Ανησυχητικοί δείκτες μειωμένου ενδιαφέροντος για στρατιωτική σταδιοδρομία στην Κύπρο

Γράφει ο Πέτρος Σαββίδης, PhD
Ακαδημαϊκός, αναλυτής γεωπολιτικής, άμυνας και ασφάλειας
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται ανησυχητικά δεδομένα όσον αφορά το ενδιαφέρον των Κυπρίων για επαγγελματική σταδιοδρομία στην Εθνική Φρουρά. Μετά τη δραματική συρρίκνωση του ενδιαφέροντος για υπηρεσία στις τάξεις των Συμβασιούχων Οπλιτών (ΣΥΟΠ), εξαιτίας του επιπόλαιου χειρισμού που έτυχε ο θεσμός από την προηγούμενη Κυβέρνηση, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μειωμένο ενδιαφέρον για εισδοχή στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΣΕΙ) και τις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) της Ελλάδας. Εκτός του σημαντικού, και συνεχώς αυξανόμενου, κενού που έχει δημιουργηθεί στο ζήτημα των ΣΥΟΠ (πέραν των 700 κενών θέσεων), εφέτος, για πρώτη φορά, 17 θέσεις στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών (ΣΜΥ)–Τμήμα Όπλων παρέμειναν κενές.
Τα δεδομένα θα πρέπει να εξεταστούν άμεσα και να τύχουν πολυδιάστατης ανάλυσης – από επιτροπή τεχνοκρατών των Υπουργείων Άμυνας και Οικονομικών, η οποία να υποστηρίζεται από επιστημονική ομάδα εργασίας – ώστε να εξαχθούν εγκαίρως συμπεράσματα και να αποφευχθούν δυσάρεστες εξελίξεις που θα πλήξουν, ακόμη περισσότερο, την επιχειρησιακή ετοιμότητα της ΕΦ. Αν συνεχίσει η διόγκωση των κενών στην οροφή των ΣΥΟΠ, χωρίς τη λήψη άμεσων αποτρεπτικών μέτρων, τότε θα απειληθεί η ύπαρξη του ιδίου του θεσμού, χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η κατάρρευσή του τα επόμενα χρόνια. Το ίδιο ισχύει και στο θέμα των μονίμων αξιωματικών και υπαξιωματικών. Το μειωμένο ενδιαφέρον που καταγράφεται την τελευταία εξαετία, αν συνεχιστεί, θα κλονίσει έτι περισσότερο το στρατιωτικό οικοδόμημα με απρόβλεπτες συνέπειες στην στελέχωση των πολεμικών μονάδων και την επάνδρωση των σύγχρονων οπλικών συστημάτων που αποκτά η Δύναμη τα τελευταία χρόνια.
Δύο παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την πολυδιάστατη εξέταση και την ορθολογιστική ανάλυση του προβλήματος, είναι ο συντηρητικός τρόπος λειτουργίας και οι δομές του κρατικού μηχανισμού, που ενθαρρύνουν τα υπηρεσιακά στεγανά αντί την πολυτμηματική συνεργασία μεταξύ υπουργείων, και οι μονοδιάστατες αντιλήψεις των κρατικών αξιωματούχων που επικεντρώνονται στη διεκπεραίωση τρεχουσών υποχρεώσεων παρά στον σχεδιασμό και τον καθορισμό μελλοντικών εξελίξεων. Συγκεκριμένα, η απόλυτη και μονοδιάσταση (καθαρά στρατιωτική) αντίληψη των προβλημάτων που χαρακτηρίζει τη σκέψη των επιτελών αλλά και οι στυγνοί δημοσιονομικοί περιορισμοί των τεχνοκρατών του Υπουργείου Οικονομικών, στραγγαλίζουν τους στρατιωτικούς θεσμούς χωρίς να αντιλαμβάνονται τις μακροχρόνιες επιπτώσεις επί της ασφάλειας της Δημοκρατίας, την οποία όμως χρεώνουν αποκλειστικά στο Υπουργείο Άμυνας και το ΓΕΕΦ.
Η δεινή θέση του θεσμού των ΣΥΟΠ
Από την υιοθέτηση του σημαντικού θεσμού των ΣΥΟΠ, ο οποίος προέκυψε το 2016 μετά την βεβιασμένη απόφαση της Κυβέρνησης Αναστασιάδη για μείωση της στρατιωτικής θητείας των κληρωτών στρατιωτών από 24 σε 14 μήνες, το ζήτημα της επαγγελματικής αβεβαιότητας οδήγησε σε μαζικές παραιτήσεις τα επόμενα χρόνια. Σήμερα, οι κενές θέσεις ξεπερνούν τις 700 επί συνόλου 3.090 εγκεκριμένων θέσεων. Παρά τις επανειλημμένες προκηρύξεις για συμπλήρωση των κενών την περίοδο 2017-2023, η πρόσφατη προκήρυξη 700 θέσεων, αναμενόμενα, δεν έφερε θετικά αποτελέσματα, αφού το ενδιαφέρον των υποψηφίων ήταν μειωμένο και περιορίστηκε σε 300 αιτήσεις, παρά την παράταση που δόθηκε από το ΥΠΑΜ. Νοείται ότι ο αριθμός αυτός αναμένεται να μειωθεί έτι περισσότερο αφού οι ενδιαφερόμενοι θα υποβληθούν σε ιατρικές εξετάσεις, αθλητικές δοκιμασίες και ψυχομετρικές μετρήσεις.
Ο επιπόλαιος χειρισμός του κρίσιμου ζητήματος της μείωσης της στρατιωτικής θητείας από τον Δημοκρατικό Συναγερμό (ΔΗΣΥ) τον Φεβρουάριο του 2016, εν όψη των επικείμενων βουλευτικών εκλογών της 22ας Μαΐου 2016 –ο τότε A/ΓΕΕΦ Αντιστράτηγος Μπασιακούλης δεν είχε ενημερωθεί για την εξαγγελία– και η ανεύθυνη, περιστασιακή αντιμετώπιση του θεσμού των ΣΥΟΠ τα επόμενα χρόνια, θα οδηγούσε σταδιακά σε συνθήκες που θα έθεταν την βιωσιμότητά του υπό αμφισβήτηση. Λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική απουσία επαγγελματικής στρατιωτικής παράδοσης στην κυπριακή κοινωνία, η αρχική δυναμική που εμφάνισε ο θεσμός τα πρώτα χρόνια ήταν ελπιδοφόρα για τη σταδιακή μετεξέλιξη της ΕΦ σε μια ημιεπαγγελματική δύναμη.
Ενδεικτικά, στην πρώτη προκήρυξη της 3ης Ιουνίου 2016 για την πρόσληψη 3.000 ανδρών, κατατέθηκαν 5.005 αιτήσεις από τις οποίες 1.354 απορρίφθηκαν (27,05%) ενώ ο τελικός πίνακας επιτυχόντων περιελάβανε 3.667 πρόσωπα από τα οποία προσλήφθηκαν 3.079. Παράλληλα όμως, την διετία 2016-2017 παραιτήθηκαν (ή δεν ανανεώθηκαν τα συμβόλαια) 1.001 ΣΥΟΠ –δηλαδή το ένα τρίτο της προσληφθείσας, υπό δοκιμασία, δύναμης– με αποτέλεσμα να επαναπροκηρυχθούν, στις 26 Μαΐου 2017, νέες θέσεις οι οποίες περιλάμβαναν υποψηφίους και των δύο φύλων. Από τις 4.014 αιτήσεις που υποβλήθηκαν στην δεύτερη αυτή προκήρυξη, απορρίφθηκαν 1.989 πρόσωπα (47,28%) με τον τελικό κατάλογο να περιλαμβάνει 2.119 άνδρες και γυναίκες από τους οποίους προσλήφθηκαν 639.
Η παρατεταμένη αντιμετώπιση του θεσμού, από την προηγούμενη Κυβέρνηση, ως απεριόριστη δεξαμενή αναλώσιμου προσωπικού, δημιούργησε συνθήκες συστημικής εκκρεμότητας για την ΕΦ και επαγγελματικής αβεβαιότητας για το προσωπικό. Αποτέλεσμα ήταν, το ΥΠΑΜ και το ΓΕΕΦ να εισέλθουν σε μια ατέρμονη διαδικασία αντιμετώπισης συνεχών παραιτήσεων, ετήσιων επαναπροκηρύξεων θέσεων, και νέων προσλήψεων, με πολύ μεγάλες επιχειρησιακές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Έτσι, η ανάληψη της διακυβέρνησης από την Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, τον Μάρτιο του 2023, την έφερε αντιμέτωπη με το οξύ πρόβλημα, αφού, ενώ οι πρώτοι ΣΥΟΠ διένυαν ήδη το έβδομο έτος υπηρεσίας, δεν είχε προηγηθεί οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για αποκατάσταση της επαγγελματικής αβεβαιότητας που ταλάνιζε τον θεσμό από τη σύστασή του το 2016. Προ του κινδύνου κατάρρευσης, εξαιτίας των συνεχών παραιτήσεων του προσωπικού το οποίο αναζητούσε μόνιμες θέσεις στην Αστυνομία και την Πυροσβεστική, οι οποίες προσέφεραν, εκτός της επαγγελματικής αποκατάστασης, περισσότερα ωφελήματα –δηλαδή μισθολογική κλίμακα Α5, αντί της Α1 των ΣΥΟΠ, και δυνατότητα υπερωριακής απασχόλησης– η Κυβέρνηση εξήγγειλε περιορισμένα οικονομικά κίνητρα.
Αρχικά προσφέρθηκε αύξηση των απολαβών των ΣΥΟΠ από την μισθολογική κλίμακα Α1 στην κλίμακα Α2 (με ελάχιστη μηνιαία αύξηση) και φορολογούμενο μηνιαίο επίδομα €100 για όλους του ΣΥΟΠ και €200 για αυτούς που υπηρετούν σε επίλεκτες μονάδες όπως η Διοίκηση Καταδρομών και η Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών. Οι επιπλέον οικονομικές παροχές θεωρήθηκαν από την Κυβέρνηση ως επαρκείς για την ανακοπή των παραιτήσεων αλλά δεν έγινε έγκαιρα αντιληπτό ότι κύρια αιτία της συνεχούς αιμορραγίας προσωπικού δεν ήταν μόνο το οικονομικό κίνητρο αλλά κυρίως η επαγγελματική αποκατάσταση. Οι πρόσφατες εξαγγελίες της Κυβέρνησης για έναρξη μετάπτωσης του καθεστώτος των ικανών ΣΥΟΠ (μετά από εξετάσεις), από ωρομίσθιους συμβασιούχους Οπλίτες, με όριο ηλικίας τα 42 έτη, σε συμβασιούχους Υπαξιωματικούς αορίστου χρόνου, μέχρι το 57 έτος της ηλικίας τους, μετά την συμπλήρωση δεκαετούς υπηρεσίας (το 2026), απέτυχε να ανακόψει τις συνεχιζόμενες παραιτήσεις και να ανατρέψει το πολύ χαμηλό ενδιαφέρον για τον θεσμό.

Η δυνητική κατάρρευση του θεσμού θα φέρει την ΕΦ σε εξαιρετικά δύσκολη θέση αφού η απόδοση των ετήσιων κλάσεων κληρωτών στρατιωτών (εκτιμάται φέτος σε 3.700) δεν μπορεί, με κανένα τρόπο, να αναπληρώσει το ζωτικό επιχειρησιακό κενό, σε επαγγελματικό προσωπικό, που έχει ήδη δημιουργηθεί και συνεχίζει να διογκώνεται. Όλα τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο θεσμός βρίσκεται σε κρίση και το ερώτημα που αιωρείται αφορά την επιβίωσή του τα επόμενα χρόνια. Ενώ ο αρχικός σχεδιασμός του ΓΕΕΦ προνοούσε, στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης της ΕΦ, την πρόσληψη 3.800 ΣΥΟΠ στην περίπτωση μείωσης της στρατιωτικής θητείας, η τότε Κυβέρνηση, αγνοώντας τις εισηγήσεις των στρατιωτικών, υιοθέτησε αυθαίρετα την οροφή των 3.000 ανδρών. Σήμερα ο αριθμός των ανδρών και γυναικών ΣΥΟΠ φαίνεται να έχει μειωθεί στις 2.300, και θεωρείται σχεδόν αδύνατο ότι το μεγάλο αυτό κενό μπορεί να συμπληρωθεί από την εγχώρια δεξαμενή ενδιαφερομένων.
Η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει σήμερα ένα κρίσιμο δίλημμα. Να αφήσει τον θεσμό στην φθίνουσα μοίρα του, που θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της οροφής του προσωπικού σε επίπεδα 1.500 ή και 1.000, ή να προσπαθήσει να τον διασώσει, με κάθε τρόπο, ώστε να διατηρηθεί η άκρως αναγκαία οροφή των 3.090 Συμβασιούχων Οπλιτών. Οποιαδήποτε διστακτικότητα στη λήψη σημαντικών και τολμηρών αποφάσεων θα καταλήξει στη συρρίκνωση του θεσμού με άμεσες επιχειρησιακές επιπτώσεις στην αποστολή της ΕΦ. Ίσως η μόνη λύση που απέμεινε να είναι η άμεση διεύρυνση της διαθέσιμης δεξαμενής ενδιαφερομένων, διαμέσου της τροποποίησης της σχετικής νομοθεσίας και των κανονισμών περί ΣΥΟΠ ώστε να καταστεί δυνατή η πρόσληψη ικανών ανδρών (και γυναικών) Ελληνικής ιθαγένειας από την Ελλάδα.
Σε οικονομικό επίπεδο, ο ακάθαρτος μηνιαίος μισθός των €1.325 (κατά το πρώτο έτος υπηρεσίας), το επιπρόσθετο μηνιαίο επίδομα των €100 ή €200 (για υπηρεσία στη ΔΚΔ και τη ΜΥΚ), και το ενδεικτικό επίδομα στέγασης εξωτερικού επιπέδου €350-400 μηνιαίως, εκτιμώνται ως ελκυστικά για νέους Ελλαδίτες οι οποίοι ενδιαφέρονται να σταδιοδρομήσουν επαγγελματικά στην Κύπρο. Η προσφορά επιπλέον κινήτρων επαγγελματικής αποκατάστασης, όπως η δυνατότητα σταδιακής μονιμοποίησης μέχρι το 57 έτος της ηλικίας, η λήψη οικονομικής αποζημίωσης (εφάπαξ) με τη συμπλήρωση του χρόνου υπηρεσίας, και η δυνητική λήψη συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, αυξάνουν τα προσφερόμενα οφέλη για την προσέλκυση των κατάλληλων υποψηφίων από την Ελλάδα.
Επιπλέον, θεωρείται επιβεβλημένη η εξέταση, εκ μέρους του ΥΠΑΜ, της πιθανότητας υιοθέτησης προγράμματος σταδιακής κατασκευής Στρατιωτικών Οικημάτων ΣΥΟΠ (ΣΟΣΥΟΠ) σε περιοχές όπου εδρεύουν κύριοι Σχηματισμοί, όπως ο Κόρνος, ο Μαθιάτης, ο Διλήκηπος, η Κλήρου, και αλλού, ώστε να διευκολυνθεί η εγκατάσταση ΣΥΟΠ από την Ελλάδα, όταν η διαθεσιμότητα ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων ή οικιών είναι πολύ περιορισμένη. Η πρακτική διαμονής συγκεκριμένων κατηγοριών στρατιωτικού προσωπικού σε στρατιωτικά οικήματα είναι διαδεδομένη παγκοσμίως και παράλληλα αυξάνει το κύρος των ενόπλων δυνάμεων μιας χώρας που προσφέρει τέτοιες διευκολύνσεις στο προσωπικό τους.
Είναι αλήθεια ότι κατά την πρόσληψη επαγγελματικού προσωπικού από την Ελλάδα ως Εθελοντών Πενταετούς Υπηρεσίας (ΕΠΥ) την περίοδο 1995-2002, στο πλαίσιο του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, παρουσιάστηκαν κάποια προβλήματα από ορισμένους υποψηφίους, οι οποίοι τελικά οδηγήθηκαν σε παραίτηση ή εκδιώχθηκαν από τη ΕΦ ως ακατάλληλοι. Οι ΕΠΥ, όμως, από την Ελλάδα που παρέμειναν στη Δύναμη, πολλοί εκ των οποίων αποκαταστάθηκαν και οικογενειακά στο νησί, συνεχίζουν να εκτελούν μέχρι σήμερα πολύτιμα καθήκοντα στην ΕΦ, καθώς αναδείχθηκαν πρόσωπα υπεύθυνα και αφοσιωμένα στην στρατιωτική υπηρεσία.
Δεν πρέπει να υπάρχει οποιοσδήποτε δισταγμός, εκ μέρους της Κυβέρνησης, σχετικά με το πολιτικό κόστος, στο εξωτερικό και το εσωτερικό, για την πιθανότητα ένταξης Ελλαδιτών ΣΥΟΠ στην ΕΦ. Ήδη όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη συνασπίζεται για την αντιμετώπιση στρατιωτικών απειλών από τη Ρωσία, και δεν τίθεται οποιοδήποτε νομικό ζήτημα για τη συμμετοχή προσωπικού μιας χώρας της ΕΕ στις ένοπλες δυνάμεις μιας άλλης χώρας της Ένωσης. Στο εσωτερικό, οποιεσδήποτε αντιδράσεις από το αριστερό Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού (ΑΚΕΛ) –πολλοί υποστηρικτές του οποίου υπηρετούν ήδη στις τάξεις των ΣΥΟΠ– αναμένεται να έχουν ρητορικό παρά ουσιαστικό χαρακτήρα και δεν πρέπει να επηρεάσουν την αναγκαία αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης.
Φθίνον ενδιαφέρον για επαγγελματική σταδιοδρομία στην ΕΦ
Η φοίτηση Κυπρίων υποψηφίων στις παραγωγικές σχολές αξιωματικών και υπαξιωματικών της Ελλάδας για στελέχωση της ΕΦ, άρχισε αμέσως μετά την καταστροφή του 1974 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα χωρίς οποιοδήποτε οικονομικό κόστος για την Δημοκρατία, το οποίο επωμίζεται αποκλειστικά η Ελλάδα. Οι θέσεις προσφέρονται μετά από συνεννόηση μεταξύ του ΥΠΑΜ και του ΓΕΕΦ με το ΥΕΘΑ και το ΓΕΕΘΑ, και οι διαδικασίες εισδοχής που ακολουθούνται είναι σχεδόν ταυτόσημες με αυτές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα. Πέραν των προκαταρκτικών διαδικασιών, κυρίαρχη βαρύτητα αποδίδεται στις γραπτές εξετάσεις που διενεργούνται ετησίως στο πλαίσιο των Παγκύπριων Εξετάσεων.
Την τελευταία πενταετία, η διάθεση θέσεων σε Κυπρίους υποψηφίους στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΣΕΙ) και τις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) της Ελλάδας έχει αυξηθεί σημαντικά. Ενώ το 2020 το σύνολο των προσφερόμενων θέσεων ανέρχονταν σε 88, τα επόμενα έτη οι θέσεις αυξήθηκαν σταδιακά φτάνοντας φέτος τις 136 (αύξηση 154% από το 2020). Καθώς όμως οι προσφερόμενες θέσεις αυξάνονται, παρατηρείται πτωτική τάση στον αριθμό των ενδιαφερομένων.
Βάσει των στοιχείων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου, το 2020 υπήρχαν 653 υποψήφιοι στις εξετάσεις των στρατιωτικών σχολών, 522 το 2021, 437 το 2022, 588 το 2023, το 2024 ο αριθμός μειώθηκε σε 301, κι εφέτος συρρικνώθηκε σε 175. Δηλαδή εντός περιόδου έξι ετών (2020-2025) παρουσιάζεται μείωση του ενδιαφέροντος κατά 373%. Παράλληλα εφέτος, για πρώτη φορά, 17 θέσεις υποψηφίων στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών – Τμήμα Όπλων παραμείναν κενές, αφού από τις 59 διαθέσιμες θέσεις καλύφθηκαν, μετά από τις γραπτές εξετάσεις, μόνο οι 42, δηλαδή ποσοστό 71,2%.
Όσον αφορά τις φετινές επιδόσεις στις γραπτές εξετάσεις, η βαθμολογία για την πλήρωση των 45 θέσεων αξιωματικών ήταν αρκετά υψηλή και κυμάνθηκε μεταξύ 19.42743 (υψηλότερη) και 17.30635 (χαμηλότερη), με εξαίρεση δυο θέσεις ΥΤΣ. Στους κύριους κλάδους σπουδών των υποψήφιων αξιωματικών, δηλαδή τη Στρατιωτική Σχολή Ευέλπιδων (ΣΣΕ)–Τμήμα Όπλων, τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ)–Τμήμα Μαχίμων, τη Σχολή Ικάρων (ΣΙ)–Τμήμα Ιπταμένων και τη ΣΙ–Τμήμα Μηχανικών, η ανώτατη και κατώτερη βαθμολογία ήταν σχεδόν ισοδύναμη ως ακολούθως: 19.16096–17.30635 (ΣΣΕ-Όπλων), 19.22645–18.10217 (ΣΝΔ-Μαχίμων), 19.42743–17.84798 (ΣΙ-Ιπταμένων), και 19.34091–19.04446 (ΣΙ-Μηχανικών).
Για την πλήρωση των 91 θέσεων υπαξιωματικών, οι επιδόσεις στις εξετάσεις κυμάνθηκαν από 19.40238 (υψηλότερη) μέχρι 9.19621 (χαμηλότερη)· και οι δύο καταγράφονται στη ΣΜΥ–Τμήμα Όπλων. Όσο αφορά τη Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού (ΣΜΥΝ) οι επιδόσεις κυμάνθηκαν μεταξύ 19.05138 και 16.80112, ενώ στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Αεροπορίας (ΣΜΥΑ) μεταξύ 19.07706 και 15.73822. Όπως γίνεται αντιληπτό, προβληματισμός εμφανίζεται για τους υποψηφίους της ΣΜΥ, τόσο στο Τμήμα Όπλων όσο και στο Τμήμα Σωμάτων. Στην πρώτη περίπτωση (Τμήμα Όπλων) από τις 59 διαθέσιμες θέσεις παραχωρήθηκαν μόνο οι 42, ενώ πρωτοφανής θεωρείται και η χαμηλή βαθμολογία που έλαβαν ορισμένοι υποψήφιοι. Λιγότερος προβληματισμός εμφανίζεται και στη δεύτερη περίπτωση (Τμήμα Σωμάτων) όπου καταγράφονται επίσης χαμηλές επιδόσεις συγκριτικά με τις δυο άλλες σχολές υπαξιωματικών, δηλαδή του Ναυτικού και της Αεροπορίας.
Ενώ οι γενικές επιδόσεις των υποψηφίων εξακολουθούν να παραμένουν υψηλές ως σχετικά υψηλές, σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, προκύπτουν δυο κύρια ερωτήματα. Πρώτον, γιατί την τελευταία εξαετία, και ειδικά τα τελευταία δυο χρόνια, παρατηρείται σημαντική μείωση του ενδιαφέροντος για στρατιωτική σταδιοδρομία στην ΕΦ; Δεύτερον, γιατί η φοίτηση στη ΣΜΥ καθίσταται λιγότερο ελκυστική σε σχέση με τη φοίτηση στη ΣΜΥΝ και την ΣΜΥΑ; Εν τη απουσία στοιχείων από υπηρεσιακές αναφορές και επιστημονικών δεδομένων από εξωυπηρεσιακές έρευνες, η ανάλυση που ακολουθεί βασίζεται σε υποθετικές ερμηνείες.
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, η φθίνουσα τάση στο αριθμό των υποψηφίων είναι άκρως ανησυχητική και αναμένεται, αν συνεχισθεί τα επόμενα χρόνια, ότι θα οδηγήσει σε περισσότερα κενά στην πλήρωση των διαθέσιμων θέσεων αλλά και σε χαμηλότερες επιδόσεις στις εξετάσεις λόγω της ανάγκης πλήρωσης σημαντικού αριθμού θέσεων από περιορισμένο αριθμό ενδιαφερομένων. Μεταξύ των δυνητικών ερμηνειών γι’ αυτή την πτωτική τάση στο ενδιαφέρον και τον αριθμό των υποψηφίων, είναι και οι ακόλουθες:
(α) Η αλλοίωση του εθνικού φρονήματος, των ενδιαφερόντων, και των προτεραιοτήτων της κυπριακής κοινωνίας εξαιτίας των οικονομικών, τεχνολογικών και κοινωνικών μεταβολών που καταγράφονται τις τελευταίες δεκαετίες παγκοσμίως και έχουν επηρεάσει το σύγχρονο τρόπο ζωής στο ημικατεχόμενο νησί.
(β) Η σταδιακή μεταβολή της δημόσιας εικόνας της ΕΦ στην κοινωνία τα τελευταία χρόνια, η οποία φαίνεται ότι δεν είναι το ίδιο ευνοϊκή όπως τις προηγούμενες δεκαετίες. Μεταξύ των παραγόντων που επηρέασαν αρνητικά την δημόσια εικόνα της ΕΦ και, πιθανόν, την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτή, είναι: η σύγχυση και η ανασφάλεια που προκαλείται στην κοινωνία από τις εμμονικές προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, εκ μέρους της Λευκωσίας, παρά τη σκλήρυνση της τουρκικής και τουρκοκυπριακής στάσης· η δεκαπενταετής εξοπλιστική αδράνεια που ακολουθήθηκε μετά το Σχέδιο Ανάν, όταν η ΕΦ εγκαταλείφθηκε στην μοίρα της, με αποτέλεσμα το οπλοστάσιο της Δύναμης να καταστεί πεπαλαιωμένο και ακατάλληλο, και το ηθικό του μόνιμου και συμβασιούχου προσωπικού να πληγεί σημαντικά· η εγκατάλειψη της Εφεδρείας την τελευταία εικοσαετία και η απαξίωση του επιστρατευμένου προσωπικού το οποίο δεν εκπαιδεύεται πλέον επαρκώς (αραίωση της συχνότητας και της διάρκειας των ετήσιων παρουσιάσεων), με αποτέλεσμα η αδράνεια να είναι διάχυτη στην κυπριακή κοινωνία.
(γ) Η μεταβολή της δημόσιας αντίληψης για την αξιοπιστία της ΕΦ και του ΥΠΑΜ ως κρατικού εργοδότη. Ενώ οι οικονομικές απολαβές και οι συνθήκες εργασίας του μόνιμου προσωπικού της Δύναμης θεωρούνται, αντίστοιχα, λίαν υψηλές και προνομιούχες –συγκριτικά και με τις αντίστοιχες απολαβές και τις τοποθετήσεις των μονίμων στελεχών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων– εντούτοις η συγκεκριμένη μεταβλητή φαίνεται ότι δεν θεωρείται πλέον πανάκεια. Μεταξύ των παραγόντων που δυνητικώς επηρεάζουν αρνητικά τη δημόσια αντίληψη και την εμπιστοσύνη, εντός και εκτός της Δύναμης, όσον αφορά την ΕΦ και το ΥΠΑΜ ως φορέων παροχής επαγγελματικής απασχόλησης είναι και οι ακόλουθοι: η συνεχιζόμενη ευνοιοκρατία και ανισότητα στο εσωτερικό της Δύναμης, εξαιτίας πολιτικών και κομματικών παρεμβάσεων, η οποία πλήττει διαχρονικά το ηθικό του μόνιμου και συμβασιούχου προσωπικού· η δυσμενής εξέλιξη του ζητήματος των ΣΥΟΠ, δηλαδή ο επιπόλαιος χειρισμός του θεσμού από την πολιτεία και τα συνεπακόλουθα κύματα παραιτήσεων από χιλιάδες συμβασιούχα στελέχη.
Σχετικά με το δεύτερο ερώτημα, των μονίμων υπαξιωματικών και της προτίμησης των κλάδων της Αεροπορίας και του Ναυτικού, αντί του Στρατού Ξηράς, υπάρχουν διάφορες ερμηνείες, υπηρεσιακές και οικονομικές. Η υπηρεσία στους δυο πρώτους κλάδους θεωρείται πιο ελκυστική, υπό την έννοια ότι οι κύριες μονάδες των δυο κλάδων είναι περιορισμένες και οι έδρες των μονάδων αυτών σε συγκεκριμένες περιοχές. Για το Ναυτικό είναι το Μαρί όπου βρίσκεται η Ν.Β. «Αντγου Ευάγγελου Φλωράκη» και δύο κύριες εγκαταστάσεις στις επαρχίες Λεμεσού και Πάφου (δεν περιλαμβάνονται τα ναυτικά παρατηρητήρια), ενώ για την Αεροπορία η Α.Β. «Ανδρέα Παπανδρέου» στην Πάφο, και εγκαταστάσεις στο Τρόοδος και στην επαρχία Λάρνακας. Αντίθετα, οι μονάδες του Στρατού Ξηράς είναι διάσπαρτες σε όλη την Κύπρο, λόγω της αντιπαράταξης με τις κατοχικές δυνάμεις, και οι τοποθετήσεις-μεταθέσεις είναι συχνές και απρόβλεπτες βάσει των αναγκών της υπηρεσίας.
SPIKE LR2, AKERON MP αλλά και εγχώριας κατασκευής RPG-7 και όλμοι 60 χιλ. στην Εθνική Φρουρά
Επιπλέον, η αύξηση της διάρκειας φοίτησης των υποψηφίων υπαξιωματικών στις ΑΣΣΥ, από δύο σε τρία έτη, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα. Συγκριτικά με την τετραετή φοίτηση στα ΑΣΕΙ, η τρίχρονη διάρκεια φοίτησης των υποψηφίων μονίμων υπαξιωματικών θεωρείται δυσανάλογα παρατεταμένη. Εντούτοις, η προσπάθεια δημιουργίας επαγγελματικού σώματος υπαξιωματικών στην ΕΦ, με ανάλογα καθήκοντα, είναι προς την ορθή κατεύθυνση, όπως εφαρμόζεται στις δομές πολλών σύγχρονων ενόπλων δυνάμεων, και η βελτίωση της αντιμισθίας των εισερχόμενων μονίμων υπαξιωματικών εκτιμάται ως ικανοποιητική.
Η ερμηνεία προκύπτει από τη συγκριτική ανάλυση των απολαβών των μονίμων υπαξιωματικών και των μονίμων αξιωματικών της ΕΦ, βάσει των υπηρεσιακών καθηκόντων που τους ανατίθενται. Οι νεοεισερχόμενοι αξιωματικοί αναλαμβάνουν υπεύθυνα καθήκοντα διμοιριτών και σε σύντομο χρονικό διάστημα, μετά την προαγωγή τους, καθήκοντα διοικητών υπομονάδων, ενώ οι υπαξιωματικοί αναλαμβάνουν ανάλογα απαιτητικά καθήκοντα στις μονάδες, ως διαχειριστές υλικού, διοικητές ουλαμών, επικεφαλής ομάδων συντηρήσεως κ.ο.κ.
Σύμφωνα με τον ετήσιο Προϋπολογισμό του 2025, η μισθολογική κλίμακα των εισερχόμενων αξιωματικών, είναι η Α8 (περιλαμβάνει 14 ετήσιες βαθμίδες-προσαυξήσεις) όπου η ετήσια ακάθαρτη μισθοδοσία, συμπεριλαμβανομένου του 13ου μισθού, κυμαίνεται από €27.289 το πρώτο έτος (καθαρές απολαβές €23.173) μέχρι €49.583 το τελευταίο έτος (καθαρές απολαβές €37.757) πριν την μισθολογική μετάβαση στην επόμενη κλίμακα. Στο παρελθόν η μισθολογική κλίμακα των εισερχόμενων μόνιμων υπαξιωματικών (διετής φοίτηση) ήταν η Α5, ενώ μετά την υιοθέτηση της τριετούς φοίτησης αναβαθμίστηκε στην Α6, η οποία περιλαμβάνει 13 βαθμίδες, ο ακάθαρτος ετήσιος μισθός της οποίας, συμπεριλαμβανομένου και του 13ου μισθού, κυμαίνεται από €22.405 (καθαρές απολαβές €19.724) μέχρι €40.201 (καθαρές απολαβές €31.919). Εκ των ανωτέρω, ειδικά αν συγκριθεί με αντίστοιχες απολαβές στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ), προκύπτει ότι δεν υπάρχει μεγάλη οικονομική απόκλιση μεταξύ των μονίμων υπαξιωματικών και αξιωματικών της ΕΦ, η αντιμισθία των οποίων εκτιμάται ως απόλυτα ικανοποιητική.
Καταληκτικά σχόλια
Στο ζήτημα των ΣΥΟΠ θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα από την Κυβέρνηση διότι αναμένεται ότι οι παραιτήσεις θα συνεχιστούν και το κενό που έχει δημιουργηθεί θα διογκώνεται. Η πρόσφατη εξαγγελία για έναρξη «μονιμοποίησης», ως ΣΥΠ, των ΣΥΟΠ της πρώτης σειράς που συμπληρώνουν δεκαετή υπηρεσία το 2026, θα πρέπει να επισπευστεί (να εφαρμοστεί από εφέτος) ώστε να δοθούν τα ανάλογα μηνύματα προς το προσωπικό και να αποτραπούν περαιτέρω διαρροές.
Επειδή φαίνεται ότι έχει εξαντληθεί εντελώς η εγχώρια δεξαμενή ενδιαφερομένων και έχει φθαρεί σημαντικά η (επαγγελματική και κοινωνική) εικόνα του θεσμού των ΣΥΟΠ στην κυπριακή κοινωνία, απαιτείται η άμεση διεύρυνση της δεξαμενής ενδιαφερομένων με υποψηφίους Ελληνικής ιθαγένειας από την Ελλάδα. Η συγκεκριμένη κατεύθυνση θεωρείται πλέον επιβεβλημένη (μονόδρομος), διότι τυχόν συνέχιση της υφιστάμενης κρίσης θα οδηγήσει, με βεβαιότητα, στην κατάρρευση του θεσμού τα επόμενα χρόνια.
Η υιοθέτηση, εκ μέρους του ΥΠΑΜ, προγράμματος ανέγερσης ΣΟΣΥΟΠ σε περιοχές όπου εδρεύουν μεγάλοι σχηματισμοί και σημαντικές μονάδες, πρέπει να εξεταστεί άμεσα και να δρομολογηθεί. Εκτιμάται ότι η παραχώρηση επιδόματος στέγασης εξωτερικού για Ελλαδίτες ΣΥΟΠ δεν θα επιλύσει το στεγαστικό πρόβλημα, λόγω της έλλειψης ικανού αριθμού ενοικιαζόμενων υποστατικών στις περιοχές ενδιαφέροντος και των δυσανάλογα υψηλών ενοικίων που παρατηρούνται στην Κύπρο εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης.
Αν δεν επιλυθεί η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ΣΥΟΠ (κλίμακα Α2) και των Αστυφυλάκων/Πυροσβεστών (κλίμακα Α5), λαμβάνοντας υπόψη τα απαιτητικά καθήκοντα που εκτελούν οι πρώτοι και τα υπερωριακά ωφελήματα που απολαμβάνουν οι δεύτεροι, οι διαρροές από την ΕΦ στην Αστυνομία και την Πυροσβεστική θα συνεχισθούν, προκαλώντας μεγαλύτερο κενό στην απόλυτα αναγκαία οροφή των Συμβασιούχων Οπλιτών.
Η σταθερή συρρίκνωση του αριθμού ενδιαφερομένων για φοίτηση στις στρατιωτικές παραγωγικές σχολές της Ελλάδας την τελευταία εξαετία θα πρέπει να προβληματίσει σοβαρά το ΥΠΑΜ και το ΓΕΕΦ. Παρά το γεγονός ότι τα οικονομικά ωφελήματα των μονίμων υπαξιωματικών και αξιωματικών είναι αξιοπρεπέστατα, ειδικά αν συγκριθούν με τα αντίστοιχα στις ΕΕΔ, η κατάσταση είναι ανησυχητική και αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Απαιτείται άμεση κρατική αντίδραση και αναζήτηση, διά επιστημονικών ερευνών, των αιτιών που οδηγούν στην σταδιακά απαξίωση της επαγγελματικής σταδιοδρομίας στην ΕΦ, πριν να καταστεί η κατάσταση δραματική, όπως αφέθηκε να καταλήξει ο θεσμός των ΣΥΟΠ σήμερα.
ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ Podcast #96 – Αμερικανικές αραβίδες Colt M5 για την ΜΥΚ