στην Λιβύη, δείχνει ότι ο LNA του στρατάρχη Χαφτάρ δεν είναι σε θέση ακόμη να πετύχει αποφασιστικό αποτέλεσμα στην Τρίπολη. Οι διορίες που δίνονται στους αντιπάλους για να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, αυτό δείχνουν. Είναι ζήτημα εάν για την εκπόρθηση της πόλεως οι διαθέσιμες δυνάμεις υπερβαίνουν τους 1.000 άνδρες, οι οποίοι στερούνται μάζας πυρός ώστε να επιβληθούν στο πεδίο ενώ είναι και ανεπαρκείς για την κατάληψη κι έλεγχο μιας πόλεως του ενός εκατομμυρίου κατοίκων.
Οι περίφημοι μισθοφόροι που ενισχύουν τις τάξεις του LNA, είναι κατά βάση αμφιβόλου αξίας Σουδανοί και κάποιες εκατοντάδες Ρώσοι, οι οποίοι όμως δεν απολαμβάνουν υποστηρίξεως πυροβολικού και αεροπορίας για να καταβάλουν τον αντίπαλο με επίμονες επιθέσεις ακριβείας, που θα τον παραλύσουν. Την αραιή εναέρια υποστήριξη ενισχύουν ορισμένα οπλισμένα UAV.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, είναι σαφές ότι οργανωμένη δύναμη μηχανοκινήτου τάγματος πεζικού και μόνο, είναι σε θέση να ανατρέψει την κατάσταση και προφανώς αυτή είναι η “βαθιά” σκέψη πίσω από την στρατιωτική συμφωνία που υπέγραψε η Τουρκία με τον Σαράτζ. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Τυνησία σήμερα, μπορεί να ανακοινώθηκε επισήμως ότι αφορά συζητήσεις για διαμεσολάβηση ώστε να επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός (και να διασωθεί ο Σαράτζ) μπορεί όμως να διερευνήθηκε και η περίπτωση συμφωνίας για μεταφορά τουρκικών δυνάμεων προκειμένου να εισέλθουν στην Λιβύη από την “πίσω πόρτα”, τα δυτικά σύνορά της με την Τυνησία. Ο λιμένας και το αεροδρόμιο Τριπόλεως, βρίσκονται εντός του βεληνεκούς πυροβολικού και αντιαεροπορικών συστημάτων μικρού βεληνεκούς του LNA, καθιστώντας προβληματική μια απόπειρα απευθείας μεταφοράς τουρκικών δυνάμεων εκεί.
Μια επιτυχής μεσολάβηση, μπορεί να διασώσει τον Σαράτζ και σε συνθήκες εκεχειρίας, να έχει την ευκαιρία η Τουρκία να μεταφέρει δυνάμεις, στο πλαίσιο διεθνούς ή μη “ειρηνευτικής δυνάμεως”, ώστε η Άγκυρα να έχει λόγο στην διαμόρφωση της “επόμενης ημέρας” στην χώρα. Επιδίωξη είναι να διασωθούν οι συμφωνίες που αφορούν την “κοινή” ΑΟΖ εις βάρος της Ελλάδος.
Η στρατιωτική επιλογή, αποτελεί σταθερά στις πολιτικές της Τουρκίας εις βάρος του Ελληνισμού και των σημερινών εθνικών επιδιώξεων εκμεταλλεύσεως του υποθαλασσίου πλούτου στις ΑΟΖ Ελλάδος και Κύπρου. Η στρατιωτικοποίηση όλων των ζητημάτων που παρατηρείται τα τελευταία έτη, συνοδεύει πλέον τις τουρκικές επιλογές σε διπλωματικό επίπεδο, επειδή βλέπει ότι η ένοπλη απειλή της, αποφέρει αποτελέσματα. Είτε η Ελλάδα και η Κύπρος υποχωρούν, είτε οι διεθνείς παίκτες που αποφασίζουν να συνεργασθούν με αυτές για το ενεργειακό παιχνίδι, εκφοβίζονται και αναδιπλώνονται, εγκαταλείποντας αυτόν που αναδεικνύεται σε “αδύναμο κρίκο”.
Η στρατιωτικοποίηση, απορρέει από την σταθερή ενίσχυση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων που προωθείται με συνέπεια, σε αντίθεση με την Ελλάδα και Κύπρο που με πρόσχημα περισσότερο την οικονομική κρίση, εγκατέλειψαν την αμυντική προπαρασκευή τους κι εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στις ΗΠΑ. Όμως η στρατιωτικοποίηση στην εξωτερική πολιτική, δεν αντιμετωπίζεται με εξευμενισμό.
Το εφεύρημα της “Γαλάζιας Πατρίδας” του Ερντογάν, ομοιάζει με αυθαίρετες απόπειρες άλλων χωρών κατά το παρελθόν, να θεωρήσουν “χωρικά ύδατα” τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις μακράν των ακτών τους. Στην δεκαετία του 1980, το καθεστώς Καντάφι υποστήριζε ότι τα χωρικά ύδατα της Λιβύης δεν εξετείνοντο στα 12 ν.μ. από τις ακτές αλλά ότι όλος ο Κόλπος της Σύρτεως, από το ανατολικό μέχρι το δυτικό άκρο του, αποτελούσε εθνικά χωρικά ύδατα! Η αντίδραση των ΗΠΑ, που συνέχισε να στέλνει Ομάδες Αεροπλανοφόρων και η στρατιωτική αντιμετώπιση οποιαδήποτε στρατιωτικής κινήσεως της Λιβύης, διέλυσε το όραμα του Καντάφι.
Αντίστοιχη πρέπει να είναι η στάση στην αυθαίρετη θέση της Τουρκίας για την Ανατολική Μεσόγειο. Η Κύπρος, χωρίς αποτρεπτική ισχύ λόγω ελλιπούς στρατιωτικού ισοζυγίου, δεν μπόρεσε να αποτρέψει την παρουσία στην ΑΟΖ της (με αμφιβόλου αποτελέσματος δραστηριοποίηση) τουρκικών ερευνητικών πλοίων, υπό την συνοδεία πολεμικών μονάδων.
Η Ελλάδα, που έχει υπολογίσιμη στρατιωτική ισχύ, προσπαθεί να ενισχύσει το αποτρεπτικό της μήνυμα αλλά η εμπειρία του παρελθόντος που έχει αποκομίσει η Τουρκία, δείχνει ότι απέναντι σε ισχυρή στρατιωτική αντίδραση, υποχωρεί. Συνεπώς, η τουρκική απειλή περί της αποστολής ερευνητικού σκάφους σε περιοχή που η Αθήνα θεωρεί ότι ανήκει στην υφαλοκρηπίδα της, είναι το πιθανότερο ενδεχόμενο.
Η Αθήνα πίστεψε παραπλανητικές διαβεβαιώσεις από την Λιβύη και αιφνιδιάσθηκε από τις συμφωνίες που υπέγραψε ο Σαράτζ με την Τουρκία. Αντί να προλάβει τις εξελίξεις, επιδιώκοντας στοιχειώδη ανάμειξη με μυστικές υπηρεσίες ή “αντιπροσώπους” στο έδαφος της χώρας αυτής, προκειμένου να διευκολυνθεί η απομάκρυνση του εχθρικού προς αυτήν σχήματος Σαράτζ, αναμένει τώρα την “μπάλα” να έλθει στο γήπεδό της… Όπου, δεν μπορεί να στρουθοκαμηλίζει και να εφαρμόζει την ίδια τακτική, “σφυρίζοντας διπλωματικώς αδιάφορα”.
Αλλαγή “πίστας”
Ελλάδα και Κύπρος, δεν έχουν άλλη επιλογή, από την στρατιωτικοποίηση, όπως ακριβώς πράττει η Τουρκία χωρίς κόστος. Ακόμη και αν ο Σαράτζ εξαφανισθεί και η Λιβύη αποκηρύξει τις συμφωνίες με την Άγκυρα, ο Ερντογάν θα εξακολουθήσει να διατυμπανίζει ότι η θαλάσσια περιοχή μεταξύ Δωδεκανήσου – Κύπρου είναι “δική του”. Απώτερη τουρκική επιδίωξη είναι να δηλώσει ότι απαγορεύει οποιαδήποτε υποθαλάσσια δραστηριότητα στην συγκεκριμένη περιοχή, προκειμένου να εμποδίσει τις εργασίες για τον EAST MED που πρόκειται να υπογράψουν Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ στις 2 Ιανουαρίου 2020.
Εφόσον ο EAST MED αποτελεί επιλογή της ενεργειακής στρατηγικής της ΕΕ και σε αυτήν εμπλέκονται συνεργατικώς Ισραήλ και Αίγυπτος, η προφανής επιλογή για τον Ελληνισμό είναι μία διεθνής συμφωνία συγκροτήσεως πολυεθνικής αεροναυτικής δυνάμεως, η οποία θα “περιφρουρεί” την επίμαχη θαλάσσια περιοχή και θα αποτρέπει την οποιαδήποτε ενοχλητική τουρκική παρουσία. Αυτή είναι η νέα “πίστα”, στην οποία πρέπει να ανεβεί η Ελλάδα.
Από την ΕΕ, η Γαλλία δείχνει στην παρούσα συγκυρία να αποτελεί την μόνη χώρα που δεν επιθυμεί να συμβιβασθεί με τις αυθαιρεσίες της Τουρκίας. Λογικώς, η συμμετοχή σε μια τέτοια πολυεθνική δύναμη, μπορεί να έχει και ηγετικό χαρακτήρα.
Η Ιταλία, ως άμεσα εμπλεκομένη σε όλο το φάσμα ερευνητικών δραστηριοτήτων στην περιοχή και ως απόληξη του EAST MED, θα έχει επίσης συμφέρον να συμμετέχει.
Για το Ισραήλ, ο EAST MED έχει ζωτική σημασία και η αποστολή της ασφάλειάς του, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί.
Αντιστοίχως για την Αίγυπτο, η συνεργασία με Ελλάδα, Κύπρο, ΕΕ και Ισραήλ, ενισχύει την θέση της ως ρυθμιστικού παράγοντος στην περιοχή. Ειδικώς ως προς την Τουρκία, αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει την ηγέτιδα δύναμη στον Αραβικό κόσμο.
Μια τέτοια πολυεθνική αεροναυτική δύναμη που θα περιπολεί στην Ανατολική Μεσόγειο, μπορεί να απαγορεύσει την τουρκική αρπακτική ανάμειξη που αποσταθεροποιεί την περιοχή, απειλώντας την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ και συνεργατών της. Αυτός όμως από τον οποίο εξαρτάται η διαμόρφωση του πλαισίου για κάτι τέτοιο, είναι η Ελλάδα. Από την δυναμική στάση της Αθήνας έναντι μιας τουρκικής προκλήσεως στο “γήπεδό της”, δηλαδή μεταξύ Ρόδου – Καστελόριζου, εξαρτώνται τα πάντα για το μέλλον. Η Αθήνα δεν θα δώσει “εξετάσεις” μόνο στην Τουρκία αλλά πρωτίστως στον εαυτό της και σε όλους τους παίκτες της περιοχής με τους οποίους συνεργάζεται. Οι οποίοι ή θα την εγκαταλείψουν ή θα συνεχίσουν την συνεργασία.