Αποστολάκης επιβεβαιώνει φόβους: κανένα σοβαρό αντάλλαγμα για Σούδα – MDCA
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Αμφισβητώντας ευθέως ότι η Ελλάδα εξασφάλισε ουσιαστικά και χειροπιαστά οφέλη από την συμφωνία επικαιροποιήσεως της MDCA με τις ΗΠΑ, εμφανίσθηκε στις 20 Ιανουαρίου ο πρώην ΥΕΘΑ και Επίτιμος Α/ΓΕΕΘΑ Ευάγγελος Αποστολάκης στην εκπομπή LEADERS του δημοσιογράφου Ηλία Παπανικολάου. Ο κ. Αποστολάκης μάλιστα, περίπου “κάρφωσε” την κυβέρνηση Μητσοτάκη που υπέγραψε, αναφέροντας εμμέσως ότι ο πρώην πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας είχε… επιφυλάξεις.
Ο κ. Αποστολάκης είπε συγκεκριμένα για την συμφωνία, τονίζοντας την μεγάλη σημασία που έχουν οι αεροναυτικές διευκολύνσεις της Σούδας για τις ΗΠΑ: «Με τις Ηνωμένες Πολιτείες οι σχέσεις μας είναι άριστες και αυτά που δίνουμε και παίρνουμε, δεν είναι πάντα ισορροπημένα. Εγώ είμαι αυτός που συζήτησα πάρα πολύ το θέμα της MDCA, της Αμυντικής Συμφωνίας και κατά ένα μεγάλο ποσοστό την διαμόρφωσα με τους επιτελείς μου στο επίπεδο που είναι αυτή την στιγμή. Κι εγώ είμαι αυτός που λέω τώρα, έτσι όπως είναι η κατάσταση, ότι πριν την υπογράψουμε -συμφωνώ με τον κ. Τσίπρα- θα πρέπει να γίνει μια κουβέντα, όχι εκβιαστικά, αλλά τέλος πάντων δίνουμε κάτι πολύ σημαντικό. Η Σούδα είναι από τις σημαντικότερες διευκολύνσεις που έχει η Αμερική στον κόσμο. Ας δούμε τι μπορεί να προκύψει. Κάτι που να είναι θετικό και να έχει ένα μικρό αντιστάθμισμα. Και δεν λέμε τίποτα τρελλό και ανέφικτο. Κατ’ αρχήν να εξασφαλισθεί μια ασφάλεια στην περιοχή, με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο. Τέλος πάντων, να γίνουνε μερικές κουβέντες. Δεν μπορούμε να αφήνουμε κάποιον να μας θεωρεί δεδομένο. Όταν κλείσει το θέμα αυτό, αυτομάτως οι άλλοι λένε ΟΚ από εκεί έχουμε δέσει, είμαστε εντάξει, δεν χρειάζονται ούτε παραχωρήσεις, ούτε διευκολύνσεις, ούτε τίποτα. Οπότε θέλει λίγο κουβέντα και λίγο παραπάνω πίεση σε αυτό το θέμα».
Η τοποθέτηση Αποστολάκη, χωρίς περίτεχνο λόγο, επιβεβαιώνει όσους υποστήριζαν ότι η Ελλάδα υπέγραψε περιοριζόμενη για άλλη μια φορά σε γενικότητες και ευχολόγια, κοινώς “αερολογίες”, από πλευράς ΗΠΑ. Σημαντικό στοιχείο στην τοποθέτηση Αποστολάκη, είναι η προσπάθεια αποσείσεως ευθυνών από τον Τσίπρα, τον οποίο εμφανίζει δήθεν υπέρμαχο κάποιας καλύτερης διαπραγματεύσεως.
Αλλά οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρέμειναν στην εξουσία από το 2015 μέχρι τα μέσα του 2019. Όλα αυτά τα χρόνια δεν μπορούσαν να κάνουν την “σκληρότερη” διαπραγμάτευση; Όλα αυτά τα χρόνια, ο κ. Αποστολάκης ήταν Α/ΓΕΕΘΑ, δεν γνωρίζει τι εμπόδιζε αυτή την διαπραγμάτευση, για την οποία προφανώς εισηγήθηκε κι ο ίδιος; Και αν πίεσε ώστε να διαμορφωθούν κατάλληλες προϋποθέσεις, υπάρχει αυτοκριτική για το τί κατάφερε τελικά; Ακόμη και όταν παρέδωσε τα καθήκοντα του Α/ΓΕΕΘΑ στις αρχές του 2019 και ανέλαβε ΥΕΘΑ μέχρι και τον Ιούλιο;
Βάσει των ανωτέρω, μπορεί ο καθείς να φανταστεί ελεύθερα την “αλυσίδα” επεξεργασίας του σοβαρού ζητήματος. Τι γινόταν δηλαδή από το 2015 (αλλά ασφαλώς και προηγουμένως) για ουσιαστικότερα ανταλλάγματα για τις μεγάλες διευκολύνσεις που προσφέρει η χώρα στις ΗΠΑ, μέσω Σούδας και λοιπών υποδομών;
Μήπως ο Α/ΓΕΕΘΑ έκανε μια εισήγηση και άφηνε το θέμα στον ΥΕΘΑ;
Μήπως ο ΥΕΘΑ “έβλεπε” το θέμα και το άφηνε στο ΥΠΕΞ;
Μήπως στο ΥΠΕΞ, το “έβλεπε” ο γενικός γραμματέας αλλά το άφηνε στον υπουργό;
Και μήπως ο υπουργός Εξωτερικών το άφηνε στον πρωθυπουργό, ώστε να το θέσει αυτός στον… κ. Πάιατ;
Μήπως προέκυψαν οι πρόωρες εκλογές και υπήρξε μια καλή δικαιολογία για να αφεθεί το θέμα στους επόμενους;
Κατά τα φαινόμενα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έκλεισε το θέμα της συμφωνίας χωρίς κάποια ιδιαίτερη επεξεργασία, ίσως και για να μην μπορεί να την κατηγορήσει ο ΣΥΡΙΖΑ για ο,τιδήποτε, αφού αυτός την είχε προετοιμάσει…
Μήπως κάπως έτσι, αφέθηκε το θέμα στους Αμερικανούς να μας ορίσουν ημερομηνία υπογραφής για απλή ανανέωση της πάνω – κάτω ίδιας συμφωνίας για ένα ακόμη έτος; Και κάπως έτσι, δεν έγινε καμμία “κουβέντα”, την οποία εισηγήθηκε ο κ. Αποστολάκης;
Μήπως αυτή η ανευθυνότητα και ευθυνοφοβία, οδήγησε στην πάροδο πέντε ακόμη ετών χωρίς μια δραστικώς αναθεωρημένη MDCA, από την οποία η Ελλάδα θα εξασφάλιζε χειροπιαστά ανταλλάγματα, τα οποία ακόμη και ένας μη ειδικός με τα στρατιωτικά, θα μπορούσε να σκιαγραφήσει;
Είχαμε γράψει από την πρώτη στιγμή, ότι οι επίσημες δηλώσεις για το επίτευγμα της νέας συμφωνίας ήταν άνευ ουσίας αλλά πάντα κάποιος καλόπιστος μπορεί να διατηρήσει μια επιφύλαξη, ότι υπάρχουν και στοιχεία τα οποία είναι μη ανακοινώσιμα. Όμως η χώρα εισήλθε ταχέως σε μια περίοδο νέας εντάσεως με την Τουρκία, καθιστώντας απαραίτητη την λήψη μέτρων και δεν φαίνεται ότι εξασφαλίσθηκε άμεσα από τις ΗΠΑ κάτι συγκεκριμένο προς ενίσχυση του ελληνικού οπλοστασίου – το πρώτιστο σε μια συμφωνία αμυντικής συνεργασίας. Τα λεγόμενα του κ. Αποστολάκη, περί της ανάγκης «να γίνει μια κουβέντα», επιβεβαιώνουν με τον πιο σκληρό τρόπο, ότι η ελληνική πλευρά δεν έθεσε καν ζήτημα οποιονδήποτε ανταλλαγμάτων από τις ΗΠΑ, είτε στην μορφή πιστώσεων – ενοικίου, είτε οπλικών συστημάτων.
Τι ζητάμε στην “Στρατηγική” συμφωνία από τις ΗΠΑ; Επικίνδυνες αφελείς ονειρώξεις
Στο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ALMANAC τον Μάρτιο του 2019, θίγαμε ακριβώς αυτή την διαχρονική αδυναμία της Ελλάδος να “πουλήσει” σωστά το “οικόπεδό” της στους Συμμάχους. Σχολιάζαμε πόσο δεδομένοι και “φθηνιάρηδες” είμαστε… Παρουσιάζαμε συγκεκριμένα παραδείγματα ξένων χωρών που απαιτούσαν την καταβολή ενοικίου από τις ΗΠΑ, για την παραχώρηση βάσεων, όπως το Τζιμπουτί, στο οποίο οι ΗΠΑ καταβάλουν 63 εκατ. $ ετησίως, η Γαλλία 36 εκατ. $, η Ιαπωνία περί τα 30 εκατ. $, η Κίνα 20 εκατ. $ και η Ιταλία 2,6 εκατ. $, αναλόγως των διευκολύνσεων. Αναφέραμε παλαιό παράδειγμα του Κιρζιστάν που ελάμβανε ετησίως 63 εκατ. $ από τις ΗΠΑ, την περίπτωση της Ναυτικής Ευκολίας Νάπολης στην Ιταλία, με ετήσιο ενοίκιο άνω των 40 εκατ. $ και προτείναμε: «Διεκδίκηση ετησίου ενοικίου της τάξεως των 100 εκατ. $ από την Ελλάδα, δεν μπορεί να θεωρηθεί εξωπραγματική. Σε συζήτηση με Αμερικανό αξιωματούχο, αυτός τοποθετήθηκε ως εξής έναντι της πεσιμιστικής αντιλήψεως του “δεν γίνονται αυτά τα πράγματα”, που διακρίνει τους Έλληνες: “Πως προεξοφλείς το αποτέλεσμα και την απάντηση της Αμερικής; Το ζήτησες; Το προσπάθησες; Πίεσες”; Με μέσο όρο 240 πλοία του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ να εξυπηρετούνται στην Σούδα ετησίως, με ενοίκιο 100 εκατ. $, είναι σαν να χρεώνει η Ελλάδα κάτι παραπάνω από 400.000 $ την εξυπηρέτηση κάθε πλοίου. Εάν το ποσό φαίνεται μεγάλο, τότε μπορούμε να συμπεριλάβουμε στον υπολογισμό και τα εξυπηρετούμενα ετησίως αεροπλάνα».
Και καταλήγαμε: «Με διεκδίκηση ενοικίου 100 εκατ. $, τα οποία θα αφιερώνονται ούτως ή άλλως σταθερά για προμήθεια αμερικανικού οπλισμού, κερδισμένος επί της ουσίας είναι και η αμερικανική αμυντική βιομηχανία. Μέσω αυτού του ποσού όμως, μπορούν να αποπληρωθούν στοχευμένες προμήθειες οπλικών συστημάτων». Δηλαδή και οι δύο πλευρές θα κάνουν την δουλειά τους, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που αναμφιβόλως ο πρόεδρος Τραμπ θα αναγνώριζε ως μια δίκαιη συμφωνία για… μπίζνες.
Συνεπώς, καλό είναι χειριστές αυτού του σοβαρού ζητήματος, που απέτυχαν όμως να εξασφαλίσουν κάτι ανάλογης βαρύτητος για τις Ένοπλες Δυνάμεις, να μην εμφανίζονται εκ των υστέρων ως επικριτές και μάλιστα εμφανώς με κομματικό πρόσημο. Προς εξυπηρέτηση ενός κόμματος και του αρχηγού του, που απέτυχε με τους υπουργούς του να προπαρασκευάσει σοβαρά μια τόσο κρίσιμη διμερή συμφωνία.
Ακόμη καλύτερο θα είναι, η παρούσα κυβέρνηση, να εγκαινιάσει άμεσα τις διαδικασίες για μια περισσότερο διεκδικητική διαπραγμάτευση με τους καλούς Συμμάχους μας, ζητώντας τουλάχιστον την καταβολή ενός σοβαρού ενοικίου, το οποίο θα κατευθύνεται στις αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες για την πρόσκτηση αναγκαίων για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις οπλικών συστημάτων.
Η κυβέρνηση “θυμήθηκε” τα ARLEIGH BURKE (αφού υπέγραψε την MDCA με τις ΗΠΑ)