Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Προ μερικών ημερών, στην Κύπρο αναγνωρίστηκε o έφεδρος ανθυπολοχαγός Ανδρέας Λοϊζίδης που έχει καταγραφεί στους αγνοουμένους της τουρκικής εισβολής, μέσω σειράς τουρκικών φωτογραφιών που απαθανάτισαν την παράδοση Κυπρίων σε Τούρκους στρατιώτες στις 7 Αυγούστου 1974. Η αναγνώριση έγινε κατόπιν αναδείξεως του φωτογραφικού υλικού και τοπογραφικής συσχετίσεως από τον ερευνητή Οδυσσέα Χρίστου ο οποίος με την εργασία του προκάλεσε κινητοποίηση και ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη.
Η ιστορία είναι μία από τις περιπτώσεις που επιβεβαιώνουν ότι τακτικές δυνάμεις του τουρκικού στρατού και όχι απλώς Τουρκοκύπριοι ένοπλοι, δεν σεβάστηκαν τους αιχμαλώτους (στρατιώτες και πολίτες) και τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ. Ενώ όμως η γενική εικόνα τέτοιων τραγικών καταστάσεων είναι κατά κανόνα συνδεδεμένη με στρατιωτικό προσωπικό μονάδων στρατού ξηράς, όπως και στην περίπτωση της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, υπάρχει και μια άγνωστη παρόμοια πράξη “εγκλήματος πολέμου” που διαπράχθηκε από τους Τούρκους. Αυτή όμως είχε ως εκτελεστές, ιπταμένους της τουρκικής αεροπορίας.
Μία πράξη η οποία, από ένα παιχνίδι της μοίρας διαπράχθηκε εις βάρος Τούρκων και γι’ αυτό δεν έχει απασχολήσει τόσο την ελληνική πλευρά ενώ από την τουρκική έχει συγκαληφθεί. Παρά το ότι η πράξη είχε ως θύματα Τούρκους, δεν παύει να αναδεικνύει ότι και το προσωπικό της τουρκικής αεροπορίας, ιπτάμενοι επαγγελματίες αξιωματικοί, παρουσίασε συμπεριφορές κτηνωδίας και αντίθετες με κάθε έννοια τιμής και ηθικής, έναντι ανυπεράσπιστων ανθρώπων που καθώς είχαν ηττηθεί στο πεδίο της μάχης, απλώς πάλευαν για την επιβίωσή τους.
Η περίπτωση, αφορά την γνωστή ιστορία της βυθίσεως του αντιτορπιλικού KOCATEPE (D 354) στις 21 Ιουλίου 1974. Σε γενικές γραμμές, είναι γνωστό ότι προβλήματα διοικήσεως και ελέγχου οδήγησαν σε σοβαρή παρεξήγηση και αδυναμία αναγνωρίσεως μεταξύ τουρκικών αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα την εκ λάθους εκδήλωση αεροπορικής επιθέσεως σε τρία τουρκικά αντιτορπιλικά, ανοικτά της Πάφου.
Χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες για την εκδήλωση της αεροπορικής επιθέσεως, αυτό που έχει σημασία να τονιστεί είναι ότι τα δύο άλλα αντιτορπιλικά που συνόδευαν το KOCATEPE, έσπευσαν να παράσχουν βοήθεια και να περισυλλέξουν ναυαγούς. Όμως όπως φαίνεται, τα τουρκικά αεροπλάνα συνέχισαν τις επιθέσεις και δεν δίστασαν να πολυβολήσουν μέχρι και τις σωστικές λέμβους με τις οποίες επιχειρούσαν να σωθούν οι ναυαγοί.
Ο Μεμέτ Αλί Μπιράντ, εκ των πλέον αναγνωρισμένων και έγκυρων Τούρκων δημοσιογράφων που περιέγραψε με επάρκεια τα πολιτικοδιπλωματικά, σε συνδυασμό με την γενική πορεία των στρατιωτικών επιχειρήσεων του 1974, έχει δώσει μια περιγραφή των γεγονότων, που μάλλον οι Τούρκοι θέλουν να ξεχάσουν. Καθώς όμως τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί στην ελληνική εδώ και δεκαετίες, δίνεται μια ευκρινής εικόνα του δράματος που έζησαν οι ναυαγοί του KOCATEPE και του “εγκλήματος πολέμου” που διέπραξαν εναντίον τους οι αεροπόροι συνάδελφοί τους.
Την περίπτωση του KOCATEPE περιέγραψε ο Μπιράντ στο βιβλίο του “30 Sicak Gün” που εκδόθηκε το 1976 και εκδόθηκε στην ελληνική από τις εκδόσεις Ιωάννης Φλώρος, υπό τον τίτλο “Απόφαση Απόβαση“.
Όπως περιγράφει ο Μπιράντ, οι σωστικές λέμβοι συγκεντρώθηκαν και δέθηκαν μεταξύ τους προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες διασκορπισμού από το θαλάσσιο ρεύμα που τις παρέσυρε νότια. Η επίθεση των αεροπλάνων εναντίον των ανυπεράσπιστων λέμβων, περιγράφεται ως εξής: “Εκείνοι που βρίσκονταν μέσα στις λέμβους άρχισαν να κόβουν έντρομοι τα σκοινιά που τις κρατούσαν ενωμένες. Οι νεκροί πλήθαιναν. Τα κύματα που ανέβαιναν σαν βουνά άρχισαν να ανατρέπουν τις βάρκες. Αυτοί που ήθελαν να ξεφύγουν από τα πολυβόλα των αεροπλάνων έπεφταν στη θάλασσα και χάνονταν για πάντα… Τίποτε δεν μπορούσε να εμποδίσει την καταστροφή. Μέσα στον άνεμο και τη φασαρία δεν άκουγαν ούτε τις οδηγίες του κυβερνήτη ούτε τα λόγια των άλλων”.
Οι ναύτες επεδίωξαν να κόψουν τα σκοινιά που κρατούσαν τις λέμβους δεμένες, προφανώς για να μειώσουν τον στόχο που προσέφεραν στους αιμοδηψείς αεροπόρους. Μπορούμε όλοι να φανταστούμε τις σκηνές τρόμου που έζησαν, αφού επεδίωκαν να βρουν σωτηρία πέφτοντας πάλι στο νερό.
Με κάποια αοριστία περιγραφής, ο Μπιράντ διαχωρίζει τις αεροπορικές επιθέσεις σε δύο: μία αρχική εναντίον της μοίρας των τριών πολεμικών και μία δεύτερη, εναντίον των αντιτορπιλικών που επιχειρούσαν διάσωση των ναυαγών του KOCATEPE. Στην πρώτη αναφέρει, “Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν σκοτωθεί 20-25 άτομα” και στην δεύτερη, “Με συντριβή έβλεπαν από το “Τσακμάκ” και τις λέμβους να χάνονται μπροστά στα μάτια τους 15-20 σύντροφοί τους, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα”.
Βεβαίως, ο έμπειρος δημοσιογράφος και συγγραφέας, θέλοντας προφανώς να αποφύγει κατηγορίες και ενέργειες διώξεως εις βάρος του, στην συνέχεια του κειμένου του επιχειρεί κάποια αποστασιοποίηση, γράφοντας ότι κανείς αεροπόρος δεν σκέφτηκε να πολυβολήσει τις λέμβους…
Από τα 242 μέλη του πληρώματος του μοιραίου αντιτορπιλικού, 54 άνδρες (3 αξιωματικοί, 14 υπαξιωματικοί, 37 ναύτες) έχασαν την ζωή τους.
Ο αριθμός είναι εντυπωσιακός, ιδίως εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι το πλοίο δεν εξαϋλώθηκε από κάποια ισχυρή έκρηξη, που προκάλεσε έναν τόσο μεγάλο αριθμό απωλειών. Όμως η δράση των τουρκικών αεροπλάνων, αφενός εμπόδισε τα άλλα δύο αντιτορπιλικά να συνδράμουν στην περισυλλογή κι υποχρεώθηκαν να απομακρυνθούν (αφήνοντας τους ναυαγούς στην θάλασσα για να περισυλλεχθούν από ξένα καράβια) αφετέρου οι πολυβολισμοί των λέμβων φόνευσαν αρκετούς από τους ναυαγούς. Καθίσταται αντιληπτό δηλαδή, ότι οι απώλειες που προκλήθηκαν από τα πλήγματα που υπέστη το KOCATEPE ήταν περίπου ίδιες με τις απώλειες από την εγκληματική συμπεριφορά των αεροπόρων εναντίον των σωστικών λέμβων.
Σήμερα, οι αναφορές στα τουρκικά μέσα για το KOCATEPE είναι γενικόλογες και αποφεύγουν λεπτομέρειες. Αποκρύπτεται φυσικά η πράξη των Τούρκων αεροπόρων που συνιστά “έγκλημα πολέμου”, σοβαρή συμβολή στις αντίστοιχες εγκληματικές πράξεις εις βάρος Ελλήνων αιχμαλώτων, που πραγματοποίησαν οι τακτικές δυνάμεις του τουρκικού στρατού εκείνο το καλοκαίρι.