Το “πάγωμα” των F-35 (και FMF) ως αφορμή πρωτοβουλιών του ΥΠΕΘΑ
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Η καθυστέρηση εγκρίσεως από τις αμερικανικές κυβερνητικές υπηρεσίες της προμήθειας μαχητικών F-35 στην Ελλάδα, αποδίδεται πλέον ανοικτά από δημοσιεύματα, στην απροθυμία της κυβερνήσεως Μπάιντεν, να “προκαλέσει” την Τουρκία εν όψει των ανοικτών αλληλοσυνδεομένων ζητημάτων της εγκρίσεως εντάξεως της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και του προγράμματος F-16V για την τουρκική αεροπορία. Ελπίζεται ότι μέχρι την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου στο Βίλνιους της Λιθουανίας θα έχουν καμφθεί οι αντιρρήσεις της Τουρκίας. Δύο εβδομάδες πριν, δεν υπάρχουν απτές ενδείξεις για κάτι τέτοιο.
Η κατάσταση μπορεί να είναι δυσάρεστη για την Αθήνα, εν τούτοις το διάστημα των δύο εκλογικών αναμετρήσεων συνετέλεσε ώστε να μην υπάρχουν δηλώσεις ή διαρροές που να την αποκαλύπτουν ευρύτερα. Είναι βέβαιο όμως ότι η κατάσταση έχει απασχολήσει υπηρεσιακούς παράγοντες και προφανώς υφίσταται μία συζήτηση για τους πιθανούς τρόπους αντιδράσεως σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο.
Το στοιχείο που περιπλέκει περισσότερο την αμερικανική στάση έναντι της Ελλάδος, είναι ότι αυτή δεν εκδηλώνεται μόνο στην περίπτωση της πωλήσεως των F-35 αλλά και σε ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων που κινδυνεύει να συμπαρασύρει: το ελληνικό αίτημα αποδεσμεύσεως της χρηματοδοτικής λύσεως για εξοπλισμούς, διά των Στρατιωτικών Πιστώσεων Αλλοδαπής (FMF). Όπως έχει γράψει ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ, ενώ η ελληνική πλευρά έχει ενημερωθεί από τον περασμένο Δεκέμβριο για το “πράσινο φως” της Ουάσιγκτον, δεν έχει δοθεί δημοσιότητα στα αμερικανικά μέσα επειδή προφανώς η κυβέρνηση διατηρεί το ζήτημα “χαμηλά”, λόγω Τουρκίας.
Δεν ήταν τυχαίο ότι στις αρχές του μηνός, μιλώντας για τους εξοπλισμούς της Αθήνας με το γνωστό ανατολίτικο κουτοπόνηρο ύφος, ο Τούρκος πρόεδρος αναφέρθηκε στον ρόλο των ΗΠΑ σε αυτό: «…σταματήστε τους εξοπλισμούς. Πού το πάτε με αυτούς τους εξοπλισμούς; Η Αμερική συνεχίζει να σας δίνει άφθονα όπλα. Τα παίρνετε επειδή η Αμερική σας τα δίνει δωρεάν ή επειδή δεν θέλει χρήματα»;
Οι Τούρκοι, αντιλαμβάνονται πολύ καλά τι θα σημαίνουν για την Ελλάδα τα FMF. Εφόσον ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός των χαμηλότοκων δανείων FMF, θα διευκολυνθούν σοβαρά οι προμήθειες όπλων από τις ΗΠΑ. Ένα από τα επιχειρήματα που τέθηκαν από την στρατιωτική ηγεσία στις σχετικές κρούσεις προς τους Αμερικανούς αξιωματούχους, ήταν ότι θα λυνόταν άμεσα το ζήτημα της υψηλής προκαταβολής που πρέπει να καταβληθεί με την ανάθεση συμβάσεως για τα F-35. Η προοπτική των FMF είναι που έχει προκαλέσει την κινητοποίηση του ΓΕΕΘΑ στην προώθηση προγραμμάτων προμήθειας αμερικανικής προελεύσεως υλικού, αποστέλλοντας LOR για ελικόπτερα UH-60M τον περασμένο Απρίλιο κι εν συνεχεία για ελικόπτερα Apache και Chinook. Κι αυτά είναι μόνο η αρχή…
Όπως έχουμε αναφέρει, η αρχική ενημέρωση της Αθήνας είναι για πιστώσεις 2 δισ. $ με μηδενικό διοικητικό και διαχειριστικό κόστος. Εν τούτοις, η απόφαση μάλλον θα αφορά την συγκεκριμένη διευθέτηση για περίοδο 3-4 ετών, εξασφαλίζοντας για την Ελλάδα ευνοϊκό περιβάλλον αποπληρωμών συνολικής οροφής ακόμη και 6-8 δισ. $.
Εάν η Ουάσιγκτον διστάζει λόγω Τουρκίας και το “πάγωμα” αυτών των κρίσιμης σημασίας υποθέσεων για την Ελλάδα παραταθεί σε ενοχλητικό βαθμό, θα πρέπει ασφαλώς να υπάρξουν τρόποι αντιδράσεως. Στην διπλωματική αντίληψη της Αθήνας, είναι μάλλον ξένη η πρακτική των εκβιασμών γενικώς, οπότε απαιτούνται επιλογές υψηλής διπλωματικής πολιτικής εξισορροπητικού χαρακτήρος. Επιλογές που αναδεικνύουν την πολυδιάσταση εξωτερική πολιτική και την “επιχειρησιακή” ευκαμψία ως εκ της ιδιότητος της χώρας ως κράτος μέλος και της ΕΕ.
Από τις δηλώσεις του νέου ΥΕΘΑ Νίκου Δένδια κατά την τελετή παράδοσης – παραλαβής στις 27 Ιουνίου, μπορούμε να προσέξουμε την συγκεκριμένη παράγραφο: «Σε μια κρίσιμη συγκυρία παγκόσμιων ανακατατάξεων η Ελλάδα έχει υποχρέωση να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών, να εδραιώσει με αυτοπεποίθηση τη θέση της στο διεθνές περιβάλλον, ως παράγων ασφάλειας και σταθερότητας, να έχει ρόλο και λόγο στις εξελίξεις που την αφορούν. Η διαπίστωση αυτή αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, αν συνυπολογισθούν στο ισοζύγιο ισχύος οι αμυντικές συμφωνίες που υπέγραψα για λογαριασμό της πατρίδας μας».
Ο νέος ΥΕΘΑ, υπενθυμίζει όχι απλώς ότι αυτός ήταν που διαχειρίστηκε από την θέση του υπουργού Εξωτερικών τις αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία που πέτυχε η προηγουμένη κυβέρνηση αλλά και την βαρύτητα που έχουν αυτές στο ευρύτερο ισοζύγιο ισχύος. Επομένως, στην παρούσα συγκυρία, ο πολιτικός προϊστάμενος για την Άμυνα της χώρας, είναι ο κατ’ εξοχήν έμπειρος χειριστής τέτοιων σύνθετων ζητημάτων υψηλής πολιτικής.
Ως εκ τούτου, μία από τις επιλογές των Αθηνών, είναι να προωθήσει συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με έναν ακόμη διεθνή πυλώνα πολιτικοοικονομικής ισχύος υψηλής επιρροής. Η προηγουμένη κυβέρνηση, προώθησε τις διαδικασίες για μια τέτοια συμφωνία με την Γερμανία, αλλά απολέσθη η δυναμική κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023. Πηγές από το Βερολίνο, αποδίδουν την ευθύνη τόσο σε μάλλον άστοχους χειρισμούς της κυβερνήσεως συνεργασίας του καγκελαρίου Σολτς, όσο και στην ελληνική κυβέρνηση που “μετέδωσε” λάθος μηνύματα από επίδειξη αδύναμης ασκήσεως πολιτικής στο εσωτερικό, για την άρση εσκεμμένων εμποδίων και παθογενειών του κρατικού μηχανισμού.
Αν και ιστορικής σημασίας πλέον, έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι την συγκεκριμένη κυβερνητική αποτυχία, επεδίωξε να εκμεταλλευθεί ο τότε αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως, στην συνάντησή του με τον καγκελάριο Σολτς στα τέλη του περασμένου Απριλίου. Τότε, ο Αλέξης Τσίπρας συζήτησε με τον Γερμανό καγκελάριο όχι μόνο εξοπλιστικά προγράμματα αλλά έδειξε και το ενδιαφέρον του για την ελληνογερμανική στρατηγική συμφωνία αμυντικής συνεργασίας!
Είναι αυτονόητο, ότι μία τέτοια συμφωνία με την Γερμανία, έχει πολύ ευρύτερες διαστάσεις για την Ελλάδα και το διεθνές περιβάλλον, μόνο αδράνεια και δημιουργία κενών, δεν δικαιολογεί.
Η νέα ισχυρή κυβέρνηση στην Αθήνα, καλείται να διαχειριστεί μία λεπτή στρατηγική πολιτικών, αμυντικών και οικονομικών διαστάσεων, σε μία περίοδο που η σχέση με τις ΗΠΑ βρίσκεται σε μία κατάσταση κεκαλυμμένης δοκιμασίας. Εάν αυτό λαμβάνει μορφή εξασθενίσεως ενός κρίκου από την αλυσίδα διεθνών συμμαχιών της χώρας, τότε πρέπει όχι μόνο να επιδιωχθεί η επανασύσφιξή του αλλά και η προσθήκη ενός νέου ισχυρού κρίκου σε αυτήν.
Δάνειο FMF ύψους 2 δισ. $ για την Ελλάδα έχει εγκρίνει η Ουάσιγκτον