Σκέψεις για το Ελληνικό Πολεμικό Πλοίο
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Είναι παράδοξο αλλά ενώ η υπόθεση της σχεδιάσεως και ναυπηγήσεως ενός Ελληνικού Πολεμικού Πλοίου θα έπρεπε να συνιστά αυτονόητη επιδίωξη όχι μόνο για τις Ένοπλες Δυνάμεις αλλά και των κυβερνήσεων, καθίσταται αντιληπτό ότι περισσότερη πίεση, σε ψυχολογικό επίπεδο, φαίνεται να ασκούν τα επιτυχή αποτελέσματα του αντιστοίχου προγράμματος της Τουρκίας.
Ένα χειροπιαστό πρόβλημα όντως, είναι η άσχημη κατάσταση των ελληνικών ναυπηγείων τα τελευταία αρκετά έτη αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία.
Άλλο πρόβλημα πράγματι, είναι η οικονομική δυσπραγία αλλά και πάλι, κανείς στοιχειωδώς σοβαρός παρατηρητής δεν μπορεί να θεωρήσει ότι και αυτό το στοιχείο είναι το πλέον αποφασιστικό.
Το βασικό πρόβλημα, φαίνεται ότι είναι ένας συνδυασμός άγνοιας, ελλείψεως προγραμματισμού και ανυπαρξίας βουλήσεως. Από πλευράς τεχνολογικής προκλήσεως, η σχεδίαση και ναυπήγηση πολεμικών πλοίων μεγέθους κορβέτας ή φρεγάτας, εμπίπτει απολύτως εντός των ελληνικών δυνατοτήτων.
Τα δεδομένα ξεκινούν από την ελληνική σχεδιαστική ομάδα υπό την ονομασία Als Naval Ship Designs, η οποία σε συνεργασία με την Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο δραστηριοποιήθηκε από το 2009 με κύριο στόχο την σχεδίαση μιας κορβέτας εκτοπίσματος 2.655 τόννων, γνωστή ως Als Class® 100. Με σταδιακή ενσωμάτωση των παρατηρήσεων του ΓΕΝ, από το 2013-14 το πρόγραμμα έτυχε της υποστηρίξεως του ΓΕΕΘΑ, που καθιέρωσε την σύνταξη τριμηνιαίων εκθέσεων προόδου. Το πρόγραμμα εξελίχθηκε αδαπάνως για το ΥΠΕΘΑ, φθάνοντας μέχρι του σημείου της καταθέσεως συγκεκριμένης οικονομοτεχνικής πρότασης για την ολοκλήρωση της σχεδιάσεως της φρεγάτας πλέον, Als Class® 125, μέχρι του επιπέδου του Βασικού Σχεδιασμού, όπως έχει περιγράψει ο ίδιος ο Στρατηγός ε.α. Μιχαήλ Κωσταράκος, τότε Α/ΓΕΕΘΑ. Μετά την ανάληψη καθηκόντων Α/ΓΕΕΘΑ από τον Ναύαρχο Ευάγγελο Αποστολάκη το 2015, παραδόξως (δεδομένου ότι επρόκειτο για αξιωματικό προερχόμενο από το Πολεμικό Ναυτικό) το ενδιαφέρον του ΓΕΕΘΑ έσβησε χωρίς να ενδιαφερθεί κανείς ΥΕΘΑ και καμμία κυβέρνηση.
Το οικονομικό κόστος, δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία. Το κόστος μιας συμβάσεως ναυπηγικού προγράμματος αποπληρώνεται σε ετήσιες δόσεις και ασφαλώς αυτές θα μπορούσαν να εκταθούν σε διάστημα αρκετών ετών. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος για το ΥΠΕΘΑ θα περιοριζόταν σε μερικές δεκάδες εκατομμυρίων ετησίως – απολύτως αποδεκτό βάρος ακόμη και στην πλέον δύσκολη οικονομικώς περίοδο.
Το εντυπωσιακότερο επιχείρημα που έχω ακούσει όλα αυτά τα χρόνια, ζητώντας από αξιωματούχους να εξηγήσουν για ποιον λόγο δεν προχωρά ένα τέτοιο πρόγραμμα ή καλύτερα να εξηγήσουν γιατί το Πολεμικό Ναυτικό δεν δείχνει να το έχει “αγκαλιάσει” περισσότερο, εκστομίσθηκε από τα χείλη πρώην Α/ΓΕΝ. Με απλά λόγια, ο ναύαρχος εξήγησε ότι όταν σχεδιάζεται ένα πολεμικό πλοίο, το βασικό πρόβλημα είναι η υποστήριξή του στην διάρκεια του επιχειρησιακού του βίου. Γι’ αυτό τον λόγο, το Πολεμικό Ναυτικό δεν μπορεί να “ρισκάρει”, αγοράζοντας μια φρεγάτα η οποία δεν θα βρίσκεται σε υπηρεσία με κανένα άλλο ναυτικό… Πρέπει να προμηθεύεται πλοία που βρίσκονται σε υπηρεσία με τουλάχιστον ένα μεγάλο ξένο ναυτικό. Προφανώς ο ναύαρχος αναφερόταν στον κίνδυνο να παύσουν να υποστηρίζονται κύρια οπλικά συστήματα, συστήματα μάχης, αισθητήρες και μέρη του προωστήριου σκεύους…
Απάντησα ότι και τα μεγάλα ναυτικά που ναυπηγούν πλοία, εξαρτώνται από τους κατασκευαστές των συστημάτων τους για την διατήρηση σε υπηρεσία και υποστήριξη ενώ σε κάθε περίπτωση, είναι αδιανόητο να θεωρούμε ότι τα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού δεν μπορούν να διακρίνουν τα συστήματα τεχνολογικής αιχμής, σε συνδυασμό με την διαθεσιμότητα και την ευκολία υποστηρίξεως σε προοπτική χρόνου, ώστε να επιλέξουν για το Ελληνικό Πολεμικό Πλοίο αυτά που πρέπει.
Προφανώς ο ναύαρχος αγνοούμε περιπτώσεις όπως η ανάπτυξη του Συστήματος Διεύθυνσης Βολής KANAΡΗΣ που αναπτύχθηκε από την UNISΥS σε συνεργασία με το Πολεμικό Ναυτικό για τον εκσυγχρονισμό των υποβρυχίων Τype 209/1100. Ένα παράδειγμα του πως ακόμη και στα ηλεκτρονικά συστήματα μάχης, όταν τεθεί ένα πλαίσιο κι ένας προγραμματισμός, μπορούν να συναναπτυχθούν ελληνικές λύσεις για τα πολεμικά πλοία μας. Με γενική εμπλοκή των ελληνικών αμυντικών βιομηχανιών και φορέων του Πολεμικού Ναυτικού (Γραφείο Έρευνας & Τεχνολογικών Εξελίξεων Ναυτικού, Κέντρο Αυτοματοποίησης Συστημάτων Μάχης Ναυτικού) πολλά μπορούν να γίνουν.
Τέτοιου είδους συζητήσεις, δεν έχουν νόημα από ένα σημείο και μετά. Υπέθεσα ότι ο ναύαρχος μετέφερε το “πνεύμα” που επικρατούσε επί των ημερών του κ. Αποστολάκη στο ΓΕΕΘΑ. Δεχόταν πάντως ότι μπορούσαμε να ναυπηγήσουμε περιπολικά και κανονιοφόρους…
Όλα αυτά βεβαίως, δεν είναι αντάξια ενός ναυτικού λαού και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού με την ιστορία και την παράδοσή του μέσα από πολέμους.
Παρά τα στενά δημοσιονομικά πλαίσια, στην παρούσα χρονική συγκυρία η χώρα εμφανίζεται έτοιμη να επενδύσει στην προμήθεια σύγχρονων φρεγατών μεγαλύτερων επιχειρησιακών ικανοτήτων και εκτοπίσματος σε σχέση με τις υφιστάμενες ενώ εξακολουθεί να υπάρχει ενδιαφέρον για πρόσκτηση μεταχειρισμένων, ως “ενδιάμεση λύση”. Ταυτοχρόνως, φαίνεται να εξελίσσονται διεργασίες για την μελλοντική δομή δυνάμεων του στόλου επιφανείας, με την εξέταση της περιπτώσεως συνδυασμού στο μέλλον φρεγατών με κορβέτες.
Κατά την άποψή μου, ορθώς το Πολεμικό Ναυτικό προσανατολίσθηκε στο πλαίσιο του Als σε μια φρεγάτα, απομακρυνόμενο από την κορβέτα. Η εξέλιξη των πολεμικών πλοίων, δείχνει ότι κορβέτες όπως οι τουρκικές κλάσεως ADA με συνδυασμό οπλισμού ο οποίος μπορεί να φέρεται από μονάδες μεγέθους ΤΠΚ (όπως οι κλάσεως ΡΟΥΣΣΕΝ του Πολεμικού Ναυτικού) μάλλον είναι αντιοικονομικές και επιχειρησιακώς υστερούν. Στην εποχή μας, κορβέτες τέτοιου μεγέθους εξοπλίζονται πλέον με πυραύλους που εξασφαλίζουν μεγαλύτερες ικανότητες αντιμετωπίσεως αεροπορικών απειλών, παρεμφερείς με τις αντιαεροπορικές ικανότητες φρεγατών παλαιότερων εποχών, όπως οι τύπου S και οι ΜΕΚΟ 200. Επειδή η πρόοδος της τεχνολογίας επιτρέπει αύξηση των αυτοματισμών και συρρίκνωση των απαιτήσεων επανδρώσεως, οι κορβέτες τύπου ADA δεν προσφέρουν κάποιο σοβαρό πλεονέκτημα σε ανοικτές θάλασσες όπως η Ανατολική Μεσόγειος αλλά ακόμη και το περιπετειώδες Αιγαίο.
Τις κορβέτες κλάσεως ADA των 2.300 τόννων με αντιπυραυλικό σύστημα RAM, διαδέχονται πλέον στο τουρκικό πρόγραμμα ναυπηγήσεων οι φρεγάτες κλάσεως İSTİF των 3.000 τόννων, με 16 κελιά για 72 πυραύλους RIM-162 ESSM, δηλαδή σε πολύ γενικές γραμμές, η ισχύς πυρός των σημερινών φρεγατών. Από εκεί και πέρα, το Τουρκικό Ναυτικό θα ναυπηγήσει αντιτορπιλικά Αντιαεροπορικής Άμυνας TF2000, με την αρχική πρόθεση για 4 να έχει αναθεωρηθεί πλέον σε 7! Μιλάμε για καράβια 166 μέτρων μήκους και εκτοπίσματος 7.000 τόννων, με 16 πυραύλους επιφανείας – επιφανείας και 64 κελιά για αντιαεροπορικούς πυραύλους.
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι ο εχθρός χτίζει έναν στόλο για ανοικτές θάλασσες. Το πρόγραμμα ναυπηγήσεων ΤΠΚ, έχει χάσει την προτεραιότητά του έναντι των μεγάλων μονάδων επιφανείας. Με την απειλή να διαμορφώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, το Ελληνικό Πολεμικό Πλοίο πρέπει να αρχίσει άμεσα, ανεξαρτήτως λοιπών εξελίξεων με “ενδιάμεσες λύσεις” και πρόσκτηση σύγχρονων φρεγατών. Ήδη παρατηρείται αξιόλογη δραστηριότητα από πλευράς ξένων παικτών, για την διεκδίκηση μέρους του προγράμματος νέων μονάδων επιφανείας. Ισραηλινή εταιρεία συνήψε συμφωνία με ελληνική για την από κοινού διεκδίκηση ενός προγράμματος κορβετών ενώ ανάλογη προσέγγιση μπορεί να εκδηλωθεί και από άλλη πλευρά. Τίποτα απ’ όλα αυτά όμως, δεν θα είναι καθαρά ελληνική σχεδίαση, αφού κάποιος ξένος ναυπηγικός οίκος θα ηγείται με το βασικό προϊόν.
Όμως το πρόγραμμα κορβέτας, πρέπει να θεωρείται ξεπερασμένο. Με 7 συνολικώς ΤΠΚ κλάσεως ΡΟΥΣΣΕΝ κάποια στιγμή σε υπηρεσία, που ενσωματώνουν ισχύ πυρός ισάξια με κορβέτας σε πολύ πιο μικρό μέγεθος (κατά συνέπεια καταλληλότερες για το περιβάλλον του Αιγαίου) η δύναμη των ΤΠΚ διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Μόνο η ικανότητα Ανθυποβρυχιακού Πολέμου, συνιστά πλεονέκτημα των κορβετών κλάσεως ADA έναντι των ΤΠΚ κλάσεως ΡΟΥΣΣΕΝ αλλά γι’ αυτόν τον αγώνα υπάρχουν και οι φρεγάτες έναντι μικρής διαφοράς σε κόστος.
Έναντι όλων των ξένων προτάσεων για κορβέτες, η πρόσφατη ένταξη της Ελλάδος στο πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Κορβέτας Περιπολίας (European Patrol Corvette) που παρουσίασε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12 Νοεμβρίου 2019 στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας PESCO της ΕΕ, προσφέρει ευκαιρία προωθήσεως μιας προτάσεως της ομάδος Als και χρηματοδοτήσεως από κοινοτικούς πόρους. Το βασικό ιταλικό σχέδιο της EPC που έχει παρουσιασθεί, είναι αρκετά συντηρητικό και δεν καλύπτει τις ελληνικές επιχειρησιακές απαιτήσεις. Παρόλο που από πλευράς διαστάσεων μπορεί να χαρακτηρισθεί φρεγάτα, με μήκος 110 μέτρων και εκτόπισμα 3.000-3.100 τόννους, φέρει μόνο 8 κελιά για αντιαεροπορικούς πυραύλους και υποβαθμισμένο προωστήριο σκεύος, που θα επιτρέπει ταχύτητα 24 κόμβων.
Επί της ουσίας, η ένταξη στο πρόγραμμα EPC μπορεί να θεωρηθεί “απειλή” για την πρόταση Als, δεδομένου ότι υποχρεώνει την χώρα να εγκαταλείψει μια καθαρά εθνική απόπειρα και να συνεργασθεί με εταίρους. Ωστόσο, η συμμετοχή μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία αποκτήσεως εμπειρίας, οδηγώντας την προσπάθεια της Als σε υψηλότερο στόχο, ώστε το καθαρά Ελληνικό Πολεμικό Πλοίο να είναι μια φρεγάτα Αντιαεροπορικής Άμυνας, στην οποία θα ενσωματωθούν συστήματα που θα έχουν αναπτυχθεί για το πρόγραμμα ECP.
Η καθυστέρηση της ελληνικής εμπλοκής σε ένα πρόγραμμα ναυπηγήσεως πολεμικού πλοίου, μπορεί με τους κατάλληλους χειρισμούς να αναδειχθεί σε πλεονέκτημα. Ήδη η τουρκική υπερδραστηριότητα “φόρτωσε” το Τουρκικό Ναυτικό με 4 κορβέτες που ενσωματώνουν ισχύ πυρός ΤΠΚ κλάσεως ΡΟΥΣΣΕΝ και οι 4 φρεγάτες κλάσεως İSTİF θα αποδώσουν φρεγάτες παραπλησίων ικανοτήτων με αυτές του προγράμματος EPC. Ασφαλώς το Πολεμικό Ναυτικό δεν θα μπορέσει να αποκτήσει στόλο αντιτορπιλικών αναλόγων των τουρκικών TF2000 αλλά 4-6 φρεγάτες Αντιαεροπορικής Άμυνας εκτοπίσματος 5.000 τόννων, είναι εφικτός στόχος.
Σε όλα αυτά, πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι απαιτούνται οι κατάλληλες υποδομές. Ο Ναύσταθμος Σαλαμίνος έχει εγκαταλειφθεί από πλευράς υποδομών και οι ικανότητές του στην υποστήριξη των πολεμικών μονάδων συρρικνώθηκαν. Όταν το Πολεμικό Ναυτικό δεν κατάφερε να συντηρήσει και να υποστηρίξει σωστά φρεγάτες και ΤΠΚ τεχνολογίας των δεκαετιών του 1980 και 1990, πως θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις τεχνολογίες αιχμής των σύγχρονων πλοίων; Χωρίς τις απαραίτητες επενδύσεις για δημιουργία και αναβάθμιση υποδομών, ο Στόλος θα είναι καταδικασμένος να αποκτά πλοία τα οποία πολύ σύντομα θα ρημάζουν.