Τι υλικό μετέφεραν από την Νότιο Αφρική τα τουρκικά A400M;
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Η είδηση ότι αεροσκάφη στρατηγικών μεταφορών A400Μ Atlas της Τουρκικής Αεροπορίας, προσγειώθηκαν στην Νότιο Αφρική κι επέστρεψαν έμφορτα με παλετοποιημένο στρατιωτικό υλικό, προκάλεσε όπως ήταν αναμενόμενο εντύπωση. Δύο αεροσκάφη προσγειώθηκαν στο Κέηπ Τάουν στις 30 Απριλίου, εκ των οποίων ένα μετέφερε δωρεάν βοήθεια για την αντιμετώπιση του COVID 19 κι επέστρεψαν στην Τουρκία με φορτίο. Ακολούθησαν δύο νέες αφίξεις από κενά αεροσκάφη στις 2 Μαΐου ενώ μία ακόμη αναμενόταν εντός της επομένης ή μεθεπομένης.
Το κύριο ερώτημα που τέθηκε, ήταν τι φορτίο ήταν αυτό που μεταφέρθηκε στην Τουρκία και συγκεκριμένα στην κρατική εταιρεία ΜΚΕΚ, όπως αναφέρθηκε. Η πρέσβης της Τουρκίας στην Νότιο Αφρική, αναφέρθηκε σε “κάποιου είδους πυρομαχικά” αγορασθέντα από την Rheinmetall Denel Munition (RDM) “για εκπαίδευση και ασκήσεις του τουρκικού στρατού“. Κατά την πρέσβη, οι απαραίτητες διαδικασίες και εγκρίσεις είχαν διευθετηθεί πριν την λήψη αυστηρών μέτρων περιορισμού των κινήσεων στην Νότιο Αφρική ενώ διευκρίνισε ότι ο παραλήπτης του υλικού, η ΜΚΕΚ, “με κάλεσαν και είπαν ότι ήταν σε απόγνωση επειδή η συμφωνία προέβλεπε την παραλαβή στις αρχές Μαρτίου“. Επειδή επρόκειτο για πολεμικό υλικό, η μεταφορά έπρεπε να γίνει με στρατιωτικά αεροσκάφη αλλά οι πτήσεις διακόπηκαν όταν ο εναέριος χώρος των χωρών της Αφρικής έκλεισε στην εναέριο κυκλοφορία και η εξασφάλιση αδείας περιπλέχθηκε.
Ο Νοτιοαφρικανός στρατιωτικός αναλυτής Helmoed-Römer Heitman εξέφρασε την υπόθεση ότι το φορτίο αφορούσε ενδεχομένως φωτοβολίες, καπνογόνα και αβολίδοτα φυσίγγια, αλλά αυτό πρέπει να αποκλεισθεί. Ο ίδιος είπε ότι μπορεί να πρόκειται για πυραυλοκινητήρες ή πολεμικές κεφαλές πυραύλων. Αιτιολόγησε το τελευταίο λέγοντας ότι, “Οι Τούρκοι έχουν εδώ ένα σχεδιαστικό γραφείο που σχεδιάζει πυραύλους για παραγωγή στην Τουρκία και υποθέτω ότι είναι πιθανό ορισμένες αρχικές παρτίδες να χρησιμοποιούν Νοτιοαφρικά κομμάτια“.
Τι υλικό μεταφέρθηκε
Η πραγματικότητα μπορεί να ανιχνευθεί ανατρέχοντας στις ανακοινώσεις της RDM για εξασφάλιση συμβάσεων το τελευταίο διάστημα. Μερικές ημέρες μετά την αίσθηση που προκλήθηκε από τις πτήσεις των τουρκικών αεροσκαφών στην Νότιο Αφρική, η RDM ανακοίνωσε στις 7 Απριλίου ότι εξασφάλισε σύμβαση από μη κατονομαζόμενο διεθνή πελάτη, ύψους άνω των 80 εκατ. $ που αφορά την παραγωγή αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων Τακτικών Τμηματικών Γεμισμάτων που προορίζονται για την προώθηση οβίδων πυροβολικού. Η εταιρεία διευκρίνισε ότι η σύμβαση είχε εξασφαλισθεί στα τέλη του παρελθόντος Μαρτίου και ότι οι παραδόσεις έχουν ορισθεί για το 2021. Οι πληροφορίες αυτές οδηγούν στην υπόθεση ότι πελάτης είναι η Τουρκία και ότι το παραληφθέν υλικό αποτελούσε αρχική ποσότητα που ζητήθηκε για την κάλυψη επειγουσών αναγκών ή αποτελούσε υλικό προηγουμένης αντίστοιχης συμβάσεως. Ο προσδιορισμός του χρόνου παραδόσεων για το επόμενο έτος, μπορεί να είναι παραπλανητικός, ώστε να μην συσχετισθεί με τις πτήσεις των τουρκικών αεροσκαφών.
Το Τακτικό Τμηματικό Γέμισμα προορίζεται για την βολή οβίδων πυροβολικού των 155 mm και με την τμηματική κατασκευή του, απλοποιούνται οι διαδικασίες διοικητικής μερίμνης, όπως και οι διαδικασίες χειρισμού από πλευράς υπηρετών του στοιχείου πυροβόλου. Σοβαρό πλεονέκτημα του συγκεκριμένου γεμίσματος είναι ο μειωμένος βαθμός φθοράς της κάννης και το χαμηλότερο ίχνος λάμψεως από τον σωλήνα του πυροβόλου, που δυσχεραίνει τον οπτικό εντοπισμό του κατά την νύκτα. Τα προϊόντα της RDM πληρούν τα κριτήρια του Μνημονίου Κατανοήσεως Διακλαδικών Βαλλιστικών ΝΑΤΟ (JBMoU) συνεπώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν από στρατιωτικές δυνάμεις της Συμμαχίας ή άλλες που χρησιμοποιούν δυτικά συστήματα πυροβολικού.
Η προμήθεια των προωθητικών γεμισμάτων, προορίζεται σαφώς για την γραμμή παραγωγής οβίδων πυροβολικού 155 mm που λειτουργεί στην ΜΚΕΚ. Η επείγουσα κατάσταση, σχετίζεται κατά πάσα πιθανότητα με τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την κατανάλωση πυρομαχικών στις επιχειρήσεις που διεξάγει η Τουρκία σε Ιράκ, Συρία και Λιβύη. Η πραγματικότητα αυτή, αναδεικνύει ότι όπως συμβαίνει παγκοσμίως, οι εταιρείες αμυντικής βιομηχανίας βασίζονται κατά κόρον σε έτοιμες λύσεις (υλικά, απάρτια, μέρη, υποσυστήματα) για την ανάπτυξη δικού τους τελικού προϊόντος και η RDM είναι ένας από τους προμηθευτές των τουρκικών εταιρειών.
Η RDM αποτελεί κοινοπραξία της γερμανικής Rheinmetall Waffe Munition GmbH, που κατέχει το 51% του μετοχικού κεφαλαίου και της νοτιοαφρικανικής Denel (Pty) Ltd. Η RDM συνεισφέρει στον κύκλο εργασιών του Ομίλου Rheinmetall με σχεδόν 200 εκατ. ευρώ, που αναλογούν στο 10% περίπου. Μέσω της RDM, μπορούν να παρακαμφθούν οι περιορισμοί στις εξαγωγές όπλων που επιβάλει η γερμανική κυβέρνηση βάσει πολιτικών αποφάσεων. Είναι σαφές ότι αυτή την “διέξοδο” χρησιμοποιεί και η Τουρκία, μετά την επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές αμυντικού υλικού από την Γερμανία, εξ αφορμής της τελευταίας τουρκικής επεμβάσεως στην Συρία.
Αξίζει να προσεχθεί ένα ακόμη στοιχείο, αυτό της δηλώσεως του αναλυτή Helmoed-Römer Heitman, που αποκαλύπτει την ύπαρξη τουρκικού σχεδιαστικού γραφείου στην Νότιο Αφρική, για συνεργασία σε θέματα αναπτύξεως προϊόντων από τουρκικές εταιρείες. Η αναφορά του Heitman στην σχεδίαση πυραύλων, μπορεί να δώσει μια εικόνα για το εύρος συνεργασίας και σε αυτό τον τομέα.