Ουκρανία: Γιατί η Δύση δίνει προτεραιότητα στο Πυροβολικό Μάχης
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Δέκα ημέρες μετά την έναρξη της δευτέρας φάσεως του πολέμου με την ανανεωμένη ρωσική επίθεση στο Ντονμπάς, στην οποία αναφέρθηκαν στις 19 Απριλίου τόσο ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Λαβρώφ όσο και ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι, είναι σαφές ότι αυτή δεν έχει την μορφή μεγάλης κλίμακας επιθετικών ελιγμών. Οι Ρώσοι εξασφάλισαν κάποια εδαφικά κέρδη ενεργώντας με την περισσότερη ενέργεια σε συγκλίνοντες άξονες από Ιζιούμ (βορρά) και Σεβεροντονέτσκ (ανατολή) αλλά σύντομα η δυναμική μειώθηκε και ακολούθησαν αργοί ρυθμοί.
Όλο το προηγούμενο διάστημα οι Ρώσοι σφυροκοπούσαν αποθήκες καυσίμων, πυρομαχικών, κέντρα διοικήσεως και υποδομές των Ουκρανών, ώστε να επιτύχουν την απομόνωση του πεδίου προ του Ντονέσκ. Από τις 19 Απριλίου, η μόνη εμφανής τακτική από πλευράς ρωσικών δυνάμεων, ήταν απλώς η πολλαπλάσια δράση του πυροβολικού. Ανέκαθεν οι Ρώσοι απέδιδαν έμφαση στο πυροβολικό ως Όπλο αποφασιστικής επιδράσεως αλλά τώρα στο Ντονμπάς, ο καταιγισμός πυρών που εκτοξεύθηκε ήταν κατά πολύ σφοδρότερος απ’ ό,τι είχαν δει μέχρι σήμερα οι Ουκρανοί. Πολύωρα μπαράζ πυροβολικού ισοπέδωσαν κάθε άμυνα των Ουκρανών, που δεν είχαν άλλη επιλογή από την σύμπτυξη.
Το ρωσικό πεζικό και τα τεθωρακισμένα, απλώς προχωρούσαν άνευ ιδιαιτέρας αντιστάσεως, για να εγκατασταθούν στις περιοχές που εγκατέλειπαν οι Ουκρανοί. Τυπική τακτική που χρησιμοποιούν ευρέως οι τελευταίοι, είναι η εσκεμμένη σύμπτυξη προκειμένου να παρασύρουν τους Ρώσους σε καθορισμένους Χώρους Καταστροφής, όπου τους υποδέχεται το ουκρανικό πυροβολικό και τους υποχρεώνει να υποχωρήσουν αφού πρώτα έχουν υποστεί σοβαρές απώλειες. Έπιβεβαιώνεται ότι το Πυροβολικό είναι ιστορικώς αυτό που προκαλεί τις περισσότερες απώλειες στο πεδίο της μάχης.
Δέκα ημέρες μετά, είναι σαφές ότι και πάλι, η αναμέτρηση σε τακτικό επίπεδο κρίνεται από το Όπλο του Πυροβολικού. Αν στην πρώτη φάση του πολέμου οι Ουκρανοί κατάφεραν χάρη σε αυτό να αποδιοργανώσουν και να καταστρέψουν την ισχύ και το ηθικό των ρωσικών δυνάμεων πέριξ του Κιέβου, στην δεύτερη φάση οι Ρώσοι δείχνουν αποφασισμένοι να πετύχουν διά του Πυροβολικού την μέγιστη δυνατή πίεση και φθορά, για να ξηλώσουν την άμυνα του αντιπάλου τους.
Από αυτή την άποψη, εξηγείται η από τα μέσα Απριλίου κινητοποίηση και ανταπόκριση των Δυτικών για αποφασιστικότερη ενίσχυση των Ουκρανών με την αποστολή κυρίων οπλικών συστημάτων, μεταξύ των οποίων και πυροβολικό. Το πρόβλημα είναι ότι καθώς η πλειοψηφία των στρατών των κρατών μελών του ΝΑΤΟ είναι τυποποιημένοι στο διαμέτρημα των 155 mm, απαιτείται η μεταφορά πολύ μεγάλου αποθέματος πυρομαχικών αλλά και μεγάλος αριθμός πυροβόλων. Διαφορετικά, η επίδραση του δυτικής προελεύσεως πυροβολικού, δεν θα είναι η δέουσα.
Πόσο σύντομα όμως, μπορούν να υπολογίζουν οι Ουκρανοί, στην άφιξη αυτών των συστημάτων πυροβολικού; Θα προλάβουν να επηρέασουν την έκβαση του πολέμου, τουλάχιστον σε αυτή την δεύτερη φάση των Ρώσων στο Ντονμπάς;
Όπως έγινε γνωστό, εντός της εβδομάδος επρόκειτο να σταλούν στην Πολωνία 20 αυτοκινούμενα πυροβόλα AS-90 των 155 mm, όπου αποστολή Ουκρανών πυροβολητών θα εκπαιδευτεί στην χρησιμοποίηση και συντήρησή τους. Πρόκειται για αποσυρμένο υλικό του Βρετανικού Στρατού. Η Μεγάλη Βρετανία, ήταν η πρώτη που γνωστοποίησε την πρόθεσή της να αποστείλει πυροβόλα στην Ουκρανία. Ο υπουργός Αμύνης Ουάλλας, είχε ανακοινώσει την απόφαση για αποστολή πυροβόλων, στις 31 Μαρτίου, επομένως απαιτήθηκαν 4 εβδομάδες για την προετοιμασία του υλικού που βρισκόταν σε αποθήκευση και την μεταφορά του στην Πολωνία.
Ακόμη όμως και αν δεν απαιτείται δαπάνη χρόνου για προετοιμασία του υλικού, επειδή αυτό βρίσκεται σε ενεργό υπηρεσία, θα πρέπει να αφιερωθεί χρόνος για την εκπαίδευση των Ουκρανών στην χρησιμοποίησή του. Συστήματα όπως τα αυτοκινούμενα πυροβόλα Μ-109 ή το AS-90, απαιτούν τυπικώς εκπαίδευση 3-4 εβδομάδων. Πιο σύγχρονα συστήματα, πιθανώς να απαιτούν ελαφρώς μικρότερο χρόνο, λόγω αυτοματισμών και μικρότερου αριθμού υπηρετών. Εάν υποτεθεί ότι το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στο οποίο θα υποβληθούν οι Ουκρανοί θα είναι ταχύρρυθμο, είναι παρακινδυνευμένο να εκτιμηθεί εάν και κατά πόσο θα επιταχυνθούν τα πράγματα.
Με βάση τα ανωτέρω και λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι μόνο από τις αρχές Απριλίου άρχισε να απασχολεί τους Δυτικούς εντονότερα η αποστολή κύριων οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία, μπορεί να εκτιμηθεί ότι τα όποια συστήματα αποσταλούν, μέχρι να βρεθούν πλήρως ετοιμοπόλεμα στο μέτωπο, θα απαιτηθεί τουλάχιστον άλλος ένας μήνας. Επομένως, τα AS-90 από την Μεγάλη Βρετανία, τα CEASAR από την Γαλλία και τα PzH 2000 από την Ολλανδία ή όποιο άλλο αντίστοιχο έχει αποφασισθεί, μάλλον περί τα τέλη Μαΐου θα πρέπει να αναμένεται ότι θα μπορούν να αξιοποιηθούν.
Βεβαίως, οι αριθμοί που έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα, είναι μικροί. Τα 20 AS-90, 12 CEASAR και 6-8 PzH 2000, αναλογούν περίπου στην δύναμη πυροβόλων μισής Ταξιαρχίας Πυροβολικού. Οι Ουκρανοί όμως συγκροτούν περισσότερες μονάδες και οι ανάγκες υποστηρίξεώς τους σε Πυροβολικό Μάχης, είναι πολλαπλάσιες. Πιθανώς να ακολουθήσει η παράδοση και άλλων πυροβόλων των ανωτέρω τύπων, από τις συγκεκριμένες ή και άλλες χώρες. Αυτό όμως θα σημαίνει σταδιακή, κατά παρτίδες, είσοδο σε υπηρεσία, με άγνωστο εάν οι Ουκρανοί θα τα εμπλέξουν στον αγώνα αποσπασματικά, ή εάν θα αναμένουν να συγκροτηθούν σε μεγαλύτερη δύναμη, που είναι και ορθολογικότερο.
Αντιλαμβανόμενοι τις μεγάλες ανάγκες, οι Αμερικανοί αποφάσισαν να στείλουν μεγαλύτερο αριθμό πυροβόλων, που αναλογούν σε δύναμη Ταξιαρχίας Πυροβολικού. Πρόκειται όμως για ρυμουλκούμενα πυροβόλα Μ777 των 155 mm που αν και μικροτέρων απαιτήσεων, υστερούν σε ευκινησία και θεωρούνται μικρότερης επιβιωσιμότητος έναντι πυρών αντιπυροβολικού. Εν τούτοις, καθώς οι Ουκρανοί προβαίνουν σε καλή εκμετάλλευση της συνδυασμένης δράσεως Πυροβολικού με αναγνώριση μέσω drone που εξασφαλίζουν ακριβείς συντεταγμένες στόχου, έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνεται η απόδοση και μειώνονται οι όποιοι περιορισμοί των πυροβόλων.
Εφόσον τα δυτικής προελεύσεως συστήματα πυροβολικού παρασχεθούν σε μεγαλύτερους αριθμούς, διατεθούν προηγμένοι τύποι πυρομαχικών και γίνει εκτενής συνδυασμένη χρήση με drone όσο και με τα διαθέσιμα ραντάρ αντιπυροβολικού, μπορούν να διαδραματίσουν πολύ σοβαρό ρόλο ακόμη και στην καταστροφή του ρωσικού πυροβολικού. Πολύ μεγαλύτερο άλμα ποιοτικής αναβαθμίσεως θα μπορούσε να εξασφαλίσει η διάθεση συστημάτων MLRS όπως τα αμερικανικά Μ270Α1 ή M142, που μπορούν να μεταφέρουν πυρά σε αποστάσεις 80 και 150 χλμ., πέρα από τακτικούς βαλλιστικούς πυραύλους. Σε συνέντευξή της στην ουκρανική Pravda στις 22 Απριλίου, η Αμερικανίδα αναπληρώτρια υπουργός Αμύνης Νούλαντ ανέφερε ότι “το τελευταίο πακέτο βοηθείας περιλαμβάνει πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών και πυροβολικό” αλλά δεν έχει υπάρξει συγκεκριμένη επιβεβαίωση, αφού δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο παραχωρηθέντος υλικού που δημοσιοποιήθηκε.
Περί ρωσικού “στρατηγήματος” και “Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης” στην Ουκρανία
Δυτικοί αναλυτές, εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσο η βοήθεια σε τεθωρακισμένα, πυροβολικό και άλλο υλικό, μπορούν να αξιοποιηθούν ή ακόμη και αν είναι πραγματικά χρήσιμα για τους Ουκρανούς! Οι επιφυλάξεις επικεντρώνονται στην ανάγκη εκπαιδεύσεως όχι μεμονομένων πληρωμάτων αλλά σε επίπεδο εκπαιδεύσεως συνόλου, στο πλαίσιο μονάδος και σχηματισμού. Οι αναλυτές θέτουν το ζήτημα ως προς το βάθος χρόνου που απαιτείται ώστε οι Ουκρανοί διοικητές και επιτελείς να αποκτήσουν εμπειρία και τριβή στην διοίκηση και διεξαγωγή επιχειρήσεων συνδυασμένων όπλων.
Μια επίθεση τεθωρακισμένης ή μηχανοκίνητης ταξιαρχίας, απαιτεί επιτελική και διοικητική εμπειρία, επάρκεια εκπαιδεύσεως και δεξιότητα, από τα μικρότερα κλιμάκια ουλαμού, ίλης, επιλαρχίας κ.λπ. σε συντονισμό με υπομονάδες υποστηρίξεως και δυνάμεις άλλων Κλάδων. Αυτό είναι το βασικό πλαίσιο οργανώσεως, τακτικής και επιχειρησιακής αντιλήψεως των Δυτικών στρατών, με αποτέλεσμα να θεωρείται αδύνατο για τους Ουκρανούς να πετύχουν με το παραχωρηθέν υλικό εντός ολίγων εβδομάδων, την συγκρότηση ετοιμοπόλεμων μονάδων και σχηματισμών. Στην κατάσταση που βρίσκονται όμως, δεν έχουν καμμία τέτοια δυνατότητα, ακόμη και σε βάθος μηνών.
Η κριτική, δεν στερείται βάσεως και λογικής. Κάνουν όμως ένα σφάλμα, όσοι την εκφράζουν εν προκειμένω, επειδή υπάρχει ατελής αντίληψη περί της φυσιογνωμίας των διεξαγομένων επιχειρήσεων στην Ουκρανία. Ο Ουκρανικός Στρατός και η Εθνοφυλακή, δεν διεξάγουν πόλεμο ελιγμών με ενέργειες μεσαίας ή μεγάλης κλίμακος σχηματισμών ενώ και οι αμυντικοί αγώνες που δίνονται, με αντεπιθετικούς ελιγμούς ή συμπτύξεις, διεξάγονται κατά βάση με υπομονάδες, δηλαδή κλιμάκια λόχου. Οι Ταξιαρχίες και τα Τάγματα, σπανιότατα ενεργούν ως σύνολο και οι αγώνες σε κωμοπόλεις, χωριά, συνοικισμούς, δίδονται από διμοιρίες και τμήματα, με αποσπασμένους ουλαμούς ή ίλες αρμάτων. Ο Ουκρανικός Στρατός, παρά την επαφή του τα τελευταία έτη με στρατούς του ΝΑΤΟ, παρά την σχετική πρόοδο σε θέματα εκπαιδεύσεως και παραγωγής ηγητόρων, δεν διαθέτει ώριμη επιχειρησιακή και τακτική ικανότητα, δεξιοτεχνία και αυτοπεποίθηση, για την σχεδίαση και εκτέλεση επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας με την τυπική έννοια. Ως εκ τούτου, τα άρματα μάχης και τεθωρακισμένα που προσφέρονται στους Ουκρανούς, δεν αναμένεται στην παρούσα φάση να δράσουν συγκεντρωτικά σε αποφασιστικές ενέργειες μεγάλης κλίμακος, καθώς ενεργούν διάσπαρτα ανά ουλαμούς και ίλες Υπό Διοίκηση υπομονάδων και μονάδων πεζικού. Ένα μοτίβο, το οποίο δεν απαιτεί στέρεα βάση πολύμηνης εκπαιδεύσεως συνόλου, σε μεγαλύτερα κλιμάκια.
Αντίστοιχη αποδεικνύεται η κατάσταση και με τον αντίπαλο, αφού ο Ρωσικός Στρατός, με τις εμφανείς επιχειρησιακές αδυναμίες του, επίσης έχει απομυθοποιηθεί πλήρως ως προς το αξιόμαχό του, στα όμματα των Δυτικών. Παρά το ότι υπάρχει ποιοτική ανωτερότητα σε υλικό και μεγαλύτερη ισχύς πυρός, οι Ρώσοι περιορίζονται μέχρι σήμερα σε εγχειρήματα μικρής κλίμακος και αργούς ρυθμούς, με διεκδίκηση εδάφους από χωριό σε χωριό και από συνοικισμό σε συνοικισμό, στηριζόμενοι κατά βάση στο συντριπτικό πυρ του Πυροβολικού για “να ανοίξει τον δρόμο”.
Επομένως, είναι προφανές ότι και για τους δύο αντιπάλους αλλά ιδίως για τους Ουκρανούς που στερούνται αεροπορικής ισχύος, το Πυροβολικό Μάχης είναι το Όπλο στο οποίο στηρίζονται για αποφασιστικά αποτελέσματα. Τόσο από πλευράς εκπαιδεύσεως, όσο και αποτελέσματος, το Πυροβολικό μπορεί να θεωρηθεί για τους Ουκρανούς, το πλέον οικονομικό και αποδοτικό όπλο για την αντιστάθμιση της αριθμητικής ισχύος του αντιπάλου και από αυτή την άποψη, πρέπει να συνεχίσει να έχει προτεραιότητα στον κατάλογο οπλικών συστημάτων που παραχωρούν οι Δυτικοί.