Η δεκαετία του 1930 ήταν μία δύσκολη περίοδος για την Ελλάδα. Η μαύρη σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Εθνικού Διχασμού δεν είχε σβήσει. Πλανιόταν πάνω από την χώρα, υποδαύλιζε τα πολιτικά πάθη και σε μεγάλο βαθμό ήταν υπεύθυνη για την οικονομική καχεξία της χώρας. Από τα μέσα της δεκαετίας αυτής, τα μολυβένια σύννεφα ενός Δεύτερου Μεγάλου Πολέμου άρχισαν να συσσωρεύονται στον ουρανό της Ευρώπης, την ίδια στιγμή που η κατάσταση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων απαιτούσε άμεση αναδιοργάνωση και τεχνολογική αναβάθμιση.
Όπλα και καταρρίψεις της Ελληνικής Αεροπορίας 1940-1941
32,00€
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Νικόλαος Χριστοφίλης
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: Ιανουάριος 2011
ISBN: 978-960-88355-8-0
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ: 21 x 28 εκ.
ΣΕΛΙΔΕΣ: 160
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
- ΜΕΡΟΣ Α’: ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ 1940-1941
- Κεφάλαιο 1ο
- Γενικά περί πολυβόλων και πυροβόλων αεροσκαφών
- Κεφάλαιο 2ο
- Θέση των όπλων στο αεροσκάφος και τα σκοπευτικά τους
- Κεφάλαιο 3ο
- Πυρομαχικά και τροφοδοσία
- Κεφάλαιο 4ο
- Εξοπλίζοντας την ΕΒΑ
- Κεφάλαιο 5ο
- Πολυβόλα και πυροβόλα των ελληνικών αεροσκαφών 1940-1941
- Κεφάλαιο 6ο
- Οι τύποι αεροσκαφών της ΕΒΑ και ο οπλισμός τους στον πόλεμο του 1940-1941
- Κεφάλαιο 7ο
- Απόδοση οπλισμού – συγκρίσεις
- ΜΕΡΟΣ Β’: ΟΙ ΚΑΤΑΡΡΙΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ 1940-1941
- Κεφάλαιο 1ο
- Άσσοι και καταρρίψεις
- Κεφάλαιο 2ο
- Οι Έλληνες αεροπόροι και οι καταρρίψεις τους 1940-1941
- Κεφάλαιο 3ο
- Η γνώμη της αντίπαλης πλευράς και τα συμπεράσματα
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α’ – ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β’ – ΕΓΓΡΑΦΑ
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ’ – ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Με την συμπλήρωση 80 ετών ιστορίας της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, ως ανεξάρτητου Kλάδου, εκδόθηκε η πρώτη προσπάθεια συγκεντρωτικής παρουσίασης των πολυβόλων και πυροβόλων με τα οποία ήταν εξοπλισμένα τα ελληνικά αεροσκάφη κατά την περίοδο του Ελληνοϊταλικού πολέμου και της Γερμανικής εισβολής.
Ο συγγραφέας, μετά από δεκαετή έρευνα και μελέτη υλικού που διασώθηκε από Έλληνες και ξένους, ιδιώτες και κρατικούς φορείς, έρχεται να φωτίσει ένα σημαντικό μέρος του θέματος που πραγματεύεται, καλύπτοντας ένα κενό στην ανύπαρκτη ελληνική βιβλιογραφία. Πρόκειται για ένα μοναδικό έργο που παρουσιάζει τον οπλισμό, τα πυρομαχικά και τα σκοπευτικά συστήματα που έφεραν τα ελληνικά αεροσκάφη, με άγνωστες έως σήμερα πληροφορίες και εξαιρετικό φωτογραφικό υλικό, μέρος του οποίου είναι σπάνιο και δημοσιεύεται για πρώτη φορά.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου περιέχεται το ιστορικό πλαίσιο των ενεργειών για την αγορά αεροπορικού οπλισμού, μία λεπτομερής ανάλυση των όπλων και των οπλικών συστημάτων ανά τύπο αεροσκάφους, καθώς και μία έρευνα σχετικά με την απόδοση, την ποιοτική και την ποσοτική τους επάρκεια. Στο δεύτερο μέρος, γίνεται μια λεπτομερής καταγραφή των καταρρίψεων που πέτυχαν οι Έλληνες αεροπόροι, παρά τις αντίξοες συνθήκες που αυτοί είχαν να αντιμετωπίσουν, ενώπιον δυο αεροπορικών γιγάντων.
Το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τον ιστορικό, ερευνητή, μοντελιστή, αλλά και τον απλό αναγνώστη που επιθυμεί να εντρυφήσει στον ειδικό αυτό τομέα.
Πρόλογος συγγραφέα
Η δεκαετία του 1930 ήταν μία δύσκολη περίοδος για την Ελλάδα. Η μαύρη σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Εθνικού Διχασμού δεν είχε σβήσει. Πλανιόταν πάνω από την χώρα, υποδαύλιζε τα πολιτικά πάθη και σε μεγάλο βαθμό ήταν υπεύθυνη για την οικονομική καχεξία της χώρας. Από τα μέσα της δεκαετίας αυτής, τα μολυβένια σύννεφα ενός Δεύτερου Μεγάλου Πολέμου άρχισαν να συσσωρεύονται στον ουρανό της Ευρώπης, την ίδια στιγμή που η κατάσταση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων απαιτούσε άμεση αναδιοργάνωση και τεχνολογική αναβάθμιση.
Το 1936 η ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε την προσπάθεια ριζικής ανασυγκρότησης των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες έως τότε ήταν εξοπλισμένες ακόμη και με «λείψανα» της Μικρασιατικής εκστρατείας. Για την απόκτηση της επιθυμητής αεροπορικής ισχύος ήταν αναγκαίος ο πλήρης επανεξοπλισμός της Αεροπορίας, τόσο με επίγειο όσο και με ιπτάμενο υλικό. Εμπόδιο βέβαια αποτελούσε η δημοσιονομική δυσπραγία, η οποία όμως ξεπεράστηκε με κονδύλια που βρέθηκαν από τη διεξαγωγή εράνου, ο οποίος έμεινε στην Ιστορία ως Έρανος υπέρ της Αεροπορίας, καθώς και από την μέθοδο clearing, που βασιζόταν στην πληρωμή όχι με μετρητά αλλά με προϊόντα. Έτσι δόθηκαν παραγγελίες για αγορά σύγχρονων αεροσκαφών, ενώ εκπονήθηκε ιδιαίτερη μελέτη για τον εξοπλισμό που αυτά θα έφεραν, καθώς και την τυποποίησή του.
Με την πάροδο όμως του χρόνου, η παραλαβή του αεροπορικού υλικού, αλλά και γενικότερα του στρατιωτικού υλικού, συνάντησε σταδιακά αυξανόμενες δυσκολίες. Από το 1938 τα εργοστάσια των μεγάλων βιομηχανικών χωρών της Ευρώπης, που παρήγαγαν πολεμικό υλικό, επιβράδυναν τις παραδόσεις τους και στη συνέχεια τις σταμάτησαν. Οι προετοιμασίες για τον επερχόμενο πόλεμο οδήγησαν τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Βρετανία να κρατήσουν το πολεμικό υλικό που κατασκεύαζαν για δική τους χρήση. Έτσι, άλλες παραλαβές έμειναν ημιτελείς και άλλες ακυρώθηκαν πριν ακόμα αρχίσουν.
Τότε, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας βρέθηκε μπροστά σε δυσεπίλυτα προβλήματα, όχι μόνο σχετικά με την επάρκεια των αεροπορικών μέσων αλλά και με τον εξοπλισμό, οπλισμό και συσκευές, που θα τοποθετούνταν σ’ αυτά. Προβλήματα, για την λύση των οποίων καταβλήθηκαν ιδιαίτερες προσπάθειες, τόσο σε επίπεδο κυβερνητικών διαπραγματεύσεων, όσο και σε επίπεδο αυτοσχεδιασμού των Ελλήνων τεχνικών.
Τους αγωνιώδεις μήνες που προηγήθηκαν της εμπλοκής της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι προσπάθειες για την απόκτηση αξιόμαχου πολεμικού υλικού δεν στέφθηκαν όλες με επιτυχία. Το φθινόπωρο του 1940 η Ελλάδα διέθετε 118 πολεμικά αεροσκάφη νέας τεχνολογίας και 65 παλαιάς, χωρίς όμως να έχει αποκτήσει και την επιθυμητή ποσότητα ιπτάμενου υλικού. Ένας μεγάλος αριθμός αεροσκαφών, 107 περίπου, για τα οποία όχι μόνο είχαν γίνει παραγγελίες αλλά και είχαν εξοφληθεί κατά μεγάλο μέρος, δεν παραδόθηκαν ποτέ. Αργότερα, όταν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων η Ελλάδα ανέμενε την παραλαβή 30 σύγχρονων καταδιωκτικών F4F-3A Wildcat, από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτά άργησαν να παραδοθούν και κατέληξαν σε βρετανικά χέρια.
Στην παρούσα εργασία, καρπό δεκαετούς έρευνας του συγγραφέα, πραγματοποιείται μία προσπάθεια παρουσίασης των πολυβόλων και πυροβόλων όπλων, με τα οποία ήταν εξοπλισμένα τα ελληνικά αεροσκάφη στις επιχειρήσεις του 1940 – 41, καθώς επίσης και των πυρομαχικών και των σκοπευτικών συστημάτων που την εποχή εκείνη βρίσκονταν σε χρήση από την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία (τότε ΕΒΑ), σύμφωνα πάντα με τις έως σήμερα γνωστές πληροφορίες. Ακόμα, απαραίτητη κρίθηκε μία σύγκριση των όπλων που διέθεταν τα ελληνικά αεροσκάφη, με εκείνα των αντιπάλων τους – ιταλικά και γερμανικά – καθώς και με τα βρετανικά.
Τέλος, θα αποτελούσε σοβαρή παράληψη αν δεν είχε συμπεριληφθεί μια προσπάθεια καταγραφής των ελληνικών επιτυχιών, των καταρρίψεων δηλαδή, που πέτυχαν επώνυμοι και ανώνυμοι Έλληνες αεροπόροι, οι οποίοι στάθηκαν πίσω από τα όπλα τους με τον ίδιο τρόπο που έκαναν αναρίθμητες φορές οι πρόγονοί τους, χωρίς να μετρήσουν το πλήθος των εχθρών στην μάχη.