FREMM: Ουσία αντί μεγαλομανίας
Από Ειδικός Συνεργάτης
Η είδηση για το ενδεχόμενο απόκτησης δύο γαλλικών φρεγατών τύπου FREMM από το ΠΝ με καθεστώς μίσθωσης, πυροδότησε κύμα ενθουσιασμού και πληθώρα δημοσιευμάτων στο ελληνικό Τύπο. Πριν όμως βιαστούμε να θριαμβολογήσουμε για την απόκτηση των νέων “Υπερόπλων” που θα αντιμετωπίσουν την τουρκική απειλή, κρίνεται σκόπιμο να δούμε τα πράγματα με μια πιο ψύχραιμη και υπολογιστική ματιά, όπως ακριβώς πρέπει να γίνεται για όλα τα θέματα άμυνας και εξοπλισμών.
Όπως είχε αναλυθεί και στο σχετικό άρθρο του ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ALMANAC 2016-2017 για τις εξοπλιστικές ανάγκες του ΠΝ, η κάθε πρόταση θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις πραγματικές επιχειρησιακές απαιτήσεις. Αυτές προκύπτουν από το ποιος είναι ο εχθρός και ο καλύτερος τρόπος να τον αντιμετωπίσουμε καθώς και ποιο είναι το Θέατρο Επιχειρήσεων. Με βάση λοιπόν την επιχειρησιακή απαίτηση προκύπτουν οι προδιαγραφές των εξοπλιστικών και όχι το αντίστροφο.
Στο συγκεκριμένο θέμα των δύο FREMM, πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι πρόκειται για πλοία το οποία βρίσκονται ήδη σε υπηρεσία με το Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό και επομένως έχουν κατασκευαστεί για να εξυπηρετούν τις ανάγκες αυτού. Οι ανάγκες αυτές δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με αυτές του ΠΝ καθόσον δεν υπάρχει πλήρης ταύτιση του αντιπάλου αλλά ούτε και του χώρου επιχειρήσεων. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι ας δούμε τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά αυτών των πλοίων.
Οι φρεγάτες FREMM έχουν κυρίως ανθυποβρυχιακό ρόλο με αυξημένες αντίστοιχες δυνατότητες, γεγονός το οποίο δεν αποτελεί κρίσιμη απαίτηση πέραν των συνηθισμένων δυνατοτήτων για τις φρεγάτες του ΠΝ, όπως έχει αναλυθεί διεξοδικά στο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ALMANAC 2016-2017. Λόγω βέβαια του μεγάλου εκτοπίσματός τους (6.000 τόννοι) η ύπαρξη προηγμένων ανθυποβρυχιακών συστημάτων δεν αποβαίνει εις βάρος των λοιπών ρόλων και φαίνεται να είναι περισσότερο μια “Nice to have” δυνατότητα.
Αυτό που προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη σε μία μεγάλη μονάδα κρούσης του ΠΝ, είναι η ισχυρή Αντιαεροπορική άμυνα, η δυνατότητα προσβολής στόχων επιφανείας σε μεγάλες αποστάσεις και οι αυξημένες δυνατότητες C3. Στην περίπτωση των FREMM, οι δυνατότητες C3 είναι σύγχρονες και καλύπτουν τις ανάγκες όπως και οι δυνατότητες προσβολής στόχων επιφανείας με το κατευθυνόμενα βλήματα EXOCET MM40 BLOCK III. Το μεγάλο θέμα είναι η Αντιαεροπορική άμυνα.
Το ραντάρ HERKULES είναι αυτό που κάνει να ξεχωρίζουν τα συγκεκριμένα πλοία σε σχέση με ό,τι αντίστοιχο υπάρχει σήμερα στο ΠΝ αλλά και στον αντίπαλο. Η τεχνολογία κεραίας Phased Array με δυνατότητα εμπλοκής ταυτόχρονα μέχρι και 16 στόχων (υπό προϋποθέσεις) αποτελεί από μόνη της τεράστια ποιοτική αναβάθμιση των Α/Α δυνατοτήτων του ΠΝ. Το ερώτημα είναι αν θα διατεθούν κατευθυνόμενα βλήματα ASTER 15 ή ASTER 30. Οι ASTER 15 παρουσιάζουν σαφώς ανώτερες επιδόσεις σε σχέση με το ESSM των φρεγατών MEKO (δεν χρειάζεται καν να αναφέρουμε τους NSS των φρεγατών “S”) όμως δεν είναι σίγουρο ότι μπορούν να καλύψουν επαρκώς τις σύγχρονες ανάγκες Α/Α άμυνας των μεγάλων μονάδων του ΠΝ. Στο πολύ σημαντικό αυτό θέμα, η διάθεση του ASTER 30 φαίνεται να είναι μονόδρομος.
Άλλο σημαντικό ζήτημα είναι η διάθεση βλημάτων SCALP NAVAL. Ποιο θα είναι όμως το πραγματικό όφελος από τη απόκτηση ενός τέτοιου συστήματος; Ανταποκρίνεται σε επιτακτική ανάγκη του ΠΝ ώστε να δικαιολογεί την δαπάνη απόκτησης και συντήρησής του; Η αποστολή του ΠΝ είναι να εξασφαλίσει την εθνική κυριαρχία στο Αιγαίο κυρίως μέσα από την καταστροφή του αντιπάλου στόλου ή την απαγόρευση δράσης του. Σε περίπτωση σύρραξης, η ανάληψη παρατεταμένων επιχειρήσεων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δεν είναι εφικτή από κανένα Ναυτικό της περιοχής χωρίς την ύπαρξη επαρκούς αεροπορικής κάλυψης, γεγονός το οποίο ισχύει ακόμα και για τις φρεγάτες FREMM. Άλλωστε και στην περίπτωση της πρόσφατης επίθεσης στη Συρία, αυτή πραγματοποιήθηκε με τις εν λόγω ναυτικές μονάδες να βρίσκονται σε ασφαλείς αποστάσεις, χωρίς να κινδυνεύουν από την ούτως ή άλλως σχεδόν ανύπαρκτη Συριακή Πολεμική Αεροπορία, πράγμα το οποίο δεν ισχύει στην περίπτωση Ελλάδας – Τουρκίας. Εάν όμως υπήρχε η πραγματική απειλή της Ρωσικής Πολεμικής Αεροπορίας, όπως αφέθηκε να εννοηθεί στη συνέχεια, τα πλοία μόνα τους δεν θα ήταν εύκολο να επιβιώσουν.
Επί του ζητήματος του αποτελεσματικού πλήγματος στο αντίπαλο ναυτικό, δεν φαίνεται όμως το SCALP NAVAL να προσδίδει στο ΠΝ κάποιο άμεσο και ουσιαστικό επιχειρησιακό πλεονέκτημα ενώ παράλληλα η ύπαρξη του βλήματος αυτού στα πλοία είναι εις βάρος των βλημάτων ASTER. Βέβαια θα μπορούσε κάποιος να πει ότι για πρώτη φορά δίδεται η δυνατότητα ”Στρατηγικής κρούσης” σε βάθος για την προσβολή υποδομών ή ακόμα και θαλασσίων εξεδρών του αντιπάλου. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα όπλο της χώρας σε διπλωματικό/ πολιτικό επίπεδο και συσχετισμού ισχύος όμως εδώ πρέπει να ιεραρχήσουμε τις ανάγκες που αφορούν στην άμεση επιβίωση της χώρας με ορατή την τουρκική απειλή και με δεδομένη την έλλειψη πόρων για την Άμυνα. Επομένως η διάθεση των περιορισμένων πόρων πρέπει να είναι απόλυτα ζυγισμένη και στοχευμένη και να μην φαντασιωνόμαστε μακροχρόνια παιχνίδια “Υψηλής Στρατηγικής” και διπλωματίας και διεξαγωγή πολέμου φθοράς με προσβολή υποδομών κλπ. Πρέπει να έχουμε δυνατό στόλο για να εξουδετερώσει τον αντίπαλο άμεσα και αποτελεσματικά. Η ύπαρξη του SCALP ΝΑVAL σε πλοία του ΠΝ αφενός θα τα καταστήσει στόχους πρώτης προτεραιότητας και θα ανακύψει το ζήτημα προστασίας και επιβιωσιμότητάς τους αλλά το πιο πιθανό είναι να τα δεσμεύσει σε ρόλους και θέσεις διαφορετικές σε σχέση με τον απαιτούμενο επιχειρησιακό τους σκοπό. Κρίνεται επομένως σκόπιμο η στρατηγική κρούση να επιδιωχθεί από άλλα μέσα όπως θα μπορούσε να είναι αεροπορικά μέσα της ΠΑ ή ακόμα και εγκαταστάσεις ξηράς, έτσι ώστε το ΠΝ να επικεντρωθεί στον άμεσο επιχειρησιακό του ρόλο. Για να μην είμαστε απόλυτοι θα μπορούσαμε έστω να δεχτούμε αυτή τη δυνατότητα στα δύο αυτά πλοία, δεν θα πρέπει όμως να επιμείνουμε σ’ αυτό σε μελλοντικά εξοπλιστικά προγράμματα του ΠΝ.