Δούρειος Ίππος - Podcasts
ΔΙΑΦΟΡΑΕΛΛΑΔΑ

7η Οκτωβρίου: Πρώτη Ανταπόκριση και η ανάγκη μέτρων από ΕΛΑΣ και ΛΣ-ΕΛΑΚΤ

Rheinmetall Lynx

Από Σάββας Δ. Βλάσσης

Ο απολογισμός σε θύματα Ισραηλινών από την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου που εκτέλεσαν τα κτήνη της Χαμάς, έχει ξεπεράσει τους 1.200 νεκρούς, στην συντριπτική τους πλειοψηφία άμαχοι. Οι νεκροί σε προσωπικό των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) ανέρχονται πλέον σε 247 ενώ από πλευράς αστυνομίας σε 45 και 8 στελέχη ανήκουν στην Υπηρεσία Ασφαλείας (Shin Bet).

Ενώ μετά την 9η Οκτωβρίου, στις απώλειες προστίθεται σε έναν βαθμό προσωπικό που συμμετέχει στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, από νωρίς είχε γίνει γνωστό ότι οι απώλειες του πρώτου τριημέρου σε αστυνομικούς, ήταν περίπου 40. Οι αστυνομικοί είναι που στην ουσία κλήθηκαν πρώτοι να αντιμετωπίσουν τις διεισδύσεις των τρομοκρατών, μετά την διάρρηξη της περιμέτρου της Γάζας.

Το προσωπικό της Αστυνομίας και της Συνοριακής Αστυνομίας, όχι μόνο δέχθηκε επιθέσεις αλλά και προσέτρεξε όπου ζητήθηκε από πολίτες, καθώς από πλευράς IDF δεν φαίνεται να υπήρχαν τμήματα Αμέσου Αντιδράσεως (QRF) σε επιφυλακή. Στα αρχικά στάδια του αιφνιδιασμού, το προσωπικό της Αστυνομίας αντιμετώπισε τακτικό πρόβλημα, λόγω της υπεροχής των τρομοκρατών σε ισχύ πυρός. Φέροντες απλώς το όπλο χειρός, τα αστυνομικά όργανα υστερούσαν σοβαρά έναντι των οπλισμένων με τυφέκια και πολυβόλα, τρομοκρατών, η ουσία όμως είναι ότι αυτοί στάθηκαν πρώτοι απέναντί τους και άρχισαν να περιορίζουν την δράση τους.

Το προσωπικό Αστυνομίας και Συνοριακής Αστυνομίας, κι όχι των IDF, ήταν οι Πρώτοι Ανταποκριτές (First Responders) που επενέβησαν. Η δράση του, υπήρξε κρίσιμης σημασίας, ιδίως στις περιπτώσεις των αεροκίνητων ενεργειών που πραγματοποίησαν ομάδες τρομοκρατών με μοτοανεμόπτερα και μεταφέρθηκαν ανεμπόδιστα αρκετά χιλιόμετρα μέσα στην ισραηλινή επικράτεια, μέχρι την σταδιακή είσοδο στον αγώνα των διαφόρων στρατιωτικών τμημάτων, που και αυτά, σε μεγάλο βαθμό υπό τις οδηγίες των αστυνομικών δυνάμεων -ως εχόντων τακτική εικόνα- όφειλαν να ενεργήσουν. Είναι προφανές ότι πέραν της μεθορίου, όπου δεν υπήρχε αστυνομική παρουσία, η δράση των τρομοκρατών ήταν ανεξέλεγκτη.

Μεταφέροντας την κατάσταση στην δική μας περίπτωση, μπορούμε να αναλογιστούμε σε έναν βαθμό το έργο που θα κληθεί να αναλάβει το προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας στις παραμεθόριες περιοχές, σε Θράκη και Αιγαίο, σε περίπτωση πολέμου ή σοβαρής κρίσεως. Ανεξαρτήτως επιπέδου αιφνιδιασμού, είτε τα πραγματικά σενάρια εχθρικής επιθέσεως εκδηλωθούν στην αρχική μορφή τους με προβοκάτσιες πρακτόρων – αντιπροσώπων, είτε και με στρατιωτικό προσωπικό, τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛΑΣ) και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (ΛΣ-ΕΛΑΚΤ) θα κληθούν εξαρχής να αγωνιστούν. 

Είναι επαρκώς οργανωμένα και, το βασικότερο, εκπαιδευμένα τα Σώματα Ασφαλείας στην μεθόριο, για αξιοπρεπή Πρώτη Ανταπόκριση σε τέτοιες καταστάσεις;

Η συγκρότηση κατά τόπους, και πολύ περισσότερο στις κύριες νήσους, τμημάτων υψηλότερων απαιτήσεων από πλευράς οργανώσεως και εκπαιδεύσεως, για αποτελεσματική Πρώτη Ανταπόκριση, είναι αυτονόητης αξίας. Εξοπλισμένα με βαρύτερο οπλισμό και ειδικά καθήκοντα, τέτοια τμήματα θα μπορούν να αποτελέσουν τους κεντρικούς πυρήνες μιας αξιόπιστης Πρώτης Ανταποκρίσεως, γύρω από την επέμβαση των οποίων θα εξελιχθεί “ομαλότερα” η γενικότερη κινητοποίηση των αστυνομικών και λιμενικών δυνάμεων.

Τα επιλεγμένα τμήματα Πρώτης Ανταποκρίσεως θα μπορούν να συμβάλουν στην βελτίωση της εκπαιδεύσεως των υπολοίπων συναδέλφων. Η εκπαίδευση, μπορεί να κινηθεί σε δύο – τρεις βασικούς άξονες, διότι είναι σαφές ότι η παροχή προηγμένης στρατιωτικής εκπαιδεύσεως σε προσωπικό Σωμάτων Ασφαλείας, προϋποθέτει υψηλότερες απαιτήσεις που εντοπίζονται στην συγκρότηση ειδικών μονάδων, συγκεκριμένου ρόλου. Η ΕΛΑΣ διαθέτει την ΕΚΑΜ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ενώ λόγω πολιτικής βουλήσεως και πιέσεως, συγκρότησε προ μερικών ετών και ανάλογη μονάδα στην Κρήτη. Επομένως, η συγκρότηση λιγότερο εξειδικευμένων τμημάτων Πρώτης Ανταποκρίσεως στις παραμεθόριες περιοχές, συνιστά στόχο εντός των δυνατοτήτων της ΕΛΑΣ και του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ.

Το βάρος στην εκπαίδευση των συγκεκριμένων τμημάτων, πρέπει να δοθεί στην χρήση του φορητού οπλισμού και την εξάσκηση σε βασικές στρατιωτικές τακτικές. Σήμερα, πλην εξαιρέσεων και πρωτοβουλιών διοικητών, μικρή έμφαση αποδίδεται σε αυτή την εκπαίδευση. Ειδικώς στο ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, οι εικόνες από πληρώματα σκαφών που έρχονται σε επικίνδυνες επαφές με σκάφη της τουρκικής ακτοφυλακής, κατά κανόνα δείχνουν πλήρη απουσία εκπαιδεύσεως. Σπασμωδικές αντιδράσεις χωρίς καμμία εφαρμογή Βασικών Οδηγιών Ενεργειών (ΒΟΕ) καθώς ο καθένας δείχνει να κάνει ό,τι θέλει. Στην χρήση φορητού οπλισμού, ακόμη και για εκτέλεση προειδοποιητικών πυρών στον αέρα, οι εν γένει κινήσεις που παρατηρούνται από πλευράς λιμενικών, φανερώνουν επικίνδυνη ανεπάρκεια.

Το Σώμα δεν δίνει σημασία στην εκπαίδευση με τον φορητό οπλισμό αλλά ούτε και στην χρήση του τυπικού οπλισμού πολυβόλων που φέρουν τα σκάφη. Το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, έχασε την ευκαιρία να μεταμορφωθεί σε πραγματική Ακτοφυλακή, όταν στις 21 Ιουνίου 2012, επί συγκυβερνήσεως ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, επανήλθε υπό τις εντολές της άτυπης εξουσίας των εφοπλιστών, δηλαδή στην υπηρέτηση ατομικών συμφερόντων, απομακρυνόμενο από την έννοια του Σώματος Ασφαλείας. Το 2009, η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αποφάσισε να θέσει υπό μια ενιαία ομπρέλα την πολιτική ασφαλείας της χώρας κι απέσπασε το ΛΣ από το Υπουργείο Ναυτιλίας στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως (μετονομασθέν σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) μαζί με την ΕΛΑΣ και την ΕΥΠ. Η βραχεία περίοδος 2009-2012, ήταν η μόνη θετική κίνηση προς την μετεξέλιξη του ΛΣ σε Ακτοφυλακή, με πραγματικά επιχειρησιακό έργο, διαδικασία η οποία φυσικά θα απαιτούσε ικανό βάθος χρόνου για την απόδοση ουσιαστικών αποτελεσμάτων. Έκτοτε, με την αδράνειά τους στο ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, οι κυβερνήσεις διατήρησαν υποβαθμισμένη την ασφάλεια στις ελληνικές θάλασσες, έναντι της εξυπηρετήσεως του εφοπλιστικού κόσμου.

Άλλοι δύο τομείς στους οποίους πρέπει να αποδοθεί έμφαση στα τμήμα Πρώτης Ανταποκρίσεως, είναι φυσικά αυτός της φυσικής καταστάσεως του προσωπικού καθώς και συμπληρωματικά, η εκπαίδευση στην παροχή Α΄ Βοηθειών Μάχης. Η καλή φυσική κατάσταση, δεν χρειάζεται ανάλυση ως βασικό συστατικό προετοιμασίας προσωπικού εμπλεκομένου στην αντιμετώπιση καταστάσεων που απαιτούν ένοπλη δράση. Προφανώς θα πρέπει να υπάρχει μία διαδικασία επιλογής ωστόσο, η συντήρηση κάποιου επιπέδου είναι απαραίτητη και εξίσου σημαντική. Τέλος, η παροχή Α΄ Βοηθειών και η εκπαίδευση ακόμη και σε σχολεία Νοσοκόμων Μάχης, πρέπει να διαχυθεί σε τέτοια τμήματα για λόγους ηθικού και πρακτικούς, σχετιζόμενους με τα υψηλά επίπεδα κινδύνου που διακρίνουν το τακτικό περιβάλλον Πρώτων Ανταποκρίσεων.

Τέτοια τμήματα Πρώτης Ανταποκρίσεως στην ΕΛΑΣ και το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, μπορούν να συνδεθούν και με τις τοπικές στρατιωτικές δυνάμεις στον τομέα της εκπαιδεύσεως, προς εμπλουτισμό εμπειριών και ικανοτήτων, τουλάχιστον στην χρήση οπλισμού. Η πρόσβασή τους σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες με την χρήση προσομοιωτών φορητού οπλισμού ή και βαρέων όπλων ακόμη, είναι ενδεικτικές μόνο, τέτοιες περιπτώσεις.

Συνοψίζοντας, το Ισραήλ που δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά στρατιωτικό πρόβλημα αλλά πρόβλημα ασφαλείας, συνηθίζουμε να το επικαλούμαστε ως παράδειγμα οργανώσεως σε επίπεδο ενόπλων δυνάμεων. Ας διδαχθούμε τώρα κάτι, από την έκτακτη κατάσταση ασφαλείας που αντιμετώπισαν Αστυνομία και Συνοριοφυλακή του κι ας κοιτάξουμε να συνεφέρουμε τα περισσότερο “εφησυχασμένα” δικά μας Σώματα Ασφαλείας, τουλάχιστον στις παραμεθόριες περιοχές.

Η διάρρηξη της ισραηλινής γραμμής στην Γάζα: χαμηλή επάνδρωση – λίγες δυνάμεις

 

Related Articles

Back to top button