Από την ελληνική ρέπλικα της Porsche σε ένα ελληνικό τεθωρακισμένο όχημα 4×4
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Προ μερικών ημερών, ο υφυπουργός Μεταφορών Γιάννης Κεφαλογιάννης και οι βουλευτές Άννα Μάνη – Παπαδημητρίου και Μιχάλης Παπαδόπουλος, επισκέφθηκαν τις εγκαταστάσεις της εταιρείας Replicar Hellas Automotive στην Κατερίνη κι ενημερώθηκαν για το αντικείμενο της παραγωγής της, που είναι ακριβή αντίγραφα συγκεκριμένων κλασικών μοντέλων της Porsche. Πρόκειται για χειροποίητα αυτοκίνητα, τα οποία απευθύνονται σε ένα ειδικό και απαιτητικό κοινό με ενδιαφέρον για την αυτοκίνηση.
Κατά την επίσκεψη των στελεχών της ΝΔ, συζητήθηκαν με την διεύθυνση της RCH Automotive ζητήματα που αφορούν ενδεχόμενες κυβερνητικές παρεμβάσεις με νομοσχέδια και υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες θα έχουν ευεργετική επίδραση σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις εξειδικευμένου αντικειμένου. Πρόκειται για απτή απόδειξη του κυβερνητικού ενδιαφέροντος για λήψη πρακτικών μέτρων προκειμένου να ενισχυθεί η παραγωγή και ο βιομηχανικός κλάδος στην χώρα, σε τομείς που για ορισμένους ακούγονται ως φαντασία, μετά το κλείσιμο των δύο εργοστασίων κατασκευής αυτοκινήτων Opel και Nissan που είχαν ανοίξει στην Ελλάδα κατά την δεκαετία του 1980. Η ενθάρρυνση τέτοιων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και η στενή παρακολούθηση των δρώμενων, μπορούν να επιτρέψουν στην χώρα να αποκτήσει κάποιο ικανοποιητικό βιομηχανικό “αποτύπωμα”, με προϊόντα σε τομείς όπως η κατασκευή οχημάτων, άλλων μέσων μεταφοράς και γενικότερα μηχανημάτων σύγχρονης τεχνολογίας και ευρείας καταναλώσεως.
Η RCH Automotive, δεν είναι κανένας βιομηχανικός γίγαντας αλλά η επιμονή των ανθρώπων της στην υπέρβαση των προβλημάτων που θέτει η τερατώδης γραφειοκρατία και η “εχθρική” κρατική στάση σε κάθε τι σχεδόν που σχετίζεται με την παραγωγή, παραπέμπουν σε γιγαντιαία υπομονή και επιμονή στον σκοπό. Η συγκεκριμένη εταιρεία, έχει κατά βάση εξαγωγικό προσανατολισμό, δεδομένου ότι η ελληνική νομοθεσία, σε αντίθεση με την αντίστοιχη άλλων χωρών της ΕΕ, περίπου δεν εκχωρεί άδεια κυκλοφορίας στις “ελληνικές Porsche” που κατασκευάζονται στην Κατερίνη. Με αυτό τον τρόπο, όχι μόνο η RCH Automotive περιορίζεται σε μικρή παραγωγή αλλά και το ίδιο το κράτος απολαμβάνει περιορισμένα έσοδα από φόρους. Τα τελευταία αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά, εάν το ενδιαφέρον του υφυπουργού Μεταφορών μετουσιωθεί σε έργα.
Εύκολα μπορεί να αντιληφθεί ο καθένας ότι εάν από το 2007 η RCH Automotive έχει φτάσει μέχρι εδώ που βρίσκεται σήμερα, τι θα μπορούσε να έχει πετύχει εάν το κράτος ήταν αρωγός και όχι αντίπαλος στην προσπάθειά της. Οι θέσεις εργασίας θα ήταν πολύ περισσότερες, η παραγωγή πολύ μεγαλύτερη και τα έσοδα του δημοσίου από φόρους, ανάλογα. Μιλάμε για την Α – Β στην Οικονομία…
Σύμφωνα με την εταιρεία, ο μέγιστος ρυθμός παραγωγής που έχει επιτευχθεί σε ετήσια βάση, έχει ανέλθει σε 25 οχήματα. Η μέση τιμή κάθε αυτοκινήτου, κινείται στα επίπεδα των 50.000 ευρώ. Εάν για μια τόσο μικρή παραγωγή ο υφυπουργός Μεταφορών έδειξε προσωπικό ενδιαφέρον, πρέπει να επαινεθεί ακόμη περισσότερο για την προσοχή που έχει επιδείξει. Αλλά το μέγα ερώτημα που ανακύπτει, είναι γιατί δεν υπάρχει ανάλογο κυβερνητικό ενδιαφέρον για την κατασκευή ελληνικής σχεδιάσεως οχημάτων σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς;
Δεν αναφερόμαστε στην περίπτωση μιας ξένης αυτοκινητοβιομηχανίας που θα πεισθεί να ανοίξει εργοστάσιο παραγωγής στην Ελλάδα. Οι γενικότερες συνθήκες αλλά κατά βάση η άρρωστη “συνδικαλιστική παράδοση” της χώρας, συνιστούν αποτρεπτικό παράγοντα. Αυτό που απομένει, είναι να ενθαρρύνει η κυβέρνηση Έλληνες επιχειρηματίες οι οποίοι έχουν την δυνατότητα να παρουσιάσουν οχήματα πολύ ευρύτερης χρήσεως, ώστε να παραχθούν κατά χιλιάδες και το δημόσιο να βγει διπλά ωφελημένο. Πως; Εφόσον στην σχεδίαση και ανάπτυξη υπάρχει κρατική συμμετοχή – υποστήριξη, τότε το δημόσιο μπορεί να εξασφαλίσει άμεσα “δικαιώματα” επί των πωλήσεων ενώ σε κάθε πώληση θα εισπράττονται οι ανάλογοι φόροι.
Εάν από την παραγωγή λίγων δεκάδων χειροποίητων αυτοκινήτων που κατασκευάζονται στην Κατερίνη, τα κρατικά ταμεία εισπράττουν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ φόρο, τότε πόσα έσοδα μπορούν να εισρεύσουν από την παραγωγή ενός “απλού” οχήματος 4×4 διττής φύσεως, δηλαδή ικανό να πλασαριστεί τόσο στην πολιτική αγορά όσο και σε στρατιωτικές υπηρεσίες;
Έχουμε αναφέρει και παλαιότερα, ότι εν όψει της επετείου των 200 ετών από την Εθνική Παλιγγενεσία το 2021 η κυβέρνηση, θα έπρεπε να έχει θέσει ορισμένους εμβληματικούς εθνικούς στόχους αντί να περιορισθεί σε γιορτές και πανηγύρια που σύντομα θα ξεχαστούν. Η ανάπτυξη κάποιων “βασικών” ολοκληρωμένων βιομηχανικών προϊόντων, όπως ένα ελληνικό στρατιωτικό τεθωρακισμένο όχημα 4×4, ένα φορτηγό όχημα, ένα UAV ή ένα εθνικό τυφέκιο, είναι απολύτως εντός των δυνατοτήτων της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας.
Όλα αυτά, πλην του τυφεκίου, έχουν διττή φύση, δηλαδή και εμπορική και στρατιωτική χρήση, συνεπώς διευκολύνονται οι κυβερνητικοί χειρισμοί σε επίπεδο διαδικασιών και εξευρέσεως χρηματοδοτικών εργαλείων. Αρκεί μόνο η βούληση. Ήδη ο ΥΕΘΑ Νίκος Παναγιωτόπουλος έχει εξαγγείλει τον στόχο της αναπτύξεως ενός εθνικού UAV, χωρίς να το συνδέσει με το ορόσημο του 2021 – κακώς κατά την γνώμη μας. Όμως το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και οι Ένοπλες Δυνάμεις, θα έπρεπε να πρωτοστατούν σε μια τέτοια “εθνική στοχοθεσία” εν όψει του 2021. Γιατί; Διότι οι πρόγονοί μας, δεν έκαναν την Επανάσταση με πανηγύρια, τελετές, ομιλίες, ημερίδες, παραστάσεις στην Λυρική Σκηνή και… power point. Χρησιμοποίησαν όπλα! Συνεπώς, υπάρχει ένας πολύ σοβαρός λόγος για τον οποίο ο ΥΕΘΑ Ν. Παναγιωτόπουλος, ο ΥΦΕΘΑ Αλ. Στεφανής αλλά και ο Α/ΓΕΕΘΑ Πτέραρχος Χ. Χριστοδούλου οφείλουν να επιδιώξουν την ένταξη στο πλαίσιο των δράσεων για τα 200 χρόνια από το 1821 που σχεδιάζει η κυβέρνηση, ενός μετρημένου και απολύτως ρεαλιστικού προγράμματος αναπτύξεως εθνικών προϊόντων – “συστημάτων” υψηλού συμβολισμού.
Έχουμε τονίσει στο παρελθόν ότι η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία (ΕΑΒΙ) είναι μια από τις ελάχιστες εθνικές υποδομές στον κλάδο της “βαριάς” Βιομηχανίας, επειδή σχετίζεται με πολύπλοκα ολοκληρωμένα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Και όταν μιλάει κανείς για την ΕΑΒΙ, δεν πρέπει να κάνει το κλασικό σφάλμα που κάνουν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συνδέοντάς την αυτομάτως με τις κρατικές εταιρείες του χώρου. Υπάρχουν και ιδιωτικές εταιρείες στην ΕΑΒΙ, που έχουν επιβιώσει και έχουν σαφώς εξαγωγικό προσανατολισμό, χωρίς να αναμένουν “δουλειές” από το Ελληνικό Δημόσιο ενώ μπορούν να “αντιδράσουν” πολύ ταχύτερα κι ευέλικτα, ανταποκρινόμενες σε μια πρόκληση – στόχο που θα τους τεθεί.
Το εθνικό UAV που εξήγγειλε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘΑ, είναι ένας θεμιτός στόχος προς την σωστή κατεύθυνση. Αλλά ας σκεφτούν οι αρμόδιοι πιο… “επιχειρηματικά” και πρακτικά. Τι προοπτικές υπάρχουν στην εγχώρια και την διεθνή αγορά; Με απλά λόγια, πόσα τέτοια UAV θα πωληθούν και τι ροές εσόδων αναμένουμε να έχουν τα κρατικά ταμεία από φόρους; Αντιστοίχως, ένα τεθωρακισμένο όχημα 4×4 μπορεί να πωληθεί κατά χιλιάδες στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και στο εξωτερικό, εισφέροντας περισσότερα στην Εθνική Οικονομία. Επιπλέον, μπορεί να πετύχει διείσδυση στον “πολιτικό τομέα”, μέσω υπηρεσιών ασφαλείας κ.λπ.
Εάν στην παρούσα φάση μπορούμε να πούμε ότι σε έναν θεωρητικό TOP 3 κατάλογο στόχων για το 2021, το εθνικό UAV είναι ο Νο3 από πάσης απόψεως (τεχνολογική πρόκληση, βιομηχανοποίηση, κόστος) τότε ένα τεθωρακισμένο όχημα 4×4 είναι αυτονοήτως ο Νο1.
«Ελλάδα 2021»: Ας βάλουμε στόχους ένα ελληνικό όχημα, ένα φορτηγό, ένα UAV