Δεν είναι οι ανώτατοι το πρόβλημα των Ενόπλων Δυνάμεων – Άρνηση πραγματικότητας στην “Ατζέντα 2030”
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιδιώκονται μειώσεις στις θέσεις ανωτάτων αξιωματικών στις Ένοπλες Δυνάμεις. Οι δηλώσεις του ΥΕΘΑ Νίκου Δένδια για “υδροκεφαλισμό” που πρέπει να καταπολεμηθεί, ήταν υπερβολικές και δικαιολογημένα προκάλεσαν αρνητική εντύπωση, ιδίως στην αδαή κοινή γνώμη. Επί της ουσίας, οι απρόσεκτες δηλώσεις, στην περίπτωση της συγκρίσεως για πολλοστή φορά με τις Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ, όχι μόνο πλήττουν το κύρος της ηγεσίας του στρατιωτικού οικοδομήματος αλλά κινούνται σαφώς σε επίπεδα λαϊκισμού.
Η Πολιτεία έχει παραμελήσει τους αξιωματικούς γενικότερα και το πρόβλημα δεν είναι οι θέσεις ανωτάτων αξιωματικών αλλά η κατάσταση που επικρατεί στις τάξεις των υπαξιωματικών και των στρατευσίμων. Η εξέλιξη των υπαξιωματικών είναι γρήγορη, με αποτέλεσμα την απώλεια πολύτιμης εμπειρίας και αποδυνάμωση της βάσεως, τόσο σε ποιότητα όσο και σε αριθμούς. Η λήψη βαθμού αξιωματικού με το ισχύον καθεστώς, προκαλεί αχρείαστη διόγκωση στην μέση του σώματος ενώ είναι σαφής η απαξίωση του θεσμού του αξιωματικού. Πρόκειται ίσως για το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα των Ενόπλων Δυνάμεων.
Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις δε, το στοιχείο της αυξημένης παρουσίας γυναικών στις τάξεις των υπαξιωματικών, έχει καταστρεπτικές επιπτώσεις για το οικοδόμημα. Στο Πολεμικό Ναυτικό, η χαμηλή επάνδρωση των πλοίων οφείλεται σε αυτό το στοιχείο και εξ αυτού προκύπτει η πτώση και του ηθικού, που επιφέρει την απαρέσκεια της υπηρετήσεως σε πολεμικά πλοία και κατ’ επέκταση υποβαθμίζει το γενικότερο ενδιαφέρον για καρριέρα στον Κλάδο. Οι γυναίκες υπαξιωματικοί, ιδίως όταν γίνουν μητέρες, απομακρύνονται από τα πλοία, με αποτέλεσμα να τοποθετούνται σε θέσεις γραφείων – γραμματειακή υποστήριξη, με μηδενική συνεισφορά σε επιχειρησιακό έργο και απόδοση. Εάν τέτοια στελέχη προάγονται σε βαθμούς αξιωματικού και μάλιστα σε μικρότερο χρόνο απ’ ό,τι οι απόφοιτοι της ΣΝΔ, θα έπρεπε να έχει σημάνει συναγερμός αλλά στην Ελλάδα όλα αυτά αντιμετωπίζονται με χαλαρότητα.
Γενικότερα, τα αποκαλούμενα “κοινωνικά κριτήρια” αποτελούν μεγάλη πληγή και δεν φαίνεται να υπάρχει καμμία τάση συγκρατήσεως, αφού διαρκώς προστίθενται και άλλα.
Ο προηγούμενος ΥΕΘΑ είχε προετοιμάσει σχετικό νομοσχέδιο για την θεραπεία του προβλήματος αλλά δεν προχώρησε λόγω του πολιτικού κόστους. Θεωρήθηκε ότι θα προκαλείτο γενική δυσαρέσκεια που θα επηρέαζε και την ψήφο… Επομένως η κυβέρνηση γνωρίζει το πρόβλημα αλλά δεν επιθυμεί να το λύσει.
Ως προς το ζήτημα των στρατευσίμων, παρά τις ελπιδοφόρες δηλώσεις του ΥΕΘΑ και του πρωθυπουργού για συνολική επαναπροσέγγιση του ζητήματος της στρατιωτικής θητείας, υπάρχει πλήρης άρνηση λήψεως του μόνου μέτρου που μπορεί να συμβάλει στην βελτίωση της επανδρώσεως των μονάδων, με όλες τις ευεργετικές προεκτάσεις που θα έχει κάτι τέτοιο: αύξηση της διάρκειας της θητείας. Ενώ η κυβέρνηση της ΝΔ αύξησε την θητεία από 9 σε 12 μήνες, υπονόμευσε την “επόμενη ημέρα” θέτοντας το ανόητο μέτρο της μειωμένης θητείας 9 μηνών για όσους υπηρετούν στα πρόσω. Λες και ο αδιάφορος θα έχει πρόβλημα εάν υπηρετήσει 3 μήνες περισσότερο αλλά κοντά στο σπίτι του…
Ορθώς ο ΥΕΘΑ έχει ανακοινώσει ότι θα επιδιωχθεί η αναβάθμιση της εκπαιδεύσεως των στρατευσίμων, ώστε στην θητεία να αποκτούν πραγματικά εφόδια. Αρκεί αυτά τα εφόδια να είναι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας στρατιωτών και όχι λουφαδόρων νεολαίων. Δίχως όμως αριθμούς, η καθημερινότητα στις μονάδες παραμένει δύσκολη, οι διοικητές σηκώνουν ψηλά τα χέρια και μετά οι αρμόδιοι παρατηρούν την κάθετη πτώση του ενδιαφέροντος για εισαγωγή σπουδαστών στις στρατιωτικές σχολές.
Μαζί λοιπόν με την απαξίωση του θεσμού του αξιωματικού, έχει επέλθει και η απαξίωση της στρατιωτικής θητείας των στρατευσίμων. Σε αμφότερα τα σημεία αιχμής, η κυβέρνηση δεν παρουσιάζεται αποφασιστική για λύσεις αλλά αξιοποιεί σε υπέρτατο βαθμό την επικοινωνία.
Η άρνηση να δει κάποιος κατάματα την κατάσταση και η επίδειξη ατολμίας, είναι ασφαλής συνταγή για την καταστροφή. Βλέπουμε όμως να αποτελεί συστατικό της “Ατζέντας 2030”.