Η τραγωδία της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Με αφορμή την παρατεινόμενη εκκρεμότητα περί την ΕΛΒΟ, την απεργία των εργαζομένων στην ΕΑΒ και την… ησυχία από την ΕΑΣ, θα περιγράψουμε τα βασικά αίτια για τα πτωχά αποτελέσματα στον χώρο της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, η προσπάθεια στην οποία ξεκίνησε στην δεκαετία του 1970, ως κεντρική πολιτική κυβερνητική επιλογή. Οι περισσότεροι κλείνουν τα μάτια στα διδάγματα από όλη αυτή την μακρά προϊστορία, με κίνδυνο την επανάληψη θεμελιωδών σφαλμάτων από πλευράς αρμοδίων, οι οποίοι ανέκαθεν συνέδεεαν την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία κατά βάση με τις κρατικές εταιρείες, αδιαφορώντας για την ιδιωτική πρωτοβουλία. Παραλλήλως, επισημαίνουμε ορισμένα στοιχειώδη πράγματα, τα οποία φαίνεται ότι είτε δεν έχουν καταστεί αντιληπτά για το μέλλον των κρατικών αμυντικών βιομηχανιών είτε υπάρχει κρυφή “ατζέντα” με προωθούμενες συμφωνίες “κάτω από το τραπέζι”.
- Η ανάπτυξη της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας βασίστηκε στις κρατικές βιομηχανίες οι οποίες λειτούργησαν για δεκαετίες με κομματικά κριτήρια, χωρίς ίχνος αξιοκρατίας και με άκρατο συνδικαλισμό.
- Οι εναλλαγές κυβερνήσεων έφερναν κάθε φορά εναλλαγές προσώπων και τοποθέτηση “στο ψυγείο” ακόμη και ικανών στελεχών που είχαν τοποθετηθεί επί προηγούμενης κυβερνήσεως.
- Οι κρατικές εταιρείες χρησιμοποιήθηκαν τις περισσότερες φορές ως “Δούρειος Ίππος” αντιπροσώπων ξένων εταιρειών, για την προώθηση συγκεκριμένων οπλικών συστημάτων με το πρόσχημα της αναλήψεως κατασκευαστικού έργου.
- Υπήρξε και υπάρχει διαφθορά (σήμερα φυσικά λιγότερη γιατί δεν υπάρχουν τα χρήματα) και συναλλαγές “κάτω από το τραπέζι” στην επιλογή συνεργασιών, υποκατασκευαστών, προμηθείας πρώτων υλών κ.λπ.
- Μετά το φιάσκο του εμβληματικού ARTEMIS 30, ελάχιστες προσπάθειες έγιναν για ανάπτυξη πραγματικών προϊόντων που να τα χρειάζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις αλλά και η διεθνής αγορά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν υπήρξε καμμία εμπορική επιτυχία.
- Ως κλασικοί δημόσιοι υπάλληλοι, στελέχη και εργαζόμενοι σε αυτές, ελάχιστο ενδιαφέρον επέδειξαν για την επιβίωση και ανάπτυξη των εταιρειών, αδιαφορώντας για τα ελλείμματα και τις ζημιές που φόρτωναν στον Έλληνα φορολογούμενο.
- Μετά από 45 χρόνια λειτουργίας και την υλοποίηση δεκάδων εξοπλιστικών προγραμμάτων με δαπάνη αμέτρητων δισεκατομμυρίων, κανένα ελληνικό μείζον αμυντικό προϊόν με αξιόλογες εξαγωγές, δεν έχει παρουσιαστεί.
- Οι κρατικοδίαιτες βιομηχανίες δεν έχουν ούτε τις δομές ούτε τα κατάλληλα πρόσωπα να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες. Αναγέννηση της αμυντικής βιομηχανίας με παλιά υλικά κατεδάφισης, δεν μπορεί να υπάρξει.
- Η χώρα έχει μια τελευταία ευκαιρία να ενταχθεί ισότιμα στο νέο Ευρωπαϊκό περιβάλλον της Αμυντικής Βιομηχανίας που σχηματίζεται μέσω συγχωνεύσεων εξαγορών και στρατηγικών συνεργασιών.
- Η Ελλάδα είναι κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ και πλην εξαιρέσεων, δεν μπορεί να απομακρυνθεί από αυτούς τους θεσμούς στα εξοπλιστικά.
- Συζητήσεις για πώληση εταιρειών (ΕΛΒΟ σήμερα, παλαιότερα ΕΑΣ) σε εταιρείες χωρών όπως η Κίνα, η Ινδία, το Ισραήλ, η Νότιος Αφρική κ.λπ. οδηγούν αυτομάτως την χώρα σε απομόνωση και ύψωση τείχους από τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς, για λόγους διαρροής τεχνολογίας.
- Σε προγράμματα ΝΑΤΟ ή τύπου PESCO, θα είναι αδύνατον να συμμετάσχει η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία όταν θα έχουν παρεισφρήσει στις δομές της τρίτες χώρες…
Είναι εντυπωσιακό ότι όλες αυτές τις δεκαετίες και με την παραπάνω εμπειρία, οι κυβερνώντες δεν ενδιαφέρθηκαν για εναλλακτικούς σχεδιασμούς και οδικούς χάρτες, με δεδομένη την κρατική αποτυχία στον χώρο. Τι θα μπορούσαν να έχουν πράξει;
- Πρωτοβουλίες για χρηματοδότηση προσπαθειών του ιδιωτικού τομέα (κλάσμα της επενδύσεως εν σχέσει με ανάλογες χρηματοδοτήσεις προς κρατικές βιομηχανίες) από τον οποίο να δημιουργηθεί δυναμική που θα συμπαρασύρει και τις υπόλοιπες εταιρείες, όσες μπορούν να ακολουθήσουν και δεν είναι σφραγίδες και εταιρείες “ζόμπι” στην καλύτερη περίπτωση.
- Υπάρχουν φωτεινά παραδείγματα ιδιωτικών εταιρειών που επιβίωσαν και παράγουν με ανταγωνιστικό τρόπο για την παγκόσμια αγορά.
- Το σύνολο σχεδόν της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας παράγει υποσυστήματα, που δεν είναι “δεμένα” με κύριο οπλικό σύστημα.
- Απαιτούνται εταιρείες που θα ηγηθούν σε επιλεγμένους τομείς ώστε να παραχθούν τελικά ολοκληρωμένα κύρια προϊόντα – οπλικά συστήματα.
- Χρειάζονται εταιρείες OEM (Original Equipment Manufacturer) που μπορούν να σχεδιάσουν και να αναπτύξουν ολοκληρωμένες εναέριες, χερσαίες ή θαλάσσιες πλατφόρμες, στις οποίες θα ενσωματωθούν τα υποσυστήματα των υπολοίπων ελληνικών εταιρειών.
- Εφόσον παρουσιασθούν αξιόλογα προϊόντα που καλύπτουν ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, οι οποίες θα τα υιοθετήσουν έπειτα από σωστή και πραγματικά εθνική αξιολόγηση, αυτομάτως ανοίγει ο δρόμος για προώθηση σε τρίτες χώρες.
Εξ όλων των ανωτέρω, στον μικρό χρόνο που βρίσκεται στην εξουσία η παρούσα κυβέρνηση, οι μέχρι τώρα ενδείξεις για τις κινήσεις της στον συγκεκριμένο χώρο, δείχνουν ότι:
- Ως προς την ΕΛΒΟ ενθαρρύνονται σχήματα επενδυτών από χώρες του Τρίτου Κόσμου. Εδώ πρέπει να πούμε ότι κατά την άποψή μας, ο “θόρυβος” περί του ενδιαφέροντος από μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων, καλλιεργείται σκοπίμως αλλά δεν υπάρχει ουσία. Όμως ο “θόρυβος” αυτός, εκπέμπει μηνύματα και εκτός των συνόρων της χώρας.
- Προετοιμάζονται δαπανηρά προγράμματα εξαγοράς αδείας κατασκευής ξένων προϊόντων τα οποία θα βαπτιστούν “εθνικά”. Πέραν του ότι τέτοιες επιλογές ενέχουν υψηλότατο κόστος που πρέπει να καταβληθεί στον ξένο κατασκευαστή για την εξασφάλιση της αδείας του και εκτός της γενικότερης “αυταπάτης – κοροϊδίας” ότι αίφνης εμφανίζονται εξ ουρανού “εθνικά” όπλα, η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει ότι οι κρατικές εταιρείες δεν θα αποφύγουν την επιστροφή σε μερικά χρόνια στην προτέρα προβληματική κατάσταση. Ο λόγος; Δεν θα έχουν αναπτύξει δικό τους προϊόν… Αυτό δεν συνέβη με την ΕΒΟ και το G3; Παρουσίασε στην συνέχεια κάποιο δικό της όπλο η εταιρεία; Ήδη οι κυβερνητικές διαρροές κατάφεραν να ξεσηκώσουν τον χορό των αντιπροσώπων ξένων οίκων για… μπίζνες κι έχουμε ήδη διοχέτευση προτιμητέων σεναρίων στα μέσα.
- Δεν διαφαίνεται συγκεκριμένη στρατηγική μόνιμου στοχοθετημένου διαλόγου με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα ώστε να υποστηριχθεί η ανάπτυξη πραγματικώς εθνικών προϊόντων, ακόμη και κύριων οπλικών συστημάτων και όχι απλώς υποσυστημάτων.
Καταληκτικώς, πρέπει να επισημανθεί ότι έπειτα από αρνητική συσσωρευμένη εμπειρία δεκαετιών και πολύ περισσότερο στην πραγματικότητα των συνθηκών δημοσιονομικής στενότητος της χώρας, θα έπρεπε να έχει προβληματίσει τους αρμοδίους κατά πόσο μπορεί να συνεχίζεται η θεωρία περί αναπτύξεως της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας με “ατμομηχανή” τις “μεγάλες” κρατικές εταιρείες (αναλαμβάνοντας μεγάλες συμβάσεις από το Δημόσιο, θα έδιναν υποκατασκευαστικό έργο στις μικρότερες ιδιωτικές). Η θεωρία, έχει αποτύχει οικτρώς λόγω διαφθοράς και ανυπαρξίας σωστής μεθοδολογίας. Μήπως όμως θα έπρεπε ήδη να έχει εξετασθεί η αντιστροφή των ρόλων; Δηλαδή η ανάθεση συμβάσεων με σαφώς χαμηλότερο ύψος επενδύσεως σε ιδιωτικές εταιρείες για προγράμματα ακόμη και ολοκληρωμένων οπλικών συστημάτων που χρειάζονται οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, από τα οποία θα δοθεί έργο και στις κρατικές εταιρείες. Αντικειμενικώς, ο ιδιωτικός τομέας διακρίνεται από μεγαλύτερη ευελιξία, ταχύτητα και πραγματικούς όρους αγοράς που τον καθιστούν ανταγωνιστικό διεθνώς.