Δούρειος Ίππος - Podcasts
ΕΛΛΑΔΑ

Η Αποτροπή στον 21ο αιώνα

Rheinmetall Lynx

Γράφει ο Λέων Χoιροσφάκτης

Η αποτροπή (deterrence) αφορά στη στρατηγική η οποία αποσκοπεί να πείσει τον αντίπαλο ότι το πιθανό όφελος τυχόν επίθεσης ή άλλης εχθρικής ενέργειας εκ μέρους του, θα είναι μικρότερο του πιθανού κόστους. Επομένως, η αποτροπή επιδιώκει τη διατήρηση της υφισταμένης κατάστασης των πραγμάτων (status quo).
Η αποτροπή είναι μία από τις κύριες στρατηγικές αποστολές των ενόπλων δυνάμεων. Βασίζεται στην απειλή χρήσης βίας ή άλλων απειλών από το ένα μέρος προκειμένου να πεισθεί το άλλο μέρος να απέχει από συγκεκριμένες ενέργειες. Αποτελεί μία από τις κεντρικές έννοιες στη διεθνή ασφάλεια.

Ο ορισμός αυτός, όμως, έχει πλέον ξεπερασθεί. Οι απειλές στην ασφάλεια έχουν πάψει να αποτελούν αποκλειστικό πεδίο των ενόπλων δυνάμεων και έχουν αποκτήσει υβριδικό χαρακτήρα. Χονδρικά, αυτό σημαίνει ότι αποτελούν μίγμα στρατιωτικών και μη στρατιωτικών μέσων για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος κατά του αντιπάλου. Τεκμαίρεται επομένως ότι και η αντιμετώπιση των σύγχρονων, σύνθετων, απειλών δεν είναι δυνατό να είναι αποτελεσματική αν και η ίδια δεν είναι παρόμοιας υβριδικής μορφής. Εν ολίγοις, θα είναι ατελέσφορη, εάν περιορισθεί σε στρατιωτικά και μόνο μέσα.

Η αποτροπή λοιπόν στον 21ο αιώνα έχει δύο συνιστώσες: Τη στρατιωτική και την πολιτική, η οποία με τη σειρά της έχει οικονομική, διπλωματική και επικοινωνιακή πλευρά, που δεν είναι κατ’ ανάγκη διαχωρισμένες.

Για τη στρατιωτική συνιστώσα της αποτροπής, έχουν γραφτεί πάρα πολλά και, σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν πολύ πιο ειδικοί για να καταθέσουν την άποψή τους, από έναν Βυζαντινό λόγιο του 9ου αιώνα. Η αποτροπή όμως σε πολιτικό επίπεδο, είναι μια διαδικασία που εκτείνεται στη μακρά διάρκεια και εμπλέκει δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, συνεπώς δεν είναι μεθοδολογικά ανορθόδοξη η ένταξή της στο επίπεδο της στρατηγικής.
Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου θα περιορισθούμε στη συμβολή της «ήπιας ισχύος» στη δημιουργία αποτρεπτικού περιβάλλοντος, και, ειδικότερα στον ρόλο της Δημόσιας Διπλωματίας, ως εργαλείου της ήπιας ισχύος.[1]

Με τον όρο Δημόσια Διπλωματία εννοούμε έναν νέον τρόπο προσέγγισης της εξωτερικής πολιτικής και των κρατικών διπλωματικών πρακτικών, απαγκιστρωμένον από τη σχετική ακαμψία της παραδοσιακής διπλωματίας και βασισμένον στην πειθώ, την διαπραγμάτευση, τον διάλογο και την δικτύωση, όπου η πληροφορία είναι στρατηγικός εξισορροπιστής (strategic equalizer), που προσφέρει συγκριτικό πλεονέκτημα σε όποιον την διαχειριστεί σωστά.

Πρακτικά μιλώντας, περιλαμβάνει την προώθηση μιας θετικής εικόνας για μια χώρα και την οικοδόμηση μακροχρόνιων σχέσεων, όχι μόνο μέσω της δράσης των φορέων μιας χώρας με τους επίσημους φορείς άλλων χωρών, αλλά κυρίως με τους μη επίσημους, όπως πολίτες, δεξαμενές σκέψης, ακαδημαϊκά ιδρύματα, μέσα ενημέρωσης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μη κυβερνητικούς οργανισμούς των χωρών αυτών. Αυτό, άλλωστε είναι και το χαρακτηριστικό στοιχείο που την διαφοροποιεί από την παραδοσιακή διπλωματία, σε συνδυασμό με τις συνθήκες διαφάνειας, διαδραστικής επικοινωνίας και εξωστρέφειας, στις οποίες βασίζεται και ανθίζει.

Συνολικά, η Δημόσια Διπλωματία αφορά σε μία διαδικασία επικοινωνίας μιας κυβέρνησης με την κοινή γνώμη άλλων κρατών, προκειμένου να καταστούν κατανοητά οι ιδέες και τα ιδανικά, οι θεσμοί και ο πολιτισμός, οι εθνικές επιδιώξεις και οι τρέχουσες πολιτικές του εκπροσωπούμενου από αυτήν κράτους.

Στην άσκηση Δημόσιας Διπλωματίας επιστρατεύονται τα επιστημονικά πεδία της κοινωνικής ανθρωπολογίας, της κοινωνικής ψυχολογίας, της πολιτιστικής και ψυχολογικής διάστασης των διεθνών σχέσεων, καθώς και έρευνες που γίνονται με αντικείμενο την κατανόηση της κοινής γνώμης και τον επηρεασμό της από τα μέσα ενημέρωσης.

Όλα τα ανωτέρω έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την αποτελεσματική άσκηση επιρροής. Επισημαίνεται δε, ότι η άσκηση επιρροής δεν αποσκοπεί στη ριζική μετατροπή των σκέψεων και των αντιλήψεων των ανθρώπων, αλλά στην αποτελεσματική πρόβλεψη και διαχείριση του τρόπου δράσης τους.

Το State Department ορίζει τη Δημόσια Διπλωματία ως «την άμεση ή έμμεση εμπλοκή ξένων κοινών στην υποστήριξη των επιδιώξεων της ημέτερης εθνικής ασφάλειας».[2] Ο ίδιος ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, James K. Glassman (υπεύθυνος για τη Δημόσια Διπλωματία) περιέγραψε το 2008 το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, λέγοντας ότι ο ρόλος του είναι να παρέχει ηγεσία και συντονισμό με το Υπουργείο Άμυνας, τις υπηρεσίες πληροφοριών κ.λπ. Η ανάληψη του «πολέμου των ιδεών» αποσκοπεί στην δημιουργία ενός διεθνούς περιβάλλοντος, που θα καταρρίπτει τα αφηγήματα των αντιπάλων κρατών.[3]

Πρόκειται ακριβώς γι’ αυτό που στη διπλωματική φαρέτρα των κρατών που διαθέτουν κουλτούρα στρατηγικής ασφαλείας ονομάζεται “reputational security”.[4] Αν θελήσουμε να την ορίσουμε πρόχειρα, θα λέγαμε ότι αφορά στο επίπεδο ασφάλειας που προσφέρεται σε ένα κράτος έθνος, λόγω της αναγνωρισιμότητάς του από πολίτες άλλων εθνών. Αν και συχνά βοηθά το να είσαι γνωστός για κάτι θετικό, ακόμα και το να είσαι απλώς γνωστός, προσκομίζει κάποιο όφελος. Μια χώρα με «ασφάλεια φήμης» γίνεται αποδεκτή ως νόμιμη κυρίαρχος στην επικράτειά της, όχι μόνο de jure αλλά και στην αντίληψη του διεθνούς κοινού. Χαίρει εκτιμήσεως ως μέλος της διεθνούς κοινότητας και θεωρείται αναπόσπαστο μέρος του ιστού της κοινότητας αυτής. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για ειδήσεις από τη χώρα αυτήν και εάν αυτή απειληθεί, θεωρούν τη ασφάλειά της ως προτεραιότητα εξωτερικής πολιτικής.

Στη σημερινή εποχή της πληροφόρησης, η πολιτική ισχύος δεν περιορίζεται στο ποιος θα επικρατήσει στρατιωτικά και οικονομικά, αλλά και στο ποιο αφήγημα θα επικρατήσει.[5] Η προσέγγιση αυτή παρομοιάζει τα εθνικά αφηγήματα ως τύπους νομίσματος/συναλλάγματος, για την επικράτηση των οποίων οι κυβερνήσεις ανταγωνίζονται μεταξύ τους, καθώς και με άλλους οργανισμούς, προκειμένου να ενισχύσουν την αξιοπιστία τους και να αποδυναμώσουν την αξιοπιστία των αντιπάλων τους. Η φήμη πάντα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια πολιτική, όμως η αξιοπιστία παίζει κρίσιμο ρόλο λόγω του «παράδοξου της αφθονίας της πληροφορίας» και λόγω των νέων καταστάσεων που δημιουργεί, το μαλακό περίβλημα της πολιτικής εμφανίζεται πιο αποτελεσματικό και σκληρό.

Πρόκειται, δηλαδή, για μια ψυχολογική επιχείρηση σε στρατηγικό επίπεδο, η οποία, σε αντίθεση με το όχι τόσο μακρινό παρελθόν, διαθέτει τρομερή «εργαλειοθήκη». Μέχρι πριν από μία δύο δεκαετίες, η Δημόσια Διπλωματία εξαντλούνταν λίγο πολύ σε δράσεις δημοσίων σχέσεων και σε παρακολούθηση και αξιοποίηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Όμως, ο «ιδεολογικός πόλεμος» στον 21ο αιώνα διεξάγεται πια με όρους της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης. Οι κυβερνήσεις των περισσοτέρων χωρών έχουν δημιουργήσει ιστοσελίδες για την προώθηση των εθνικών τους αφηγημάτων. Τα online games, η ανάδειξη εικονικών χώρων, η αξιοποίηση της εικονικής (VR) και της επαυξημένης πραγματικότητας (AR), εφαρμογές όπως Wikipedia, google satellite, κλπ, αποτελούν νέα εργαλεία για αξιοποίηση στη φαρέτρα της Δημόσιας Διπλωματίας.

Πλέον αυτών, και τα επιτεύγματα της Τεχνητής Νοημοσύνης έχουν επιστρατευθεί από τις χώρες αυτές. Ο κόσμος γίνεται μια πληροφοριο – σφαίρα που διαρκώς προσαρμόζεται στις δυνατότητες των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας. Προσαρμόζουμε το περιβάλλον στις έξυπνες τεχνολογίες προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι αργότερα θα αλληλεπιδράσουμε με αυτές επιτυχώς. Είναι ακριβώς το περιβάλλον στο οποίο η σύγχρονη Δημόσια Διπλωματία φιλοδοξεί να ανθίσει και να παράξει αποτελέσματα.

Η συνεχής εξέλιξη της τεχνολογίας μας δίνει τη δυνατότητα για περισσότερα έγγραφα, ετικέτες (tags), περισσότερους διασυνδεδεμένους ανθρώπους, περισσότερα εργαλεία και συσκευές για να επικοινωνούμε, αισθητήρες, δορυφόρους, περισσότερες πληροφορίες κ.λπ. σε όλες τις πιθανές μεταβάσεις κάθε συστήματος. Στον τομέα της Δημόσιας Διπλωματίας, οι εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης που μας ενδιαφέρουν είναι η τεχνητή δημιουργικότητα, η μηχανική όραση, η εικονική πραγματικότητα, η επεξεργασία εικόνας, η αναγνώριση προσώπου, η τεχνητή νοημοσύνη ψηφιακών παιχνιδιών, η γραφολογική αναγνώριση, η γλωσσική κατεργασία, η μετάφραση, τα chatterbots (εξομοιωτές ανθρώπινης συζήτησης), η οπτική αναγνώριση χαρακτήρων (αυτόματη αναγνώριση χαρακτήρων κειμένου), η αναγνώριση ομιλίας, η αυτοματοποιημένη λογική, η αυτοματοποίηση, η «εξόρυξη» δεδομένων, το φιλτράρισμα ανεπιθύμητων emails, τα υβριδικά ευφυή συστήματα, οι ευφυείς πράκτορες και ο ευφυής έλεγχος, η παρουσίαση γνώσεων, ο σημασιολογικός ιστός (semantic web).

Στον χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης, η Τεχνητή Νοημοσύνη χρησιμοποιείται στον τομέα της δημοσιογραφίας και μια από τις πιο δημοφιλείς εφαρμογές της ονομάζεται «δημιουργία φυσικής γλώσσας» (natural language generation). Αυτή μπορεί να μετατρέψει κομμάτια πληροφοριών σε αναγνώσιμα άρθρα. Χρησιμοποιούνται επίσης τα εργαλεία της μηχανικής μάθησης προκειμένου να επισημανθούν τα στοιχεία εκείνα που κάνουν πολλών ειδών περιεχόμενα δημοφιλή και ελκυστικά, με εφαρμογή αυτών των παρατηρήσεων στη διαδικασία παραγωγής περιεχομένου, κάνοντας τα εργαλεία αυτά της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) ολοένα και πιο αποτελεσματικά.

Η επιλογή των ειδήσεων που μεταδίδονται βασίζεται σημαντικά στην εκτίμηση γεγονότων και πληροφοριών, κάτι πολύ εύκολο για τα εργαλεία ΤΝ, που συγκεντρώνουν και αναλύουν. Τα εργαλεία γραφής, με δυνατότητα χρήσης ΤΝ, μπορούν να προσαρμοστούν σύμφωνα με το κοινό – στόχο ενός άρθρου, να δημιουργήσουν ειδικό περιεχόμενο για τοπικές ειδήσεις, αθλητικές ομάδες, κοινωνικές συλλογικότητες, συνδικαλιστικούς φορείς κ.λπ.
Πρό των πυλών βρίσκεται και η ρομποδημοσιογραφία (Robojournalism). Η ΤΝ εξελίσσεται γοργά και αναμένεται ότι οι «ρομποδημοσιογράφοι» θα έχουν την ικανότητα σε μικρό χρονικό διάστημα από τώρα, να συλλέγουν ακατέργαστα δεδομένα μόνοι τους, να τα αναλύουν, να εκφράζουν άποψη και γνώμη για το περιεχόμενο των δεδομένων. Επίσης, η αυτοματοποιημένη δημιουργία ειδήσεων ενδέχεται να οδηγήσει στην εξατομίκευσή τους. Ένα λογισμικό ΤΝ που παράγει ένα γενικό ειδησεογραφικό άρθρο για τις μάζες, μπορεί να δημιουργεί το ίδιο άρθρο προσαρμοσμένο σε συγκεκριμένο τύπο αναγνώστη. Οι προσαρμοσμένες ειδήσεις είναι ένας ιδιαίτερα ενδιαφέρων τομέας όχι μόνο για τις εταιρείες ΜΜΕ, αλλά και για τις κυβερνήσεις που επιδιώκουν επιρροή σε ξένα κοινά. Συλλέγοντας πληροφορίες για κάθε αναγνώστη (από το ιστορικό του διαδικτύου, αναλύοντας τις τάσεις του είδους των θεμάτων που επιλέγει ο χρήστης), η ΤΝ θα μπορούσε να προσαρμόσει τα θέματα ή να τον στρέψει σε θέματα που είναι ελκυστικά γι αυτόν.

Η καινούρια, σχετικά, τάση στον χώρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι τα chat rooms, όπου οι χρήστες προβαίνουν σε κατάθεση απόψεων, μέσω διαδικτυακών συζητήσεων. Η ΤΝ έχει φθάσει σε σημείο να «εκπαιδεύει» νευρωνικά δίκτυα, ώστε να καταλαβαίνουν τις online συνομιλίες και να κατευθύνουν τη συζήτηση προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Η ανάλυση συναισθημάτων, που βασίζεται σε νευρωνικά δίκτυα, μπορεί να εφαρμοστεί, εκτός από τις προσωπικές συζητήσεις και σε συνδυασμένες δραστηριότητες κάθε χρήστη σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή πλατφόρμας, με τη χρήση κατάλληλων αλγορίθμων αναγνώρισης μοτίβων. Αυτοί εντοπίζουν χρήστες με συγκεκριμένο συναισθηματικό φορτίο ή συγκεκριμένα ψυχολογικά χαρακτηριστικά και τους «στοχοποιούν» με την προώθηση μηνυμάτων, πληροφοριών κ.λπ., καθιστώντας εύκολο τον επηρεασμό τους.

Τα νευρωνικά δίκτυα μπορούν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν από τις εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης για την ανάλυση των συνδέσεων τις οποίες διαμοιράζονται οι χρήστες, κάτι το οποίο είναι πολύ χρήσιμο για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης και των “fake news”. Πολλές νέες εταιρείες εκπαιδεύουν τα νευρωνικά δίκτυα να επισημαίνουν άρθρα και επικεφαλίδες και να τα ελέγχουν βάσει στατιστικών στοιχείων που έχουν στην διάθεσή τους. Οι πιο σημαντικές εφαρμογές των νευρωνικών δικτύων στα κοινωνικά δίκτυα είναι αυτές αντικατάστασης των ανθρώπων, δηλαδή τα bots, με πιο προχωρημένη, αυτήν των chatbots, που δίνουν απαντήσεις στις ερωτήσεις μας αντλώντας τες μέσα από τεράστιες βάσεις δεδομένων.

Γίνεται κατανοητό από όλα τα ανωτέρω ότι η δημιουργία ευνοϊκού κλίματος για μια χώρα στο εξωτερικό, δεν είναι πλέον υπόθεση δημοσιευμάτων σε εφημερίδες ή εκστρατειών «πολιτιστικής διπλωματίας» ή τουριστικών προβολών. Ο κόσμος μας έχει γίνει πολύ πιο πολύπλοκος και, αν θέλουμε να επιζήσουμε ως έθνος σε αυτόν οφείλουμε να προσαρμοσθούμε. Ας μην ξεχνούμε άλλωστε ότι στη γειτονιά μας υπάρχει ένας «τραμπούκος» που φαίνεται να είναι και καλός μαθητής…

Σημειώσεις:

[1] Για έναν ορισμό της Ήπιας Ισχύος, βλ. Nye, Jr, J. S. (2005). Ήπια Ισχύς. Το Μέσο Επιτυχίας στην Παγκόσμια Πολιτική. Αθήνα: Παπαζήσης.

[2] https://2001-2009.state.gov/r/us/2008/112605.htm#twelve

[3] Public Diplomacy 2.0: A New Approach to Global Engagement, James K. Glassman, Under Secretary for Public Diplomacy and Public Affairs, New America Foundation, Washington, DC, December 1, 2008.

[4]https://www.uscpublicdiplomacy.org/sites/uscpublicdiplomacy.org/files/useruploads/u39301/The%20Soft%20Power%2030%20Report%202018.pdf

[5] Nye, J. Jr., (2010) The Future of American Power: Dominance and Decline in Perspective, in Foreign Affairs, May/June 2010.

 

Related Articles

Back to top button