Γιατί δεν έχει βυθισθεί το Oruç Reis
Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, λόγω της εξόδου του τουρκικού ερευνητικού Oruç Reis με σκοπό την εκτέλεση σεισμικών ερευνών σε θαλάσσια περιοχή όπου η Ελλάδα θεωρεί ότι εκτείνεται η υφαλοκρηπίδα της, έχει δημιουργήσει σε μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης την εντύπωση ότι έχουν ξεκινήσει πολεμικές επιχειρήσεις. Εξ αυτής της πλάνης, ασκείται δημοσίως κριτική στην κυβέρνηση για δήθεν ενδοτικούς χειρισμούς ενώ η αμετροέπεια έχει ως αποτέλεσμα την έκφραση υπερβολών ακόμη και για την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Οι κριτές φαίνεται να αγνοούν ότι σε εξέλιξη βρίσκεται ένα ακόμη επεισόδιο του διπλωματικού αγώνα που δίνει η χώρα επί δεκαετίες εναντίον της τουρκικής αρπακτικότητος. Η σύγχυση οφείλεται προφανώς στο ότι ο αντίπαλος χρησιμοποιεί περιορισμένα την στρατιωτική ισχύ του. Αυτή η στρατιωτικοποίηση όμως, δεν αφορά ανοικτή πολεμική δράση αλλά “υβριδική”, δηλαδή περισσότερο επίδειξη σημαίας, μια πράξη “πολιτικής κανονιοφόρων”. Ο “Υβριδικός Πόλεμος” αποβλέπει στην αυξηση της πιέσεως εναντίον της Ελλάδος, επειδή η Τουρκία προτιμά να την υποτάξει χωρίς πόλεμο. Η στρατιωτικοποίηση της διπλωματίας (με το δόγμα “και στο πεδίο των επιχειρήσεων και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”) θεωρείται ότι ενισχύει τα τουρκικά διπλωματικά “όπλα”, δημιουργώντας εντυπώσεις εις βάρος της πραγματικότητος, δηλαδή ως προς την κανονική κατάσταση – καθεστώς.
Τα τουρκικά διπλωματικά “όπλα” είναι αδύναμα, επειδή βρίσκονται σε τόσο έντονη αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο και την Νομιμότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Τουρκία έχει υιοθετήσει μια “εικονική πραγματικότητα” ως προς αυτό που εκείνη (μόνο) θεωρεί Διεθνές Δίκαιο και Νομιμότητα. Μια “εικονική πραγματικότητα”, την οποία επιδιώκει να επιβάλει στην Ελλάδα. Οχυρωμένη σε αυτή την “εικονική πραγματικότητα”, η Τουρκία προβάλει αυθαίρετες θέσεις και ερμηνεύει κατά το δοκούν τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου ενώ απορρίπτει και την από κοινού προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο. Η τουρκική “εικονική πραγματικότητα” δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά μόνο το ψευδοκράτος, δεν αναγνωρίζει στην Ελλάδα δικαίωμα επεκτάσεως των χωρικών υδάτων της, ούτε επήρεια των νήσων σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ κ.λπ. Δεν ενδιαφέρει την Τουρκία εάν η διεθνής κοινότητα αποδέχεται την τουρκική “εικονική πραγματικότητα”. Της αρκεί που η διεθνής κοινότητα απλώς… παρακολουθεί τον Υβριδικό Πόλεμο εναντίον των Ελλήνων και ο τελικός στόχος, το “τέλος της διαδρομής”, την ενδιαφέρει να είναι μια πολιτική συμφωνία υπέρ της, η οποία μόνο με ταπεινωμένους τους Έλληνες ή με ελληνική αυτοκτονική διπλωματική πρωτοβουλία, μπορεί να προέλθει.
Τι κάνει η Ελλάδα; Χρησιμοποιεί και αυτή τις Ένοπλες Δυνάμεις για να αποκρούσει την “πολιτική των κανονιοφόρων” – Υβριδικό Πόλεμο. Η ελληνική απάντηση, κινείται στα ίδια ακριβώς μέτρα στα οποία ορίζεται η τουρκική δράση. Αναχαιτίζει τα τουρκικά αεροσκάφη όπου πρέπει, διώχνει τα τουρκικά πολεμικά και άλλα πλοία από εκεί που πρέπει, αποκρούει επιθέσεις όπως αυτή στον Έβρο τον περασμένο Μάρτιο. Η Ελλάδα δεν παραμένει απαθής, όπως νομίζουν πολλοί αλλά αντιδρά, λαμβάνοντας πάντα πολύ σοβαρά υπ’ όψιν όλα όσα προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο. Και στην περίπτωση του πλου πολιτικών πλοίων σε διεθνή ύδατα, πράττει αυτά τα οποία “επιτρέπει” το Διεθνές Δίκαιο ενώ με τα πολεμικά της πλοία απαγορεύει στους Τούρκους να διεξάγουν σεισμικές έρευνες, πράγμα που γνωρίζουν οι Τούρκοι αλλά δεν μπορούν να το παραδεχθούν για λόγους γοήτρου και εσωτερικής κατανάλωσης.
Απάντηση σε έναν Υβριδικό Πόλεμο, δεν σημαίνει και αυτομάτως κήρυξη πολέμου. Ούτε τον Μάρτιο του 2020 η Ελλάδα κήρυξε πόλεμο στην Τουρκία, επειδή ο Ερντογάν εξαπέλυσε τις μάζες λαθρομεταναστών στον Έβρο, ούτε μέχρι τώρα, με το Oruç Reis. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η κήρυξη πολέμου, είναι μια εντελώς άλλη πράξη και αυτή την στιγμή δεν υφίσταται εμπόλεμος κατάσταση με την Τουρκία. Σε όλες τις ελληνοτουρκικές κρίσεις από το 1974, η Ελλάδα δεν έχει κηρύξει πόλεμο αλλά επικράτησε η επιλογή της διπλωματίας. Το εάν ακολούθησαν κάθε φορά εσφαλμένοι διπλωματικοί χειρισμοί ή όχι, είναι άλλη υπόθεση. Όλα αυτά όμως, δεν σημαίνουν ότι η Ελλάδα δεν έχει στην διάθεσή της την στρατιωτική επιλογή…
Και σε διπλωματικό επίπεδο, οι τουρκικές θέσεις και απόψεις λαμβάνουν τις απαντήσεις που πρέπει. Από το 2018 γίνονται τουρκικές απόπειρες ερευνών στην επίμαχη περιοχή αλλά εμποδίζονται ενώ σήμερα, το διπλωματικό προσκήνιο δείχνει ότι καμμιά από τις ενδιαφερόμενες χώρες δεν συμμερίζεται τις τουρκικές αξιώσεις. Οι οικονομικής φύσεως συμμαχίες που έχουν οικοδομηθεί στην Ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Αθηνών, Λευκωσίας, Καΐρου και Ιερουσαλήμ, συνεχίζονται παρά τις τουρκικές αντιδράσεις. Ισραήλ και Αίγυπτος απορρίπτουν τις τουρκικές θέσεις και τις δελεαστικές προσφορές της Αγκύρας, προτιμώντας να αναγνωρίσουν και να οριοθετήσουν ΑΟΖ με Κύπρο και Ελλάδα. Όλα αυτά, επιβεβαιώνονται τις τελευταίες εβδομάδες με τις προτροπές των ΗΠΑ και της ΕΕ, όσο και μεμονωμένων δυνάμεων όπως η Γαλλία, προς την Τουρκία, να σταματήσει τα “σχέδια και επιχειρήσεις” που έχει σε εξέλιξη. Δεν συνιστούν αυτοσυγκράτηση και στις δύο πλευρές.
Οι εξελίξεις σε πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο έχουν βαρύνουσα αξία, διότι στο “τέλος της διαδρομής” της διαμάχης, όταν έρχεται η ώρα της τελικής συμφωνίας σε πολιτικό επίπεδο, η διεθνής στήριξη έχει σημασία. Από αυτή την άποψη, μέχρι σήμερα, οι δημόσιες τοποθετήσεις όλων των ξένων ενδιαφερομένων, φανερώνουν αν μη τι άλλο ότι η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική διπλωματία, έχουν εργασθεί ώστε το διεθνές περιβάλλον να είναι εμφανώς πιο αρνητικό για την Τουρκία. Αυτά, δεν προκύπτουν “από μόνα τους”. Μικρή αλλά ενδιαφέρουσα ένδειξη της διεθνούς απομονώσεως των Τούρκων στην “εικονική τους πραγματικότητα”, είναι η καταφυγή τις ημέρες αυτές σε μεθόδους αναζητήσεως διεθνούς στηρίξεως στα μέσα κοινωνικής δικτυώσεως (hashtag “TurkeyIsNotAlone).”
Ασφαλώς μεγάλη σημασία στο “τέλος της διαδρομής” θα έχει και το αποτέλεσμα μιας ενδεχομένης πολεμικής αναμετρήσεως ενώ “πολιτική” αξία, η οποία όμως προσμετράται σε διπλωματικό επίπεδο, έχει και το ποιος επιτέθηκε πρώτος αλλά και οι συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη αυτό. Πολλές φορές, δεν αρκεί ένα νικηφόρο αποτέλεσμα σε στρατιωτικό επίπεδο. Αλλά και για να το εξασφαλίσεις αυτό, πρέπει να έχεις συνδυάσει την καλύτερη δυνατή “ισορροπία” στην δημιουργία καταλλήλου κλίματος σε διεθνές επίπεδο αλλά και επιλογής ευνοϊκού για τις Ένοπλες Δυνάμεις σου, πεδίου αναμετρήσεως.
Συνοψίζοντας, Ελλάδα και Τουρκία υποστηρίζουν διεθνώς ότι υπερασπίζονται κυριαρχικά δικαιώματα βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Οι θέσεις της Ελλάδος δείχνουν να γίνονται αποδεκτές από εταίρους και Συμμάχους ενώ η Τουρκία είναι μόνη κλεισμένη στην αυστηρώς “προσωπική” της “εικονική πραγματικότητα”. Η στρατιωτικοποίηση που επιδιώκει, συναντά την ανάλογη απάντηση της Ελλάδος. Εμμένοντας η Τουρκία στην επιλεκτική ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου και αρνούμενη την διεθνή διαιτησία, είναι σαν να αναμένει Ελλάδα (και διεθνής κοινότητα που την υποστηρίζουν) να αποδεχθούν τον “τσίρκο” της “τουρκικής εικονικής πραγματικότητας”. Κι επειδή αυτό δεν μπορεί να γίνει, δεν υφίστανται ρεαλιστικές προοπτικές εξερεύσεως κοινού εδάφους για την έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων. Συνεπώς, η Τουρκία αναμένεται να συνεχίσει την “πολιτική των κανονιοφόρων” – Υβριδικό Πόλεμο εναντίον των Ελλήνων και η πιθανότητα πολεμικής αναμετρήσεως παραμένει. Αυτή είναι η “μεγάλη εικόνα” που βλέπουν οι ξένοι και όλες οι κυβερνήσεις ενώ η κοινή γνώμη σε Ελλάδα και Τουρκία (αυτο)τροφοδοτείται με ό,τι μικρό κομμάτι του παζλ επιλέγει να αξιολογήσει για να εκφράσει άποψη.
Τι μπορούμε να αναμένουμε;
Είναι σαφές ότι με κανέναν τρόπο δεν βρισκόμαστε στο “τέλος της διαδρομής”. Υπάρχει ακόμη “δρόμος”. Η Ελλάδα εμποδίζει με τις Ένοπλες Δυνάμεις της την διεξαγωγή ερευνών στην περιοχή που την ενδιαφέρει ενώ η Τουρκία υποκρίνεται ότι πετυχαίνει αυτό που θέλει. Ήδη όμως από τουρκικά επίσημα χείλη, έχει ανακοινωθεί η επόμενη κίνηση του Υβριδικού Πολέμου.
Στις 10 Αυγούστου, αξιωματούχος του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι το Oruç Reis ξεκίνησε την δραστηριότητά του εντός των ορίων της υφαλοκρηπίδος που έχουν δηλωθεί από τις 18 Μαρτίου 2020 στον ΟΗΕ. Στον σχετικό χάρτη, διακρινόταν και η θαλασσία περιοχή δυτικώς Ρόδου μέχρι Κρήτη που έχει εξαγγελθεί ήδη από καιρό ότι θα εκδοθούν άδειες για έρευνες στην κρατική εταιρεία πετρελαίων (ΤΡΑΟ). Η εν λόγω ζώνη, εμπίπτει ως επί το πλείστον στην ελληνική ΑΟΖ, βάσει της συμφωνίας μερικής οριοθετήσεως με την Αίγυπτο, που ανακοινώθηκε στις 6 Αυγούστου. Σε αυτή την περιοχή, η Ελλάδα θα αντιδράσει όχι απλώς λόγω υφαλοκρηπίδος αλλά και οριοθετημένης ΑΟΖ, γεγονός που διπλωματικώς, ενισχύει την θέση της. Εφόσον στο μεταξύ έχουν λάβει χώρα άλλες μείζονες εξελίξεις, όπως ενδεχομένως συμφωνία της Ελλάδος με την Λιβυκή Βουλή των Αντιπροσώπων στην Βεγγάζη για οριοθέτηση ΑΟΖ, η διπλωματική και πολιτική θέση των Αθηνών θα έχει ενισχυθεί σοβαρά.
Είναι ενδιαφέρον πάντως να τονισθεί ότι στις τουρκικές κινήσεις φαίνεται καθαρά πως λαμβάνονται υπ’ όψιν τα στρατιωτικά δεδομένα κι επιδιώκεται να βρεθούν σε μειονεκτική θέση οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η περιοχή ερευνών του Oruç Reis που οριοθετήθηκε από την τελευταία NAVTEX, έφερε το Πολεμικό Ναυτικό πολύ μακριά από την ομπρέλα της Πολεμικής Αεροπορίας ενώ ταυτοχρόνως βρισκόταν σε εξέλιξη καθιερωμένη άσκηση του τουρκικού ναυτικού εγγύς των Μικρασιατικών παραλίων και δυτικώς Συγκροτήματος Μεγίστης. Στην περίπτωση δραστηριότητος δυτικώς του 28ου Μεσημβρινού, οι αποστάσεις από τις αεροπορικές βάσεις της Πολεμικής Αεροπορίας θα είναι σαφώς μικρότερες.