Η γερμανική πρόταση και η “επένδυση που δεν θέλουν στην Ελλάδα”
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Οι εξελίξεις στην αμυντική βιομηχανία των χωρών της Δύσης, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, είναι ραγδαίες. Η διαπίστωση της ανεπαρκούς δυναμικότητος παραγωγής (capacity) προς κάλυψη επειγουσών αναγκών ακόμη και σε πυρομαχικά, προκάλεσε έναν κλονισμό και επιδιώκεται η ενεργοποίηση της αμυντικής βιομηχανίας ώστε να βελτιωθούν οι ρυθμοί παραγωγής. Αν και σε μεγάλο βαθμό υπάρχει ανακολουθία δηλώσεων και πράξεων από πλευράς κυβερνήσεων, εκεί όπου εταιρείες του χώρου έχουν την επιφάνεια, αναλαμβάνονται εγκαίρως πρωτοβουλίες για προετοιμασία ώστε να υπάρχει καλύτερη ικανότητα ανταποκρίσεως στον αυξημένο όγκο παραγγελιών που έχουν αρχίσει να ανατίθενται σε έναν βαθμό αλλά και αναμένονται.
Στην Ευρώπη, έχει καταστεί σαφές ότι ιδίως στον χώρο των χερσαίων συστημάτων, η επικράτηση των γερμανικών οίκων είναι αναμφισβήτητη. Παρά τις καθαρά πολιτικής φύσεως επιλογές χωρών όπως η Πολωνία, που οδήγησαν την κατεύθυνση συμβάσεων προς ΗΠΑ και έδωσαν την ευκαιρία δυναμικής εισόδου της Νοτίου Κορέας, η πρόσφατη επιλογή της Νορβηγίας να επιλέξει το Leopard 2A7 έναντι του ανταγωνιστικού K2 Black Panther, δείχνει ότι δεν θα διαταραχθεί ιδιαιτέρως η “ισορροπία”.
Η περίπτωση της Νορβηγίας είναι χαρακτηριστική. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός κάλεσε τον Γερμανό καγκελάριο για να τον ενημερώσει περί της αποφάσεως. Επισήμως δε, o υπουργός Αμύνης απέδωσε την επιλογή στην αυξημένη σημασία που έχει αποκτήσει η στενή αμυντική συνεργασία μεταξύ Ευρωπαϊκών χωρών, εξαιτίας της υφισταμένης καταστάσεως ασφαλείας. Ο ίδιος, σημείωσε ότι η επιλογή απέβλεπε σε τυποποίηση με το οπλοστάσιο των γειτονικών και συμμαχικών της χωρών. Εάν αυτά αποδίδουν την πολιτική σημασία, οι πληροφορίες που ανέφεραν ότι οι Κορεάτες προσέφεραν σε πάρα πολύ ανταγωνιστική τιμή το άρμα τους (περίπου στο ήμισυ) δείχνουν ότι οι Νορβηγοί αψήφισαν τα οικονομικά, εμπρός στο πολύ μεγαλύτερο πολιτικό όφελος.
Η γερμανική κυβέρνηση από την πλευρά της, παρά την αρχική ανακοίνωση του σχεδίου αφιερώσεως 100 δισ. € για την Άμυνα, δεν έχει αναθέσει ακόμη μεγάλες συμβάσεις. Στην Γερμανία διακινούνται πληροφορίες ότι η προσεκτικότερη εξέταση των πραγμάτων και αξιολόγηση των εξελίξεων και των προοπτικών, οδηγεί σε εκτιμήσεις για σκέψεις επενδύσεων σε εξοπλισμούς πολύ μεγαλύτερης κλίμακος, ακόμη και της τάξεως των 300 δισ. €, προκειμένου να κερδηθεί το χαμένο έδαφος, να δημιουργηθούν προϋποθέσεις επαυξήσεως παραγωγικής ικανότητος και να γίνουν επιλογές στρατηγικής σημασίας.
Στο πλαίσιο αυτό, αν και προχώρησαν ταχύτερα αποφάσεις όπως η προμήθεια αμερικανικών μαχητικών F-35, οι διαδικασίες για αναθέσεις συμβάσεων στις γερμανικές εταιρείες επανεξετάζονται. Αξιόπιστες πληροφορίες αναφέρουν ότι το Βερολίνο προσανατολίζεται στην τοποθέτηση μίας τεράστιας παραγγελίας για 500 άρματα Leopard 2A7, με δικαίωμα προαιρέσεως για επιπλέον 200! Πιθανώς έγινε μάθημα η ικανότητα της Νοτίου Κορέας να ανταποκριθεί άμεσα σε αιτήματα αγοραστών που επείγοντο και ζητούσαν παραχώρηση αριθμών αρμάτων μάχης και αυτοκινούμενων πυροβόλων ως “ενδιάμεση λύση”.
Ο τομέας των αρμάτων και τεθωρακισμένων εν γένει, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, επειδή υφίσταται σοβαρή βιομηχανική βάση από την παρελθούσα συνεργασία με τους Γερμανούς στο πλαίσιο της προμήθειας των αρμάτων Leopard 2 HEL. Tους τελευταίους αρκετούς μήνες που η KMW προετοιμάζεται για την νέα εποχή που φαίνεται να ανοίγει στις πωλήσεις του άρματός της, υπάρχουν σοβαρές συζητήσεις για τις ελληνικές εταιρείες και τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν.
Τόσο η KMW όσο και η Rheinmetall, δικαιολογημένα μπορούν να αισθάνονται δικαιωμένες από την πρόθεσή τους να έλθουν σε συνεννόηση με την Ελλάδα ώστε να διευθετήσουν εκκρεμότητες παλαιών προμηθειών, σε συνδυασμό με μία μεγάλη κοινή επένδυση. Η βιομηχανική μονάδα που προτείνεται να δημιουργηθεί, προβλέπεται να έχει μορφή “One Stop Shop”, υπό την έννοια ότι σε πρώτη φάση θα λειτουργεί ως γραμμή παραγωγής τεθωρακισμένων KF41 Lynx και αρμάτων μάχης Leopard 2, με προοπτική μελλοντικής εξελίξεως σε “Mega Factory”, που θα καλύπτει πάσης φύσεως τροχαίο υλικό.
Ενώ όμως πρόκειται για μία σοβαρότατη επενδυτική πρόταση, οι εξελίξεις είναι αργές, οδηγώντας στο μεταξύ τις γερμανικές εταιρείες να αποφασίσουν την συνέχιση της δικαστικής διαδικασίας καθώς η αντιμετώπιση από ελληνικής πλευράς προκαλεί αμφιβολίες. Είναι πράγματι αξιέπαινη η δραστηριότητα και το προσωπικό ενδιαφέρον που επιδεικνύει ο πρωθυπουργός για προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην χώρα. Είναι παράδοξο όμως ότι ενώ υπάρχουν διαρκώς επαφές με επενδυτικά σχήματα για φάσμα προτάσεων και εγκαταστάσεως μονάδων στην χώρα (κάποιες από αυτές εμφανώς υπερεκτιμημένες για λόγους σκοπιμότητος) η πολύ σημαντική πρόταση των γερμανικών κολοσσών για κάτι πολύ συγκεκριμένο, βιομηχανική μονάδα στην Βόρεια Ελλάδα, δείχνει να… “αναμένει στο ακουστικό της”.
Ενδιαφέρον είναι ότι την περίοδο αυτή εμφανίζεται αρθρογραφία σε ελληνικά μέσα που εμφανώς αποβλέπει στην παραπλάνηση και λειτουργεί δυσφημιστικώς για τους Γερμανούς. Σε αυτήν, υπενθυμίζονται διαρκώς εκκρεμότητες του παρελθόντος με τις γερμανικές εταιρείες, αποσιωπώντας ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται σε συνεννόηση για συνολική λύση ενώ η κυβέρνηση και ο ΥΕΘΑ εμφανίζονται να μην… ακούνε εισηγήσεις οργάνων που παρουσιάζονται να έχουν κάνει όλους τους σωστούς χειρισμούς προασπιζόμενα το δημόσιο συμφέρον. Η επιχείρηση “αγιοποιήσεως” υπηρεσιακών παραγόντων και ταυτόχρονης δαιμονοποιήσεως Γερμανών, που αφήνει έκθετη δήθεν την κυβέρνηση, δεν αποτελεί παρά “επίδειξη δύναμης” της παλαιάς καταστάσεως ανθρωπογεωγραφίας που υπήρχε στην χώρα από πλευράς συνεργατών, την οποία όμως έχουν διαγράψει οριστικώς πλέον οι γερμανικές εταιρείες λόγω του γνωστού κακού παρελθόντος που τις εξέθεσε. Η ανησυχία των κύκλων αυτών είναι προφανής. Χάνουν συμβάσεις που θεωρούσαν “δικές τους”. Οριστική επίλυση των εκκρεμοτήτων, θέτει αμετάκλητα στο περιθώριο την παλαιά κατάσταση και τα κυκλώματά της.
Εάν η κυβέρνηση είχε κινηθεί πιο αποφασιστικά, η γερμανική κοινή επένδυση θα βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη, η χώρα θα είχε ενταχθεί δεσμευτικώς στον πυρήνα των εξελίξεων της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας ενώ ο πρωθυπουργός θα αποκτούσε περιθώριο προσελκύσεως στρατηγικού επενδυτή και για τα ΕΑΣ, πετυχαίνοντας και άλλη μεγάλη επένδυση, ανάλογη με την προωθούμενη στην ΕΑΒ. Είναι απογοητευτικό ότι η άκρως επιτυχής συνεργασία των Γερμανών με ελληνικές εταιρείες στο πλαίσιο του προγράμματος Leopard 2, δεν φαίνεται να έχει διδάξει τίποτα στους αρμοδίους ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν τα ωφέλη για τις Ένοπλες Δυνάμεις και την χώρα, πέραν των προοπτικών για εκατοντάδες θέσεις εργασίας σε ειδικότητες τεχνικών, μηχανικούς, μηχανολόγους μηχανικούς, βιομηχανικούς σχεδιαστές κ.λπ. δηλαδή για “καλές δουλειές”, όπως είναι το εύληπτο σύνθημα της κυβέρνησης. Ούτε καν οι επικείμενες εκλογές και η παρουσίαση μιας τέτοιας μεγάλης επιτυχίας στην αναβάθμιση της ασθενούς βιομηχανικής βάσης της χώρας, δεν λειτούργησαν ως κίνητρο για την κυβέρνηση. Πρόκειται δίχως άλλο για την μοναδική “επένδυση που δεν θέλουν στην Ελλάδα”…