Μπορεί να προσφέρει όπλα η Ελλάδα στην Λιβύη;
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Ο “πόλεμος της σαγιονάρας” στην Λιβύη, έχει καταστεί σαφές ότι συνεχίζεται χάρη στην ενεργό ή παρασκηνιακή κίνηση διαφόρων παικτών, που υποστηρίζουν το καθεστώς Σαράτζ και τον στρατάρχη Χαφτάρ. Πέραν της στρατολογήσεως μισθοφόρων, οι δυνάμεις των αντιμαχομένων στηρίζουν την όποια ισχύ τους στον εφοδιασμό με όπλα και πυρομαχικά, τα οποία κατά βάση προσφέρονται από τους υποστηρικτές τους.
Έχει καταστεί σαφές πλέον ότι η ενεργός εμπλοκή της Τουρκίας στον πόλεμο αυτόν, προκάλεσε εντός μερικών μηνών σοβαρή ανατροπή στο πεδίο της μάχης, επειδή μετέφερε περί τους 5.000 μισθοφόρους από την Συρία και ανέπτυξε προηγμένα οπλικά συστήματα στο πλευρό του GNA. Συστήματα οπλισμένων UAV τύπου Bayraktar TB2S και Anka S, αυτοκινούμενα πυροβόλα Τ155 Firtina των 155 mm, πολλαπλοί εκτοξευτές πυραύλων Τ122 των 122 mm, τεθωρακισμένα οχήματα Kirpi (4×4) αλλά και αντιαεροπορικά συστήματα και συστήματα Ηλεκτρονικού Πολέμου, επέφεραν ποιοτική αναβάθμιση των επιχειρήσεων.
Όλα αυτά, υποστηρίζονται με γενναία χρηματοδότηση από το Κατάρ, που έχει επιτρέψει την προμήθεια οπλισμού και πυρομαχικών για την διατήρηση όλο αυτό το διάστημα μιας τυπικής ισχύος από πλευράς GNA.
Ο LNA του Χαφτάρ είχε προηγηθεί, επιδιώκοντας την απόκτηση σοβαρού επιχειρησιακού πλεονεκτήματος με την χρήση οπλισμένων UAV τύπου Wing Loong κινεζικής κατασκευής, τα οποία προσέφεραν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ). Η ανάπτυξη των τουρκικών UAV ήταν μια κίνηση αντισταθμίσεως, η οποία αντιμετωπίσθηκε με την ανάπτυξη αντιαεροπορικών συστημάτων Pantsir-S1 επίσης από τα ΗΑΕ. Εκτιμάται ότι στον συγκεκριμένο αντιαεροπορικό αγώνα ο LNA απολαμβάνει της υποστηρίξεως συστημάτων Ηλεκτρονικού Πολέμου που μέσω παρεμβολών επιτυγχάνουν διακοπή της ζεύξεως επικοινωνιών των τουρκικών UAV, με αποτέλεσμα την κατάρριψή τους. Υπάρχουν ενδείξεις ότι τα συστήματα αυτά είναι ρωσικής προελεύσεως και ακριβώς επειδή πρόκειται για εξελιγμένα συστήματα υψηλής τεχνολογίας που απαιτούν εξειδικευμένη εκπαίδευση, ο χειρισμός τους (όπως και των Pantsir-S1) γίνεται από Ρώσους που υπηρετούν με τον μανδύα της WAGNER GROUP.
Ανάλογα μέτρα έχουν λάβει οι τουρκικές δυνάμεις που βρίσκονται στην Λιβύη, συνδυάζοντας δράση συστημάτων Ηλεκτρονικού Πολέμου και αντιαεροπορικών όπλων. Τα τελευταία, υπάρχουν πληροφορίες ότι έχουν υποστεί απώλειες από το πυροβολικό του LNA που βομβαρδίζει συστηματικότερα πλέον το αεροδρόμιο Μιτιγκά, που επί της ουσίας αποτελεί την βάση του στρατηγείου των τουρκικών δυνάμεων.
Υπάρχουν και άλλες χώρες που παρέχουν πολεμικό υλικό στον Χαφτάρ. Η Αίγυπτος, πέρα από τον “δανεισμό” κάποιων τεθωρακισμένων, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι προσφέρει ροή ανεφοδιασμού σε πυρομαχικά, κυρίως πυροβολικού. Στις 7 Απριλίου, η Τρίπολη κατηγόρησε την Ιορδανία ότι απέστειλε και αυτή κινεζικής κατασκευής UAV στον Χαφτάρ. Τα ΗΑΕ όμως, παραμένουν ο κύριος προμηθευτής, αγοράζοντας υλικό από διάφορες χώρες, το οποίο εν συνεχεία προωθούν αεροπορικώς στην Βεγγάζη. Τεθωρακισμένα οχήματα (4×4) προσφέρουν κάποια δυνατότητα ταχυκινησίας υπό την προστασία θώρακος ενώ πληροφορίες αναφέρουν και την προμήθεια οργάνων νυκτερινού αγώνος και τυφεκίων ελευθέρου σκοπευτού που έχουν αγορασθεί από το Ισραήλ.
Το Ισραήλ μάλιστα, φέρεται να έχει παράσχει στον Χαφτάρ “αντιαεροπορικά συστήματα”, με σκοπό την αντιμετώπιση των τουρκικών UAV. Την πληροφορία, που δεν πρέπει να θεωρείται διασταυρωμένη, μετέδωσε την προηγουμένη εβδομάδα αραβικό τηλεοπτικό δίκτυο, υποστηρίζοντας ότι η χρηματοδότηση για την συγκεκριμένη προμήθεια προήλθε από τα ΗΑΕ και ότι τα συστήματα μεταφέρθηκαν οδικώς μέσω της Αιγύπτου. Πιθανώς να πρόκειται για συστήματα αντι-drone και όχι τυπικά πυραυλικά συστήματα, των οποίων ούτως ή άλλως ο χειρισμός θα έπρεπε να γίνεται από Ισραηλινούς.
Όλα τα ανωτέρω, συνθέτουν το πλαίσιο των ξένων δρόντων, που για την υποστήριξη των συμφερόντων τους, υποστηρίζουν μία εκ των δύο πλευρών. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η “υποστήριξη”, δεν αφορά μόνο ενεργό συμμετοχή “δι’ αντιπροσώπων” (μισθοφορικών τμημάτων) αλλά και την παροχή στρατιωτικού υλικού. Στην περίπτωση των ΗΑΕ που διαδραματίζουν τον βασικό προμηθευτή του LNA, είναι σαφές πως αγοράζεται από την διεθνή αγορά ό,τι κρίνεται απαραίτητο και χωρίς να κατηγορεί κανείς τις χώρες κατασκευής των όπλων, όπως η Κίνα, το Ισραήλ, η Ρωσία κ.λπ.
Αυτό σημαίνει ότι “υποστηρικτής” μιας εκ των δύο πλευρών μπορεί να είναι οποιαδήποτε χώρα που διαθέτει αμυντική βιομηχανία και είναι σε θέση να πωλήσει κάτι χρήσιμο στα ΗΑΕ. Η Αθήνα, υποτίθεται ότι αφυπνίσθηκε καθυστερημένα και με άσχημο τρόπο, από την ενεργό τουρκική ανάμειξη στην Λιβύη, όταν αυτή άρχισε να παράγει αποτελέσματα σε διπλωματικό επίπεδο, εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Για την απονευρωμένη σε θέματα εξωτερικής πολιτικής Ελλάδα, η ιδέα της αναλήψεως δυναμικών πρωτοβουλιών σε στρατιωτικό επίπεδο, όπως η κεκαλυμμένη ανάπτυξη μισθοφορικών τμημάτων στο πλευρό του Χαφτάρ, μπορεί να θεωρείται αδιανόητη. Ωστόσο, είναι σαφές ότι η χώρα μπορεί να προσφέρει εμμέσως στρατιωτικό υλικό.
Η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία έχει δυνατότητα παραγωγής πυρομαχικών και προϊόντων, που μπορούν να ενδιαφέρουν για την ενίσχυση του LNA. Οι άριστες σχέσεις που υπάρχουν με τα ΗΑΕ, διευκολύνουν την υλοποίηση μιας σειράς επισήμων συμβάσεων προμήθειας αμυντικού υλικού, όπως όργανα νυκτερινού αγώνος, ατομικά υλικά και πυρομαχικά πυροβολικού, τα οποία μπορούν να προωθηθούν εν συνεχεία εκεί που πρέπει. Εάν η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία ήταν σε θέση να προσφέρει άμεσα ένα τεθωρακισμένο όχημα (4×4) και κάποια πιο σύνθετα οπλικά συστήματα, είναι δεδομένο ότι θα μπορούσαν να εξασφαλισθούν σημαντικότερες συμβάσεις.
Η Ελλάδα όμως, “κατάφερε” να απουσιάζει από τον υπερδεκαετή πόλεμο στο Αφγανιστάν και το Ιράκ που ενεπλάκησαν οι ΗΠΑ, όταν η παγκόσμια αμυντική βιομηχανία “χόρευε” με συμβάσεις δισεκατομμυρίων από όλους τους εμπλεκόμενους και “ενδιαφερόμενους”, για πάσης φύσεως υλικό. Δισεκατομμύρια φυσιγγίων φορητού οπλισμού και βαρέων όπλων, από αυτά που κατασκευάζει και η ΕΑΣ, πωλήθηκαν αυτό το διάστημα, χιλιάδες φορητού οπλισμού παραγγέλθηκαν αλλά η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει κάποιο αξιόλογο μερίδιο, έστω και με αυτή την περιορισμένη ποικιλία προϊόντων που προσφέρει. Εδώ καλά καλά, το ίδιο το ΥΠΕΘΑ με τους χειρισμούς Καμμένου, δεν μπόρεσε να ξεφορτωθεί τα εκατοντάδες χιλιάδες αποθέματα οβίδων πυροβολικού για τα οποία ενδιαφέρθηκε η Σαουδική Αραβία…
Μήπως είναι καιρός λοιπόν, εξ αφορμής του πολέμου στην Λιβύη που “απασχολεί” περισσότερο την κυβέρνηση, να διερευνηθούν ευκαιρίες σε κάθε επίπεδο; Το “άνοιγμα” της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας σε έμμεσες εξαγωγές προς τον Χαφτάρ, δεν είναι το μόνο επίπεδο. Η Τουρκία δείχνει ότι χρησιμοποιεί τους καρπούς της αμυντικής βιομηχανίας της για γενικότερη διείσδυση και επιρροή στην περιοχή. Ήδη από καιρό η Τυνησία έχει τεθεί στο “στόχαστρό” της, έχοντας προβεί τα τελευταία έτη σε προμήθειες τουρκικών τεθωρακισμένων οχημάτων (4×4). Ήδη τον Μάρτιο, από τις επαφές με τον Ερντογάν για το θέμα της Λιβύης, συνήφθη συμφωνία προμήθειας UAV τύπου Bayraktar TB2S ενώ προετοιμάζεται διευρημένο πλαίσιο διμερούς συνεργασίας στους τομείς των Πληροφοριών και της καταπολεμήσεως της τρομοκρατίας.
Ως εκ τούτου, η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην υποστήριξη των εθνικών συμφερόντων, όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό, υποστηρίζοντας ευρύτερους στόχους της εθνικής πολιτικής. Παραλλήλως, με την ανάλογη άσκηση διπλωματίας για την προώθηση προϊόντων της σε φίλες χώρες, όπως τα ΗΑΕ, η Αίγυπτος, το Μαρόκο, μπορεί να εξασφαλίσει αυξημένο κύκλο εργασιών, αποφέροντας έσοδα μέσω φόρων και στα κρατικά ταμεία. Μπορεί λοιπόν να αναληφθεί μια συντονισμένη προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτήν, υποστηριζόμενη άμεσα από το Υπουργείο Εξωτερικών που πρέπει να αντιλαμβάνεται τέτοιες αποστολές ως πεδίο διυπηρεσιακής δράσεως για την άσκηση δυναμικής εξωσυμβατικής εξωτερικής πολιτικής.