Η “Στρατηγική Αυτονομία” της Ευρώπης και οι εχθροί της

Ειδικός συνεργάτης
Οι πρόσφατες αποφάσεις: α) της Γερμανίας να επανεξοπλιστεί (μέσω ψηφοφορίας στη Bundestag στις 18/3 να αρθεί η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία), β) της ΕΕ να πράξει το ίδιο με την πρωτοβουλία Rearm Europe, ενισχύοντας την εγχώρια αμυντική βιομηχανία αντί της αμερικανικής, γ) μιας ευρύτερης «συμμαχίας προθύμων» (με επίκεντρο το Ηνωμένο Βασίλειο, πυρηνική δύναμη από το 1952 και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ) να οικοδομηθεί μια αρχιτεκτονική ασφαλείας ως συμπλήρωμα -όχι υποκατάστατο- του ΝΑΤΟ, αποτελούν τα πλέον ιστορικά γεγονότα της εποχής μας στη Γηραιά Ήπειρο. Είναι, δε, αλληλένδετες, καθώς προέκυψαν μετά από επίγνωση της νέας κατάστασης πραγμάτων (situational awareness): η μεν Ρωσία, ως αναθεωρητική Δύναμη, δεν είναι διατεθειμένη να σταματήσει στην Ουκρανία, εξ ου και απαίτησε επιστροφή του ΝΑΤΟ στα σύνορα του… 1997, οι δε ΗΠΑ ενδέχεται να μη συνδράμουν τους Ευρωπαίους συμμάχους τους στη βάση του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ. «Ήλθε, επιτέλους, η ώρα της Ευρώπης», γράφουν οι περισσότεροι αναλυτές στην Εσπερία.
Προφανώς τα εγχειρήματα αυτά θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες υλοποίησης και προφανώς θα πάρουν αρκετό χρόνο μέχρι να ολοκληρωθούν. Εντούτοις, για τον οποιονδήποτε καλόπιστο παρατηρητή και αληθινό φίλο της Ευρώπης, συνιστούν μια καλοδεχούμενη «αφύπνιση» από ένα μακρύ λήθαργο και συγκεκριμένα από την ευζωία, σε βαθμό αποχαύνωσης, της περιόδου προ του 2022, όταν η δηλαδή βασιζόμασταν αποκλειστικά στην αμερικανική στρατιωτική προστασία, στη φθηνή από υδρογονάνθρακες ρωσική ενέργεια (της οποίας τα έσοδα ο κ. Πούτιν χρησιμοποιούσε για το δικό του επανεξοπλισμό…) και στο εμπόριο προϊόντων με την Κίνα. Κι όμως, εδώ στην Ελλάδα, χώρα με πολλές ιδιαιτερότητες και ιδιόμορφη -αν υπάρχει- «κουλτούρα ασφαλείας», έχουν εμφανιστεί ουκ ολίγοι επικριτές (όλως τυχαίως, σε ποσοστό 99% ακραιφνείς ρωσόφιλοι…) της ιδέας για ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία», στους οποίους, ως υπόθεση εργασίας, ας αποδώσουμε αγαθές προθέσεις. Ας δούμε, λοιπόν, τι ισχυρίζονται οι Έλληνες ευρωσκεπτικιστές ενάντια στις κοσμογονικές εξελίξεις οι οποίες διαμορφώνονται στο χώρο της ευρω-άμυνας και κατά πόσο έχουν δίκιο.
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ 1: Η Ρωσία δε συνιστά απειλή για την ΕΕ. Η «Λευκή Βίβλος για την Άμυνα» η οποία παρουσιάστηκε από την ΕΕ πρόσφατα και εμπεριέχει την πρωτοβουλία Rearm Europe, ξεκινά με την εξής φράση: “Europe faces an acute and growing threat”, δηλαδή η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια οξεία και αυξανόμενη απειλή. Μολονότι αυτή δεν κατονομάζεται ρητά, είναι προφανώς η αναθεωρητική Ρωσία. Σε αντίθεση με το τι ισχυρίζονται οι ίδιοι οι Ρώσοι και τα πολυάριθμα φερέφωνά τους, οι βλέψεις της Μόσχας εκτείνονται πολύ πέρα από την Ουκρανία. Για τη διαπρεπή Κρεμλινολόγο του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, Φρανσουάζ Τομ, «ο Πούτιν έχει παγιδευτεί στο οικοδόμημα μια παράλληλης Ιστορίας που έχει κατασκευάσει εδώ και χρόνια (…) επιθυμεί διακαώς να επιστρέψει πίσω στο χρόνο και να ξαναπαίξει το παιχνίδι του Ψυχρού Πολέμου, με νικητή, αυτή τη φορά, τη Ρωσία». Πράγματι, το Κρεμλίνο επιδιώκει την ανασύσταση της «σφαίρας επιρροής» που εξασφάλισε ο Στάλιν το 1945 στις Διασκέψεις Γιάλτας και Πότσδαμ. Θέλει μια αδύναμη Ευρώπη υπό διαρκές καθεστώς ομηρίας, την οποία θα μπορεί να εκβιάζει – απειλεί κατά το δοκούν, εφόσον δε συμμορφώνεται με τις επιταγές της. Περίτρανη απόδειξη, ήδη από το 2016 (ενδεχομένως και νωρίτερα), η ανάπτυξη επιθετικών πυραυλικών συστημάτων μέσου και ενδιάμεσου βεληνεκούς στην Ευρώπη, κατά παράβαση της Συνθήκης INF του 1987. Η αρχή φαίνεται να έγινε με την αδικαιολόγητη εγκατάσταση στο Καλίνινγκραντ βαλλιστικών βλημάτων Iskander-M (NATO: SS-26 Stone), ικανών να πλήξουν περιοχές του ΝΑΤΟ σε μια ακτίνα τουλάχιστον 500 km. Ακολούθησε, το χειμώνα 2016/17, η επιχειρησιακή ανάπτυξη του υποηχητικού βλήματος κρουζ RM729 (NATO: SSC-8 Screwdriver), το οποίο έχει δραστικό βεληνεκές περίπου 2.500 km, παρά τον ψευδή ρωσικό ισχυρισμό ότι αποτελεί κι αυτό παραλλαγή του Iskander με βεληνεκές 5 φορές μικρότερο. Το γεγονός αυτό εξώθησε τον Πρόεδρο Τραμπ να καταγγείλει την INF, με ισχύ αποχώρησης των ΗΠΑ το θέρος του 2019. Ακολουθεί το υπό ανάπτυξη σύστημα IRBM RS-26 Yars-M ή Rubezh, το ακόμη πιο απειλητικό, που καλύπτει ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Έγκυροι αναλυτές προειδοποιούν για πιθανή ρωσική προέλαση κατά μήκος του «Διαδρόμου Σουβάλκι» μεταξύ Πολωνίας και Λιθουανίας, ούτως ώστε να ενωθεί διά ξηράς ο ρωσικός (από το 1945) θύλακας του Καλίνινγκραντ με το κράτος – μαριονέτα της Λευκορωσίας και να απομονωθούν από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ οι 3 Βαλτικές Δημοκρατίες. Ουσιαστικά, ο κ. Πούτιν «ξαναπαίζει» αυτούσιο το σήριαλ των Ευρωπυραύλων του Μπρέζνιεφ, που το 1976 αποφάσισε να αναπτύξει εναντίον δυτικών στόχων τους περίφημους SS-20, αναγκάζοντας τη Δύση να «απαντήσει» με τους Pershing II και cruise (συστήματα που τελικά αποσύρθηκαν βάσει της ανωτέρω Συνθήκης INF μεταξύ Ρήγκαν και Γκορμπατσώφ). Ο ρωσικός αμυντικός προϋπολογισμός έχει, τα τελευταία χρόνια, τριπλασιαστεί, τη στιγμή που το ΑΕΠ της χώρας από το 2015 ως το 2025 αυξήθηκε, αθροιστικά, μόλις κατά 15%. Όλα τα ανωτέρω αντιπροσωπεύουν μία μόνο πτυχή της ρωσικής απειλής, ήτοι την αμιγώς στρατιωτική. Σε επίπεδο ψυχολογικών επιχειρήσεων, πληροφοριακού πολέμου, προπαγάνδας και παραπληροφόρησης, το Κρεμλίνο βυσσοδομεί εναντίον όλων των χωρών της ΕΕ εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία. Όπως, λ.χ., αποκάλυψε προ ολίγων ημερών το έγκριτο γερμανικό Der Spiegel, το ρωσικό δίκτυο παραπληροφόρησης Prawda επηρεάζει τις απαντήσεις δημοφιλών chatbot σαν το ChatGPT, κατακλύζοντας με ψευδείς ειδήσεις τα συστήματα της ΑΙ (Τεχνητής Νοημοσύνης). H τρίτη Έκθεση της ΕΥΕΔ (EEAS) για τις εξωτερικές επιχειρήσεις παραπληροφόρησης, με ιδιαίτερη μνεία στη δράση της Ρωσίας και της Κίνας, εκδόθηκε στις 19/3/2025 και είναι διαθέσιμη εδώ: https://www.eeas.europa.eu/eeas/3rd-eeas-report-foreign-information-manipulation-and-interference-threats-0_en
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ 2: Ακόμη κι αν συνιστά, δε μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε. Οι ευρωσκεπτικιστές δεν έχουν κανένα πρόβλημα να μεταπηδήσουν, λογικά, από την ανύπαρκτη απειλή στο άλλο άκρο περί παντοδυναμίας της «Αρκούδας», επικαλούμενοι το πολύ μεγάλο (ποσοτικά) πυρηνικό της οπλοστάσιο: η πανίσχυρη Ρωσία, λένε, δε μπορεί ούτε να αποτραπεί από ενδεχόμενη επίθεση ούτε, εφόσον η αποτροπή αποτύχει, να αναχαιτιστεί από μόνη της την Ευρώπη (βασικά ΕΕ και Ηνωμένο Βασίλειο), χωρίς την αμερικανική «ομπρέλα». Και παραθέτουν την τρέχουσα κατάσταση των ΕΔ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η οποία προέκυψε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και, ποσοτικά, είναι όντως σχεδόν απογοητευτική. Όλη αυτή η ηττοπάθεια, όμως, σε καμιά περίπτωση δε δικαιολογείται. Διότι οι μοιρολάτρες παραγνωρίζουν, μεταξύ πολλών άλλων, τα εξής θεμελιώδη δεδομένα: α) ότι το πυρηνικό επίπεδο κλιμάκωσης είναι το υψηλότερο όλων, ενώ στην πράξη υπάρχει και «συμβατική αποτροπή», β) ότι ποιοτικά οι συμβατικές ΕΔ της Δύσης είναι πολύ ανώτερες από τις ρωσικές, που έδειξαν τα σοβαρά τους προβλήματα στην Ουκρανία, γ) ότι με την υποστήριξη της Rearm Europe η παραγωγή οπλισμού μπορεί να αυξηθεί δραματικά μέχρι το τέλος της δεκαετίας και δ) ότι ακόμη και οι τωρινές στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου (οκτώ πυρηνοκίνητα υποβρύχια των κλάσεων Vanguard και Le Triomphant με τελευταίας τεχνολογίας βλήματα SLBM Trident II και M51) είναι ικανές να κάνουν «οικόπεδο» όλες τις μεγάλες ρωσικές πόλεις μέσα σε λιγότερο από 30 λεπτά. Μια αύξηση του εν λόγω στολίσκου υποβρυχίων σε 10-12 σκάφη θα συνιστούσε μια τρομακτική δύναμη κρούσης, απολύτως συγκρίσιμη με την αντίστοιχη σοβιετική, της οποίας το κύριο βλήμα SLBM (Bulava) έχει αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα εξέλιξης. Πάνω από όλα, ίσως, η Ευρώπη ως οικονομικό μέγεθος και ως δύναμη καινοτομίας είναι υπέρτερη της Ρωσίας. Επομένως, μια «κούρσα εξοπλισμών» θα εξουθενώσει και θα οδηγήσει σε αδιέξοδο τη Μόσχα, η οποία, εξ ορισμού, ανησυχεί επίσης για τα νέα οπλοσυστήματα των ΗΠΑ, αλλά και της Κίνας. Είναι απολύτως ορθή η αποστροφή του κ. Ντόναλντ Τουσκ ότι, απέναντι στην αναθεωρητική Ρωσία, η Ευρώπη «οφείλει να σηκώσει το γάντι αυτής της κούρσας των εξοπλισμών, την οποία και θα κερδίσει (…) Είμαι πεπεισμένος ότι η Ρωσία θα την χάσει, όπως η Σοβιετική Ένωση γονάτισε έπειτα από μία αντίστοιχη κούρσα εξοπλισμών τη δεκαετία του 1980», είπε ο κ. Τουσκ.
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ 3: Αγνοείται η τουρκική (ως προς την Ελλάδα – Κύπρο) απειλή. Καταρχήν, η ένσταση αυτή είναι «εκτός θέματος»: οι ανωτέρω πρωτοβουλίες προέκυψαν από την (100% υπαρκτή) ρωσική απειλή, η οποία αφορά το σύνολο των δημοκρατικών κρατών της Ηπείρου μας, της Ελλάδας βεβαίως συμπεριλαμβανομένης. Το ότι εμείς και η Κύπρος έχουμε και άλλη μία, πολύ σοβαρή όντως, ανησυχία ασφαλείας δεν είναι, καλώς ή κακώς, επιτακτικό ζήτημα για τους λοιπούς 25 της ΕΕ. Και δύσκολα θα μπορούσε: Η Τουρκία, δυστυχώς για εμάς, διαθέτει χαρακτηριστικά -πλην στρατηγικής γεωγραφικής θέσης και πληθυσμού 87 εκατ.- που της εξασφαλίζουν γεωπολιτική και γεωοικονομική υπεραξία για τη Δύση. Πρώτον, καλπάζουσα οικονομία που από το 2015 ως το 2025 αυξήθηκε, αθροιστικά, κατά 59%, έχοντας πλέον ΑΕΠ 1,5 τρισ. $. Είναι μείζων εμπορικός εταίρος πολλών χωρών της ΕΕ και μείζων προορισμός επενδύσεων. Δεύτερον, ισχυρή παραγωγική βάση στον αμυντικό τομέα (σε αντίθεση με την Ελλάδα, χώρα ενδιάμεσων και μιζαδόρων που μια ζωή «ψωνίζει από το ράφι») και μάλιστα με πρόσφατες εξαγορές εργοστασίων εντός της ΕΕ. Τρίτον, μέλος του ΝΑΤΟ ήδη από το 1952 με καθοριστικό ρόλο στο ΝΑ σκέλος της Συμμαχίας, λ.χ. η γιγάντια βάση Ινσιρλίκ που φιλοξενεί και τακτικά πυρηνικά όπλα Β61. Τέταρτον, υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ, έστω κι αν οι σχετικές διαπραγματεύσεις έχουν ουσιαστικά «βαλτώσει». Ως εκ τούτου, η Δύση «κάνει τα στραβά μάτια» στις κατά καιρούς ατασθαλίες της εις βάρος μας. Υποκρισία; Ίσως… Ρεαλισμός; Σίγουρα! Ο Κόσμος δεν είναι «ελληνοκεντρικός» και, όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε, τόσο το καλύτερο.
Για να είμαστε, δε, ειλικρινείς και με τον ίδιο τον εαυτό μας, πρέπει να αναγνωρίσουμε τα εξής: α) Ως προς την Κύπρο, τα τραγικά γεγονότα του 1974 (εισβολή και κατοχή) συνέβησαν 30 χρόνια ΠΡΙΝ την είσοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ και ως τετελεσμένα έχουν δημιουργήσει – παγιώσει ένα οδυνηρό status quo. Μακάρι να μην είχαν συμβεί ποτέ, αλλά ας όψεται το άφρον πραξικόπημα του εξ Ελλάδος ορμώμενου Ιωαννίδη εναντίον του Μακαρίου (15/7/1974). Το ότι η Κύπρος μπόρεσε να εισέλθει στην ΕΕ υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, χωρίς να ερωτηθεί η κατοχική δύναμη, υπήρξε το μέγιστο επίτευγμα της εξωτερικής μας πολιτικής τα τελευταία 30 έτη. Ως πλήρες μέλος της ΕΕ, η Κύπρος έχει λόγο σε όλες τις αποφάσεις περί εξωτερικής δράσης της Ένωσης, που λαμβάνονται με ομοφωνία, ενώ κατά καιρούς επικαλείται την ευρωπαϊκή αρωγή σε πολλά θέματα. Ένα μικρό παράδειγμα: Προσφάτως ο Κύπριος Υπουργός Ενέργειας κ. Παπαναστασίου κάλεσε τις Βρυξέλλες να δώσουν λύση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας (GSI), λόγω της αρνητικής τουρκικής στάσης: «Η ΕΕ μαζί με τις εμπλεκόμενες χώρες πρέπει να διαχειριστούν την οποιαδήποτε οικονομική και γεωπολιτική πρόκληση», είπε. Αυτό πραγματικά μπορεί να το κάνει η ΕΕ (η οποία επίσης έχει χρηματοδοτήσει το σχέδιο) και μακάρι να γίνει. Να εκδιώξει, όμως, τους Τούρκους από την Κύπρο δυστυχώς δε μπορεί… β) Ως προς την Ελλάδα, η Τουρκία από το 1974 μέχρι σήμερα έχει περιοριστεί σε απειλές (απαράδεκτες και παράνομες σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο) και σε παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας. Αυτές, όμως, δεν έχουν μετουσιωθεί σε απτές πράξεις εναντίον της εδαφικής κυριαρχίας μας, με μοναδική εξαίρεση τη -μικρής διάρκειας- απόβαση στη βραχονησίδα Ίμια το 1996. Δεν έχει λάβει χώρα επιθετική ενέργεια σε αξιόλογο επίπεδο κλιμάκωσης, λ.χ. στρατιωτική εισβολή (μολονότι η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού από τους γείτονες είναι κι αυτή «υβριδική» επιχείρηση).
Τουναντίον, η Ρωσία το Φεβρουάριο του 2022 διέβη το Ρουβίκωνα της κλιμάκωσης, πραγματοποιώντας μαζικής κλίμακας στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, και μάλιστα τη μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση επί ευρωπαϊκού εδάφους μετά το Β’ ΠΠ. Να μη συγκρίνουμε, λοιπόν, με τη ρωσική επιθετικότητα ανόμοια πράγματα, είτε χρονικά (Τουρκία – Κύπρος το 1974, όταν η Κύπρος δεν ανήκε ούτε στο ΝΑΤΟ, ούτε στην τότε ΕΟΚ) είτε ως προς την έκτασή τους (Τουρκία – Ελλάδα μετά το 1974). Τα αντιτουρκικά επιχειρήματα δε μπορούμε να τα «πουλήσουμε» στους υπόλοιπους 25 Ευρωπαίους εταίρους μας εντός τους σημερινού πλαισίου αναφοράς (context), όπου αναμένουν από εμάς να είμαστε εποικοδομητικοί. Η διπλωματία και ιδίως η πολυμερής είναι η τέχνη του συμβιβασμού διά της εξεύρεσης «ελάχιστου κοινού παρονομαστή». Ένας τέτοιος κοινός παρονομαστής είναι εν έτει 2025 και εντός της Ευρώπης η ρωσική απειλή (σε αντίθεση με την τουρκική). «Εθνικοπατριωτικές» κραυγές οι οποίες καλούν σε …ανένδοτο αγώνα εναντίον της γείτονος παντού και πάντα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να μας πείσουν (γιατί άραγε;) ότι πολύ κακώς ασχολούμεθα με τη Ρωσία, δε φαίνεται να αντιλαμβάνονται αυτή την πικρή μεν, διαχρονική δε αλήθεια.
Υστερόγραφο: α) Τα ανωτέρω, βεβαίως, ουδόλως αποκλείουν να απαιτήσουμε ανταλλάγματα για μια πιθανή συμμετοχή της Τουρκίας σε διάφορα κυοφορούμενα σχήματα, λ.χ. μιας ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία (εξάλλου έχει μεγάλη παράδοση σε τέτοιες αποστολές εδώ και δεκαετίες, είτε μας αρέσει είτε όχι). Αλλά το να λέμε εκ των προτέρων ένα ξερό «όχι σε όλα», είναι άκρως αντιπαραγωγικό και απλά θα μας απομονώσει διεθνώς. β) Η γείτων δε μπορεί να κρατηθεί «απέναντι» με διπλωματικά μέσα, παρά μόνον εφόσον εμείς οι ίδιοι διαθέτουμε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη αποτροπής. Δεν θα πρέπει να περιμένουμε από κανένα, είτε ΕΕ είτε ΝΑΤΟ είτε μεμονωμένη χώρα να μας βοηθήσει… Όπως ακριβώς ο φίλος του, κ. Πούτιν, έτσι και ο (επίσης αυταρχικός ηγέτης) κ. Ερντογάν καταλαβαίνει μία μόνο γλώσσα: εκείνη της «σκληρής» ισχύος.
Γάλλος Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων: “Στρατηγικός ανταγωνιστής” η Τουρκία