Στην τελική ευθεία η στρατηγική συμφωνία για Leopard 2 και Lynx
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Δημοσιεύματα στον γερμανικό Τύπο, αναφέρθηκαν σε πρόταση της Rheinmetall προς την Ουκρανία, για πώληση 98 τεθωρακισμένων Marder 1A3 με πυρομαχικά και ανταλλακτικά, έναντι 153 εκατ. €. Δεν έχει υπάρξει εξέλιξη ακόμη, εξαιτίας διαφόρων ζητημάτων αλλά η είδηση, αναδεικνύει μία διάσταση με ελληνικό ενδιαφέρον.
Από το περασμένο καλοκαίρι, έχουμε αναφέρει την κυοφορουμένη πρόταση της Rheinmetall προς την Ελλάδα, για προμήθεια του Τεθωρακισμένου Οχήματος Μάχης Lynx, σε συνδυασμό με μεγάλη βιομηχανική επένδυση. Η πρόταση σχετίζεται με αντίστοιχη από πλευράς KMW, που συνολικώς αντιπροσωπεύουν την προσπάθεια αποκαταστάσεως της ελληνογερμανικής συνεργασίας στους εξοπλισμούς και την αμυντική βιομηχανία, μέσα από μια συμφωνία εξωδικαστικής διευθετήσεως εκκρεμοτήτων του παρελθόντος.
Έχουμε γράψει επίσης, ότι οι γερμανικές προτάσεις σχεδιάζεται να περιλαμβάνουν ελκυστικά ανταλλάγματα για την ελληνική πλευρά, τόσο σε επίπεδο παραχωρήσεως μεταχειρισμένου υλικού, όσο και σε επίπεδο τιμών και ευνοϊκών χρηματοδοτικών λύσεων. Η Rheinmetall συγκεκριμένα, είχε σε αποθήκευση 200 Marder τα οποία υπήρχε πρόθεση να παραχωρηθούν δωρεάν για την κάλυψη αναγκών του Ελληνικού Στρατού αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επηρεάσει την κατάσταση. Όπως γράψαμε, με επιτυχείς ενέργειες του ΥΕΘΑ Νικολάου Παναγιωτόπουλου και παρόλο που ακόμη δεν έχει κατατεθεί επισήμως η πρόταση της Rheinmetall, 100 από τα Marder έχουν δεσμευθεί για την “ελληνική υπόθεση”.
Αξίζει ίσως να αναδειχθεί το οικονομικό όφελος που θα προκύψει για το ελληνικό Δημόσιο άμεσα, με την υπογραφή της επιδιωκομένης συμφωνίας – πλαίσιο, με την οποία οι δύο πλευρές θα καταλήγουν σε εξωδικαστική διευθέτηση και υπογραφή συμφωνίας στρατηγικής σημασίας με τις KMW και Rheinmetall.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ανωτέρω καταδειχθέν τίμημα της προτάσεως πωλήσεως 98 Marder στην Ουκρανία, προκύπτει αυτομάτως ότι η παραχώρηση 100 οχημάτων δωρεάν στον Ελληνικό Στρατό, εξασφαλίζει οικονομικό όφελος τάξεως 150 εκατ. €. Θεωρητικώς, κι εφόσον ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί κάτι με την Ουκρανία, το σύνολο των οχημάτων εξακολουθεί να είναι διαθέσιμο για τον Ελληνικό Στρατό, το οικονομικό όφελος θα είναι διπλάσιο.
Πέραν των Marder όμως, αξιόπιστες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι δύο γερμανικές εταιρείες είναι έτοιμες να παραχωρήσουν δωρεάν και άλλο υλικό, πολύ χρήσιμο για άλλες ανάγκες του Ελληνικού Στρατού. Συνολικώς, μπορούμε να πούμε ότι από τις δωρεάν παραχωρήσεις υλικού που θα αποτελούν μέρος των δύο συμβάσεων, προκύπτει εξοικονόμηση τουλάχιστον 300-350 εκατ. €, που θα απαιτούντο για την αγορά αυτού του υλικού.
Άλλο οικονομικό όφελος, προκύπτει από τις ελκυστικές τιμές που έχει προσφέρει η KMW για τον εκσυγχρονισμό των αρμάτων Leopard 2A4. Όπως έχουμε γράψει, στο πλαίσιο χειροπιαστών δειγμάτων καλής θελήσεως για επανεκκίνηση της διμερούς σχέσεως, οι τιμές που προτείνονται για πρόγραμμα του Ελληνικού Στρατού είναι μικρότερες κατά 20-30% σε σχέση με αυτές που είχαν προταθεί μέσω ενός προγράμματος που προωθούσε στην Ευρώπη η EDA. Καθώς το πρόγραμμα των 183 αρμάτων ανέρχεται σε ύψος 1,2 δισ. € περίπου στην πιο συγκρατημένη περίπτωση, αυτό μεταφράζεται σε οικονομικό όφελος τάξεως 240-360 εκατ. €!
Άλλο πολύ σημαντικό κόστος από το οποίο θα απαλλαγεί το ελληνικό Δημόσιο και ο Έλληνας φορολογούμενος, είναι αυτό της αποζημιώσεως που διεκδικεί στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο (ICC) η KMW. Καθώς τα οφειλόμενα είναι της τάξεως των 100 εκατ. €, εκτιμάται ότι δικαίωση της γερμανικής εταιρείας (η οποία θεωρείται περίπου βεβαία) θα κατέληγε σε απόφαση καταβολής τουλάχιστον 150 εκατ. € ενώ σύμφωνα με τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις, ακόμη και το διπλάσιο ποσό, δηλαδή 200 εκατ. $. H KMW, προτείνοντας εξωδικαστικό συμβιβασμό, διαγράφει αυτομάτως την ελληνική οφειλή των 100 εκατ. € και τις έντοκες διεκδικήσεις 150-200 εκατ. €.
Είναι προφανές ότι η επιλογή της κυβερνήσεως Μητσοτάκη να μην επαναληφθούν λάθη προηγουμένων κυβερνήσεων, όπου η χώρα έχει πικρή εμπειρία από “ηρωϊκές” ανταγωγές σε διεθνή δικαστήρια, διαφυλάσσει όχι μόνο το δημόσιο χρήμα αλλά και το κύρος της χώρας προς τις διεθνείς αγορές. Η απόφαση του Αρείου Πάγου, μόλις στις αρχές Απριλίου, ως προς την απόφαση του ICC για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, υπενθύμισε ότι το ελληνικό Δημόσιο θα καταβάλει αποζημίωση 460 εκατ. € στον Ισκαντέρ Σάφα, επειδή προηγούμενες κυβερνήσεις αθέτησαν τα συμφωνηθέντα και αντί να επιδιώξουν εποικοδομητική συμβιβαστική λύση, απάντησαν με ανταγωγές διεκδικήσεως 6-7 δισ. € χωρίς ελπίδα, που απέβλεπαν απλώς στον εντυπωσιασμό της ανίδεης κοινής γνώμης.
Τέλος, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν, η πρόβλεψη της επενδύσεως στην χώρα, με την δημιουργία μεγάλης βιομηχανικής μονάδος για την υλοποίηση των προγραμμάτων. Καθώς τα χρήματα που θα διατεθούν, θα κατευθυνθούν σε ελληνική κατασκευαστική εταιρεία για την ανέγερση του εργοστασίου, αυτονοήτως το μεγαλύτερο μέρος της επενδύσεως θα κατευθυνθεί στην ελληνική αγορά. Το έργο υπολογίζεται ότι θα είναι της τάξεως των 50 εκατ. € ενώ κατ’ άλλες πληροφορίες θα είναι διπλάσιο.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι η κοινή γερμανική πρόταση στρατηγικής συνεργασίας, μέσω δρομολογήσεως δύο μειζόνων εξοπλιστικών προγραμμάτων, συνοδεύεται από εξαιρετικά σημαντικές εξοικονομήσεις για το ελληνικό Δημόσιο, συμποσούμενες σε πλέον των 700 εκατ. €! Αυτό όμως, είναι μόνο η υγιής βάση εκκινήσεως που έχει δηλώσει πρόθυμη να εξασφαλίσει η γερμανική πλευρά. Τα οφέλη για την χώρα θα είναι πολύ μεγαλύτερα, εάν σκεφθεί κανείς ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα μια υπερσύγχρονη βιομηχανική μονάδα θα λειτουργεί στην χώρα, νέες θέσεις εργασίας υψηλών προσόντων θα δημιουργηθούν (εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τις 1.000) ενώ αυτή όχι μόνο θα λειτουργεί για την κάλυψη των ελληνικών προγραμμάτων αλλά θα δέχεται και έργο από τον συνολικό φόρτο έργου που θα εξασφαλίζουν από τρίτους πελάτες οι KMW και Rheinmetall.
Η ελληνογερμανική προσέγγιση κατέστη εφικτή, μετά την απόφαση των γερμανικών εταιρειών να διακόψουν την συνεργασία και κάθε δεσμό, με παλαιούς αντιπροσώπους τους στην Ελλάδα, ταυτισμένους με αμαρτωλό παρελθόν. Η προσέγγιση απεδείχθη σωστή, επειδή η πραγματική κατάσταση ως προς τις εκκρεμότητες αλλά και ως προς μία αμοιβαίως επωφελή λύση με προοπτική για το μέλλον, μεταφέρθηκε χωρίς αλλοιώσεις ή παρερμηνείες στην ελληνική κυβέρνηση κι έγινε αποδεκτή. Δεν είναι τυχαίο ότι η τελική απόφαση σε επίπεδο Μαξίμου ελήφθη όταν πλέον οι γερμανικές εταιρείες κατέθεσαν και εγγράφως επιστολή, με την οποία δηλωνόταν επισήμως ότι παλαιοί αντιπρόσωποι δεν έχουν πλέον καμμία απολύτως εξουσία εκπροσωπήσεώς τους στην Ελλάδα.
Οι διαπραγματεύσεις που εξελίσσονται επί αρκετούς μήνες με επικεφαλής τον ΥΕΘΑ Νικόλαο Παναγιωτόπουλο, ήταν αναμενόμενο ότι θα προκαλούσαν αντιδράσεις από το παλαιό “σύστημα”, οι οποίες εκδηλώθηκαν με διαφόρους τρόπους, μεταξύ άλλων με αρνητικά δημοσιεύματα για το πρόσωπο του υπουργού. Επιπλέον, μέσω διεφθαρμένων προσβάσεων στις Ένοπλες Δυνάμεις και την ΓΔΑΕΕ, επιδιώχθηκε από τους παλαιούς αντιπροσώπους που πλέον εκπροσωπούν άλλες εταιρείες τρίτων χωρών, η παρουσίαση προσκομμάτων στην διαπραγμάτευση και η προώθηση μελετών σε επιτελικό επίπεδο για άλλα προγράμματα ώστε να λάβουν προτεραιότητα υλοποιήσεως, από την στιγμή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε να αυξήσει τις εξοπλιστικές δαπάνες.
Σε επίπεδο δημοσιευμάτων επίσης, ήταν φυσιολογική η παρουσίαση τοποθετήσεων απαξιωτικών για τις προτάσεις των γερμανικών εταιρειών, με πτωχή επιχειρηματολογία που περιοριζόταν σε δήθεν επιχειρησιακά κριτήρια. Όμως όπως είναι σαφές, οι προτάσεις που έχουν κατατεθεί, εμπεριέχουν και έντονο το στοιχείο της επενδύσεως στην βιομηχανική βάση της χώρας, κομβικής σημασίας στοιχείο που είναι φυσιολογικό να έχει ειδική βαρύτητα στην αξιολόγηση της κυβερνήσεως. Ενδεικτική της τάσεως υποβαθμίσεως των γερμανικών προτάσεων, ήταν η στάση της ΓΔΑΕΕ κατά την καθιερωμένη μηνιαία ενημέρωση εκπροσώπων της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας στις 6 Απριλίου. Σε αυτές τις ενημερώσεις, οι εκπρόσωποι της ΕΑΒΙ θέτουν την ατζέντα θεμάτων για τα οποία επιθυμούν ενημέρωση και η ΓΔΑΕΕ απαντά διεξοδικώς. Όταν η ενημέρωση έφθασε στο ζήτημα των γερμανικών προτάσεων, εκφράσθηκε αμφιβολία για την προοπτική και την σοβαρότητά τους, σημειώνοντας ότι το εργοστάσιο θα κλείσει έπειτα από 3-4 χρόνια, επειδή οι Γερμανοί δεν είναι σοβαροί! Όλα αυτά από πλευράς ΓΔΑΕΕ, την στιγμή που δεν έχει κατατεθεί ακόμη επισήμως η πρόταση της Rheinmetall για να μπορεί να ασκήσει κάποιος την όποια κριτική σε τυχόν συγκεκριμένα σημεία. Φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη δυσκολία να γίνουν αντιληπτά στον γραφειοκρατικό μηχανισμό τα αυτονόητα οφέλη για όλο τον κλάδο συνολικώς, καθώς ελληνικές εταιρείες θα ενταχθούν στους υποκατασκευαστές – συνεργάτες των δύο γερμανικών κολοσσών ενώ η χώρα θα ενταχθεί στον πυρήνα των εξελίξεων της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανίας.
Η 30ή Απριλίου, είναι η τελευταία προθεσμία που έχει θέσει το ICC για κατάληξη του ελληνικού Δημοσίου σε συμφωνία πλαίσιο προς οριστικό εξωδικαστικό συμβιβασμό, κατόπιν διαδοχικών αναβολών της αποφάσεως που έχουν ζητήσει τους τελευταίους μήνες και οι δύο πλευρές. Η κυβέρνηση έχει λάβει αποφάσεις, παραμερίζοντας συμφέροντα αντιπροσώπων, το λεγόμενο πολιτικό κόστος και την εύκολη λύση του λαϊκισμού, με την διασπορά αντιγερμανικού κλίματος, που ουσιαστικώς ήταν η συνταγή για εκβιασμούς και παιχνίδι χρηματισμών διεφθαρμένων κυκλωμάτων. Αρκεί μόνο να αναρωτηθεί κανείς, γιατί από την στιγμή που οι Γερμανοί καθιέρωσαν σκληρούς νόμους για την πάταξη της διαφθοράς, με αποτέλεσμα να διακοπούν οι παλαιές πρακτικές χρηματισμού, στην Ελλάδα ξαφνικά έγιναν οι “κακοί”, με τους οποίους οι προηγούμενοι υπουργοί και πρωθυπουργοί δεν… ενδιαφέρθηκαν να βρουν λύσεις.
Αγώνας δρόμου μέχρι 30 Απριλίου για την ελληνογερμανική στρατηγική συνεργασία