Ψάχνοντας το νέο “Αβέρωφ” (οι φρεγάτες μόνο δεν αρκούν)
Ειδικός Συνεργάτης
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την ανάγκη ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ) σε υλικό και μέσα ενώ ιδιαίτερα επίκαιρο είναι το θέμα του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) με την κινητικότητα που παρατηρείται σχετικά με την απόκτηση νέων Φρεγατών. Με μια πρώτη ματιά θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι προφανές το γεγονός πως η απόκτηση μεγάλων μονάδων κρούσεως που εξασφαλίζουν ποσοτική και ποιοτική ισοδυναμία ή και ανωτερότητα σε σχέση με το Τουρκικό Ναυτικό, είναι αρκετή για να εξασφαλίσει και την επικράτηση του ΠΝ στο χώρο εθνικού ενδιαφέροντος, δηλαδή στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή μήπως αυτό αποτελεί μια ξεπερασμένη και απλοϊκή προσέγγιση που μας παραπέμπει τουλάχιστον έναν αιώνα πίσω, όταν η απόκτηση και μόνο του τότε υπερσύγχρονου Θωρηκτού ΑΒΕΡΩΦ ήταν αρκετή για να εξασφαλίσει την επικράτηση του ΠΝ. Ψάχνουμε δηλαδή για ένα νέο ΑΒΕΡΩΦ, 100 χρόνια μετά;
Το σύγχρονο ενοποιημένο πεδίο της μάχης, περιλαμβάνει τις διαστάσεις του χώρου μαζί όμως με το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, τον χρόνο και την πληροφορία. Προκειμένου να μπορούμε να δημιουργούμε ευνοϊκές συνθήκες προς όφελός μας σε όλες αυτές τις διαστάσεις, απαιτούνται οι κατάλληλες δυνατότητες βασισμένες στην τεχνολογία, στη Διοίκηση και Έλεγχο, στην διαχείριση της πληροφορίας, στην κοινή αντίληψη καταστάσεως, στην λήψη απόφασης και στην εφαρμογή της ισχύος στο πεδίο της μάχης αποτελεσματικά και με ακρίβεια. Προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η επιχειρησιακή ικανότητα του ΠΝ στο Αιγαίο αλλά και όχι μόνο εκεί, απαιτείται η επικέντρωση στους πολλαπλασιαστές ισχύος που στο σύγχρονο πεδίο επιχειρήσεων έχουν να κάνουν με την τεχνολογία και την οργάνωση σε όλους τους επιμέρους τομείς και διαστάσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Ο κατακερματισμός της γεωγραφίας του Αιγαίου αντιμετωπίζεται με σύγχρονα συστήματα επιτήρησης και συλλογής πληροφοριών που επιτρέπουν την σύνθεση μιας ολοκληρωμένης εικόνας σε όλο τον χώρο. Αυτό εκτός από την πληροφοριακή υπεροχή, οδηγεί και στην υπεροχή στη λήψη απόφασης (Decision Superiority). Το αποτέλεσμα είναι η δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλίας ακόμα και στα αρχικά στάδια ή και πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων, ανατρέποντας την παραδοσιακή θεώρηση ότι στο Αιγαίο πολύ πιθανόν η πρωτοβουλία τουλάχιστον στην αρχή, θα ανήκει στον εχθρό. Κατά την εξέλιξη των επιχειρήσεων με τον ίδιο τρόπο επιτυγχάνεται η διατήρηση επιχειρησιακού ρυθμού μεγαλύτερου του αντιπάλου ακριβώς λόγω του Decision Superiority. Υποσκελίζοντας τον αντίπαλο σε κινήσεις και πρωτοβουλία, μπορούμε να βρισκόμαστε πάντα ένα βήμα μπροστά, προβλέποντας τις κινήσεις του με αποτέλεσμα η κάθε ενέργειά του να μην μπορεί να τελεσφορήσει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το επεισόδιο των Ιμίων το 1996 κατά το οποίο σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε έλλειμμα ισχύος του ΠΝ και έλλειμμα σε μεγάλες Μονάδες Κρούσεως ως προς το Τουρκικό Ναυτικό, όμως φάνηκε ξεκάθαρα η υστέρηση των Ελληνικών ΕΔ και ειδικά του ΠΝ στη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης εικόνας του Θεάτρου Επιχειρήσεων (ΘΕ). Η αποστολή του ελικοπτέρου σε ένα ρόλο για τον οποίο δεν είχε σχεδιαστεί, αποτελεί παράδειγμα αυτοσχεδιασμού προκειμένου να καλυφθεί το κενό στις δυνατότητες επιτήρησης και σύνθεσης εικόνας το οποίο είχε οδηγήσει στην απώλεια της πρωτοβουλίας κινήσεων και του Decision Superiority, με αποτέλεσμα τον εξαναγκασμό της ελληνικής πλευράς να έπεται στις αποφάσεις και στις ενέργειες του αντιπάλου και όχι να προηγείται. Παρά τις σαφείς ευθύνες και την αναποφασιστικότητα της πολιτικής ηγεσίας, από την άλλη, η ελλιπής επιχειρησιακή εικόνα του ΘΕ υποβάθμισε ουσιαστικά την δυνατότητα λήψης απόφασης σε όλα τα επίπεδα, ακόμα και στο πολιτικό.
Παίρνοντας ως παράδειγμα την οργάνωση ισχυρών και τεχνολογικά εξελιγμένων ΕΔ, μπορούμε να εξετάσουμε τη Βρετανική προσέγγιση η οποία ορίζει ως Network Enabled Capability (NEC) “τη συστηματική ολοκλήρωση αισθητήρων, κέντρων λήψεως αποφάσεων, οπλικών συστημάτων και υποστηρικτικών δυνατοτήτων προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό επιτρέπει στις Βρετανικές ΕΔ να επιχειρούν πιο αποτελεσματικά μέσω της αποδοτικότερης διανομής και εκμετάλλευσης πληροφοριών”. Οι ΕΔ του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν προχωρήσει στην ανάπτυξη και εκμετάλλευση σύγχρονων συστημάτων στους τομείς της σύνθεσης εικόνας, πληροφοριών, επιτήρησης και παρακολούθησης, στον τομέα των επικοινωνιών και στον τομέα της διαχείρισης πληροφοριών, προσανατολισμένων στους σκοπούς του NEC.
Σήμερα διαθέτουν και οι Ελληνικές ΕΔ προηγμένα συστήματα σε επίπεδο πλατφόρμας. Θα μπορούσαμε όμως να επιχειρούμε με το ίδιο ακριβώς τρόπο όπως οι Βρετανικές ΕΔ; Τι είναι αυτό που μας λείπει; Η απάντηση είναι σχετικά απλή. Προκειμένου να φτάσουν οι Βρετανικές ΕΔ στο επίπεδο αυτό, προηγήθηκε μακροπρόθεσμος σχεδιασμός προσανατολισμένος αυστηρά στη δικτυοκεντρική οργάνωση καθόσον αυτή ακριβώς ήταν που προσδιορίστηκε ως ο καθοριστικός πολλαπλασιαστής ισχύος που θα έδινε την υπεροχή στο πεδίο των επιχειρήσεων. Στη συνέχεια και με βάση τον προσανατολισμό αυτόν, καθορίστηκαν οι προδιαγραφές όλων των επιμέρους συστημάτων που θα επέτρεπαν την επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου. Επομένως η προμήθεια και η ανάπτυξη όλων των συστημάτων, από τα όπλα και τις πλατφόρμες επιβολής ισχύος, μέχρι τα συστήματα επικοινωνιών και Διοίκησης και Ελέγχου, ακολούθησε τις προδιαγραφές που προέκυψαν από την βασική απαίτηση της δικτυοκεντρικής οργάνωσης. Με λίγα λόγια, οι Βρετανοί πραγματοποίησαν ένα άλμα περνώντας από την οργάνωση με βάση το οπλικό σύστημα και την πλατφόρμα (Platform-centric), στη Δικτυοκεντρική (Net-centric) οργάνωση.
Πραγματικά αν αντιπαραβάλουμε τα οπλικά συστήματα που διαθέτουν σήμερα οι Ελληνικές ΕΔ σε επίπεδο πλατφόρμας, με αυτά των πιο εξελιγμένων ΕΔ, παρατηρούμε ότι δεν υστερούμε σχεδόν καθόλου στην τεχνολογία των όπλων. Γιατί επομένως δεν μπορούμε να επιχειρήσουμε έχοντας το Decision Superiority και το επιχειρησιακό ή και τακτικό πλεονέκτημα εξασφαλισμένο; H απάντηση εδώ είναι ότι είμαστε προσκολλημένοι στις δυνατότητες της πλατφόρμας ως αυτόνομη μονάδα και όχι ως ένα τμήμα που πρέπει να είναι αναπόσπαστο κομμάτι του γενικότερου συστήματος που θα εκτείνεται από το τακτικό ως το στρατηγικό επίπεδο. Είναι τραγικό να στηριζόμαστε σήμερα σε πρακτικές του Β΄ ΠΠ για την ανταλλαγή εικόνας και πληροφοριών όχι μόνο μεταξύ μονάδων – επιπέδων διαφορετικών κλάδων αλλά και μέσα στους ίδιους τους Κλάδους των ΕΔ. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε παραμείνει ως βασικό εργαλείο στις φωνητικές VHF και HF επικοινωνίες, δηλαδή να προσπαθούμε σήμερα να φτάσουμε στο επίπεδο των Γερμανικών ή των Συμμαχικών δυνάμεων του Β΄ ΠΠ απλά με καλύτερες και ακριβότερες συσκευές επικοινωνιών. Οι Ελληνικές ΕΔ φαίνεται να μην αντιλαμβάνονται την αξία της δικτυοκεντρικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα να αναπτύσσουν πολύ εντυπωσιακές θεωρίες για την Διακλαδικότητα οι οποίες καταλήγουν σε ευχολόγια καθώς στην πράξη περιορίζονται στην ανταλλαγή συνδέσμων μεταξύ των Κλάδων και στην αλλαγή ονομάτων μονάδων (δηλαδή με ό,τι φαινομενικά δεν κοστίζει).
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η περιοχή επιχειρήσεων είναι δεδομένη ως ο χώρος εθνικού ενδιαφέροντος που προσδιορίζεται στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τουλάχιστον για το χώρο του Αιγαίου, οι διαστάσεις και η γεωγραφία του ΘΕ είναι δεδομένα και συγκεκριμένα και επομένως μπορούμε να επιτύχουμε εξαιρετικά αποτελέσματα με σχετικά περιορισμένα μέσα. Απλουστεύοντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι “παίζουμε στην έδρα μας”. Δεν είναι δυνατόν “μέσα στην έδρα” μας λοιπόν, όχι μόνο να έχουμε κενά στην επιχειρησιακή και τακτική εικόνα και στις επικοινωνίες, δηλαδή στο Situational Awareness, αλλά και να επιτρέπουμε στον αντίπαλο να εκμεταλλεύεται τα κενά αυτά και σε μερικές περιπτώσεις ίσως και να υπερέχει, με αποτέλεσμα να χάνουμε τα πλεονεκτήματα που μας προσφέρει η κατοχή του ΘΕ ήδη από τον καιρό της ειρήνης.
Αν θεωρήσουμε ότι στο θέμα της Πολεμικής Αεροπορίας είμαστε σε ικανοποιητικό επίπεδο λόγω της φύσεως του χώρου επιχειρήσεων όπου τα ΑΣΕΠΕ σε συνδυασμό με τα επίγεια συστήματα προσφέρουν ικανοποιητική κάλυψη, αυτό σίγουρα δεν ισχύει στο θέμα του ΠΝ. Η πολυπλοκότητα και ο κατακερματισμός της γεωγραφίας του Αιγαίου είναι δεδομένο ότι καθιστούν ανεπαρκή τα επίγεια συστήματα, ακόμα και τα πιο σύγχρονα Radar και Ηλεκτροοπτικά, όσο πυκνό και αν είναι το δίκτυο αυτό. Η έλλειψη UAV στο ΠΝ τόσο ως μέσα μόνιμης επιτήρησης όσο και ως οργανικά μέσα των πλοίων είναι μια δραματική υστέρηση, πραγματικά αδικαιολόγητη και ακατανόητη. Η υποτιθέμενη κάλυψη των κενών αυτών από την ανάπτυξη του Στόλου στο Αιγαίο δεν αποτελεί ουσιαστική λύση, καθώς η πλήρης ανάπτυξη του Στόλου θεωρείται μέτρο κλιμάκωσης της έντασης και επομένως όταν αυτή πραγματοποιηθεί θα είναι ήδη αργά. Ακόμα όμως και αν επιτύχουμε εγκαίρως την πλήρη αυτή ανάπτυξη, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν ότι οι επικοινωνίες του ΠΝ βασίζονται κατά το μεγαλύτερο μέρος σε παραδοσιακά V/UHF και HF συστήματα, τα οποία δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστα στο πολύπλοκο και δυσμενές γεωγραφικά περιβάλλον του Αιγαίου.
Το άλλο πρόβλημα που προκύπτει και έχει υποτιμηθεί σημαντικά, είναι ότι η χρήση μονάδων κρούσης και φορέων όπλων για επιτήρηση και σύνθεση εικόνας, εκθέτει τις μονάδες στην απειλή και μειώνει την επιβιωσιμότητά τους καθόσον κάνει ευκολότερη την στοχοποίηση από τον εχθρό, όπως ακριβώς συνέβη κατά την κρίση των Ιμίων όπου οι μονάδες κρούσης του ΠΝ είχαν αναπτυχθεί για σύνθεση εικόνας και ήταν εξίσου εκτεθειμένες και ευάλωτες στις τουρκικές μονάδες. Θα ήταν δηλαδή σαν να προσπαθούσε η ΠΑ να συνθέσει εικόνα χρησιμοποιώντας τα F-16 σε ρόλο επιτήρησης και όχι τα κατάλληλα μέσα που διαθέτει.
Για τον λόγο αυτό χρειάζονται συστήματα επιτήρησης και στοχοποίησης προκειμένου οι μονάδες κρούσης διατηρώντας το πλεονέκτημα της αφάνειας και του αιφνιδιασμού να είναι σε θέση να επιφέρουν ισχυρό πλήγμα χωρίς να απαιτείται να παραμένουν εκτεθειμένες στον εχθρό. Στην προβληματική αυτή κατάσταση συμβάλει και το γεγονός της απουσίας σύγχρονων ηλεκτροοπτικών συστημάτων από τις περισσότερες μονάδες του ΠΝ. Θα πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι η εκτίμηση είναι ότι το ΠΝ θα επιχειρήσει κατά κύριο λόγο την ημέρα και με ιδανικές συνθήκες για τις επικοινωνίες προκειμένου να μπορέσουμε να εξηγήσουμε την ολιγωρία και την εμφανή υστέρηση που παρουσιάζει στις δύο αυτές δυνατότητες.
Ακόμα και τα ελικόπτερα δεν προσφέρουν την ευελιξία και την ευκολία των UAV τα οποία (τα UAV) αποτελούν ουσιαστικά ένα ακόμα αισθητήρα των πλοίων και των επίγειων σταθμών, καλύπτουν γρήγορα και αφανώς μια μεγάλη περιοχή υπό τον άμεσο έλεγχο του πλοίου/ σταθμού, οικονομικά και χωρίς την απαίτηση φωνητικών επικοινωνιών και όλων των άλλων δεσμεύσεων που επιβάλουν οι επιχειρήσεις των ελικοπτέρων. Επίσης με τον τρόπο αυτό, τα ελικόπτερα μπορούν να επικεντρωθούν στην κρούση επιφανείας ή ακόμα και στην ανθυποβρυχιακή δράση αν απαιτείται, χωρίς να δεσμεύονται τα πολύτιμα και ακριβά αυτά μέσα στην έρευνα επιφανείας και σύνθεση εικόνας η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί από τα UAV πιο αποδοτικά και με πολύ χαμηλότερο κόστος.
Όπως έχει αναφερθεί και στο ετήσιο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ALMANAC 2016-2017, η αξιοποίηση των αναβαθμισμένων ΑΦΝΣ P-3 Orion ως οργανικών ΑΣΕΠΕ του ΠΝ, μπορεί να δώσει λύση στην σύνθεση επιχειρησιακής και τακτικής εικόνας λειτουργώντας ακόμα και ως κόμβος ενός ευρύτερου δικτυοκεντρικού συστήματος. Το P-3 όμως, δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια και θα πρέπει οπωσδήποτε να συμπληρώνεται από τα υπόλοιπα μέσα επιτήρησης και Διοίκησης και Ελέγχου που αναφέρθηκαν παραπάνω, προκειμένου να μιλάμε για ένα ολοκληρωμένο σύστημα και όχι για μία ακόμα αυτόνομη πλατφόρμα με αυξημένες δυνατότητες. Μήπως αντί από ένα καθαρά ΑΦΝΣ θα ήταν προτιμότερο να διαθέτουμε ένα αεροσκάφος Επιτήρησης του Πεδίου της Μάχης (Airborne Battlefield & Ground Surveillance aircraft) όπως το R1 Sentinel, το οποίο καλύπτει ταυτόχρονα και το χερσαίο και το θαλάσσιο περιβάλλον; Όλα τα συστήματα αυτά θα μπορούσαν να δικτυωθούν αποτελεσματικά με την ευρεία ένταξη στις Ελληνικές ΕΔ του Link 16 προς αντικατάσταση του παρωχημένου Link 11. Το τελευταίο, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως από το ΠΝ αλλά και από την ΠΑ, έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες ανταλλαγής δεδομένων, υφίσταται τις δεσμεύσεις των προβληματικών επικοινωνιών HF και δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες επιχειρησιακές ανάγκες.
Μία αποτελεσματική λύση θα ήταν η απόκτηση συστημάτων Link 16 σε συνδυασμό με δορυφορικές επικοινωνίες προκειμένου να επιτυγχάνεται επικοινωνία σε αποστάσεις πέραν του Line of Sight. Το Link 16 μπορεί να καλύψει τις ανάγκες όλων των Κλάδων όμως προς το παρόν η χρήση του περιορίζεται σε ορισμένα συστήματα της ΠΑ ενώ δεν είναι σίγουρο ότι θα εγκατασταθεί στα αναβαθμισμένα ΑΦΝΣ του ΠΝ, στερώντας τους έτσι μια κρίσιμη δυνατότητα ανταλλαγής δεδομένων με αντίστοιχα συστήματα της ΠΑ. Είναι αξιοσημείωτο και γεννά ερωτηματικά το γεγονός ότι ενώ το νέο ΑΦΝΣ παρουσιάζεται ως ένα σύστημα με αυξημένες δικτυοκεντρικές δυνατότητες, δεν αναμένεται να διαθέτει Link 16 και αυτό είναι τουλάχιστον οξύμωρο. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τα πλοία του ΠΝ χρησιμοποιούν κυρίως το ξεπερασμένο πλέον Link 11 ενώ το Τουρκικό Nαυτικό έχει ήδη εγκαταστήσει το Link 16 σε ορισμένες μονάδες του και μεταξύ αυτών και στα ΑΦΝΣ.
Είναι φανερό λοιπόν ότι για να είναι το ΠΝ σήμερα κυρίαρχος του παιχνιδιού, η απόκτηση μερικών φρεγατών μόνο δεν αρκεί. Απαιτείται η συνολική προσέγγιση των επιχειρησιακών αναγκών στο σύγχρονο πεδίο των επιχειρήσεων. Πρέπει να περάσουμε στη δικτυοκεντρική εποχή και να αφήσουμε την ξεπερασμένη αντίληψη που βλέπει μόνο την κάθε πλατφόρμα ξεχωριστά και όχι σαν μέρος ενός γενικότερου συστήματος και δυνατοτήτων. Το Δέντρο και το Δάσος είναι ακριβώς μπροστά μας και αυτό που επιλέγουμε να δούμε εξαρτάται τόσο από τις ικανότητές μας να αντιληφθούμε την πραγματικότητα όσο και από τη βούληση να το πράξουμε. Ο νέος “ΑΒΕΡΩΦ” μπορεί να μην έχει κανόνια και να μην είναι μια ή περισσότερες μονάδες με εντυπωσιακά όπλα αλλά να είναι η αλλαγή στην αντίληψη των σύγχρονων επιχειρησιακών απαιτήσεων.